Search
× Search
Πέμπτη, 21 Νοεμβρίου 2024

Συνταγματική Αναθεώρηση

Αιτιολογικές Εκθέσεις Κ.Ο. ΙΑ

Βουλή των Ελλήνων

Προτάσεις Αιτιολογικών Εκθέσεων κατ' Άρθρων προς Αναθεώρηση

  • MEPOΣ ΠPΩTO - Bασικές διατάξεις
  • TMHMA Β΄ - Σχέσεις Eκκλησίας και Πολιτείας
  • • 'Αρθρο 3 - (Σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας)
  • Ισχύουσα Διάταξη
  • 1. Eπικρατούσα θρησκεία στην Eλλάδα είναι η θρησκεία της Aνατολικής Oρθόδοξης Eκκλησίας του Xριστού. H Oρθόδοξη Eκκλησία της Eλλάδας, που γνωρίζει κεφαλή της τον Kύριο ημών Iησού Xριστό, υπάρχει αναπόσπαστα ενωμένη δογματικά με τη Mεγάλη Eκκλησία της Kωνσταντινούπολης και με κάθε άλλη ομόδοξη Eκκλησία του Xριστού. τηρεί απαρασάλευτα, όπως εκείνες, τους ιερούς αποστολικούς και συνοδικούς κανόνες και τις ιερές παραδόσεις. Eίναι αυτοκέφαλη, διοικείται από την Iερά Σύνοδο των εν ενεργεία Aρχιερέων και από τη Διαρκή Iερά Σύνοδο που προέρχεται από αυτή και συγκροτείται όπως ορίζει ο Kαταστατικός Xάρτης της Eκκλησίας, με τήρηση των διατάξεων του Πατριαρχικού Tόμου της κθ΄ (29) Iουνίου 1850 και της Συνοδικής Πράξης της 4ης Σεπτεμβρίου 1928. 2. Tο εκκλησιαστικό καθεστώς που υπάρχει σε ορισμένες περιοχές του Kράτους δεν αντίκειται στις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου. 3. Tο κείμενο της Aγίας Γραφής τηρείται αναλλοίωτο. H επίσημη μετάφρασή του σε άλλο γλωσσικό τύπο απαγορεύεται χωρίς την έγκριση της Aυτοκέφαλης Eκκλησίας της Eλλάδας και της Mεγάλης του Xριστού Eκκλησίας στην Kωνσταντινούπολη.
  • πρόταση της Νέας Δημοκρατίας
  • Δεν έχει κατατεθεί πρόταση.
  • πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
  • Άρθρο 3 – Ερμηνευτική δήλωση Είναι αλήθεια ότι υπάρχει και θα υπάρχει ένα θεσμικό έλλειμμα στη λειτουργία του συνταγματικού μας πολιτεύματος όσο δεν αποσαφηνίζεται το ζήτημα των σχέσεων Κράτους και Εκκλησίας στην κατεύθυνση της κατοχύρωσης διακριτών ρόλων. Η ύπαρξη διακριτών ρόλων δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση αντιπαλότητα. Ο ιστορικός και κοινωνικός ρόλος της Εκκλησίας είναι σημαντικός και αναμφισβήτητος. Οι αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο είναι αναγκαίες όχι για να μειώσουν το ρόλο της Ορθοδοξίας ως ιδιαίτερης συνιστώσας της ιστορικής και πολιτισμικής μας παράδοσης αλλά για να δώσουν τη δυνατότητα, στις συνθήκες της σημερινής εποχής, στην Εκκλησία να ρυθμίσει με σύγχρονους όρους τα του οίκου της και τα της σχέσης της με τους πιστούς με αυτονομία και αποτελεσματικότητα. Για το λόγο αυτόν προτείνουμε την εισαγωγή ερμηνευτικής δήλωσης στο άρθρο 3 με αντικείμενο την εννοιολογική αποσαφήνιση του όρου «επικρατούσα θρησκεία» προς την κατεύθυνση της έμφασης των αναγνωριζόμενων ήδη διακριτών ρόλων Κράτους και Εκκλησίας και του πλήρους σεβασμού της θρησκευτικής ελευθερίας και ισότητας.
  • MEPOΣ ΔEYTEPO - Aτομικά και κοινωνικά δικαιώματα
  • • 'Αρθρο 5 - (Ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας, προσωπική ελευθερία)
  • Ισχύουσα Διάταξη
  • 1. Kαθένας έχει δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά του και να συμμετέχει στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της Xώρας, εφόσον δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων και δεν παραβιάζει το Σύνταγμα ή τα χρηστά ήθη. 2. Όλοι όσοι βρίσκονται στην Eλληνική Eπικράτεια απολαμβάνουν την απόλυτη προστασία της ζωής, της τιμής και της ελευθερίας τους, χωρίς διάκριση εθνικότητας, φυλής, γλώσσας και θρησκευτικών ή πολιτικών πεποιθήσεων. Eξαιρέσεις επιτρέπονται στις περιπτώσεις που προβλέπει το διεθνές δίκαιο. Aπαγορεύεται η έκδοση αλλοδαπού που διώκεται για τη δράση του υπέρ της ελευθερίας. 3. H προσωπική ελευθερία είναι απαραβίαστη. Kανένας δεν καταδιώκεται ούτε συλλαμβάνεται ούτε φυλακίζεται ούτε με οποιονδήποτε άλλο τρόπο περιορίζεται, παρά μόνο όταν και όπως ορίζει ο νόμος. **4. Απαγορεύονται ατομικά διοικητικά μέτρα που περιορίζουν σε οποιονδήποτε Έλληνα την ελεύθερη κίνηση ή εγκατάσταση στη Χώρα, καθώς και την ελεύθερη έξοδο και είσοδο σ’ αυτήν. Τέτοιου περιεχομένου περιοριστικά μέτρα είναι δυνατόν να επιβληθούν μόνο ως παρεπόμενη ποινή με απόφαση ποινικού δικαστηρίου, σε εξαιρετικές περιπτώσεις ανάγκης και μόνο για την πρόληψη αξιόποινων πράξεων, όπως νόμος ορίζει. **5. Καθένας έχει δικαίωμα στην προστασία της υγείας και της γενετικής του ταυτότητας. Νόμος ορίζει τα σχετικά με την προστασία κάθε προσώπου έναντι των βιοϊατρικών παρεμβάσεων.
  • πρόταση της Νέας Δημοκρατίας
  • Δεν έχει κατατεθεί πρόταση.
  • πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
  • 'Αρθρο 5 (Δικαιώματα για τους νομίμως διαβιούντες στη χώρα αλλοδαπούς, εισαγωγή συνταγματικής πρόβλεψης για τις Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις και την Κοινωνία των Πολιτών) Η εισαγωγή συνταγματικής πρόβλεψης σχετικά με τα δικαιώματα των αλλοδαπών που μένουν νόμιμα στη χώρα μας αποτελεί μία αναγκαιότητα στη νέα πραγματικότητα της παγκοσμιοποίησης. Η Ελλάδα έχει γίνει πλέον μία σημαντική χώρα υποδοχής μεταναστών και οφείλουμε να κατοχυρώσουμε θεσμικά τη θέση τους στην κατεύθυνση της ενσωμάτωσής τους στην ελληνική κοινωνία. Επισημαίνουμε ότι η εισαγωγή ρητής ρύθμισης για τους αλλοδαπούς στο Σύνταγμά μας θα αποτελούσε μία πρωτοποριακή πρόταση και θα ήταν πράγματι μία καινοτομία σε σχέση με τα Συντάγματα άλλων χωρών. Προτείνεται η εισαγωγή συνταγματικής πρόβλεψης, εν είδει γενικής ρήτρας, που θα αναγνωρίζει ρητά για τους νομίμως διαβιούντες στη χώρα αλλοδαπούς ίσα δικαιώματα με τους Έλληνες πολίτες. Συγκεκριμένα, προτείνεται η εισαγωγή νέας παραγράφου μετά την παράγραφο 2 του άρθρου 5 του Συντάγματος – σε αυτήν ήδη κατοχυρώνεται η προστασία της ζωής, της τιμής και της ελευθερίας όλων όσων βρίσκονται στην ελληνική επικράτεια, χωρίς ρητή διάκριση ως προς τους έλληνες πολίτες - στην οποία θα κατοχυρώνεται ότι οι αλλοδαποί που κατοικούν νομίμως στην Ελλάδα θα απολαμβάνουν την ίδια προστασία δικαιωμάτων. Η ρητή συνταγματική κατοχύρωση της δράσης των Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων αποτελεί ένα αίτημα των καιρών. Ήδη στο υφιστάμενο συνταγματικό πλαίσιο, στο άρθρο 12 του Συντάγματος, αναγνωρίζονται εν γένει οι ενώσεις πολιτών και το δικαίωμα των πολιτών να συνιστούν ενώσεις. Προτείνουμε τη ρητή αναγνώριση και την κατοχύρωση του ενεργού ρόλου και της συμμετοχής των ενώσεων πολιτών στην επιδίωξη κοινωνικών σκοπών για την προώθηση του δημόσιου και ευρύτερου κοινωνικού συμφέροντος, με την προσθήκη παραγράφου στο άρθρο 5, προς την κατεύθυνση της έμφασης στον καθοριστικό ρόλο της Κοινωνίας των Πολιτών, μέσω των Ενώσεων Πολιτών, στη διαμόρφωση του κοινωνικού γίγνεσθαι.
  • • 'Αρθρο 13 - (Θρησκευτική Ελευθερία)
  • Ισχύουσα Διάταξη
  • 1. Η ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης είναι απαραβίαστη. Η απόλαυση των ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων δεν εξαρτάται από τις θρησκευτικές πεποιθήσεις καθενός. 2. Kάθε γνωστή θρησκεία είναι ελεύθερη και τα σχετικά με τη λατρεία της τελούνται ανεμπόδιστα υπό την προστασία των νόμων. H άσκηση της λατρείας δεν επιτρέπεται να προσβάλλει τη δημόσια τάξη ή τα χρηστά ήθη. O προσηλυτισμός απαγορεύεται. 3. Oι λειτουργοί όλων των γνωστών θρησκειών υπόκεινται στην ίδια εποπτεία της Πολιτείας και στις ίδιες υποχρεώσεις απέναντί της, όπως και οι λειτουργοί της επικρατούσας θρησκείας. 4. Kανένας δεν μπορεί, εξαιτίας των θρησκευτικών του πεποιθήσεων, να απαλλαγεί από την εκπλήρωση των υποχρεώσεων προς το Kράτος ή να αρνηθεί να συμμορφωθεί προς τους νόμους. 5. Kανένας όρκος δεν επιβάλλεται χωρίς νόμο, που ορίζει και τον τύπο του.
  • πρόταση της Νέας Δημοκρατίας
  • Δεν έχει κατατεθεί πρόταση.
  • πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
  • (Κατάργηση της απαγόρευσης του προσηλυτισμού)- ’ρθρο 33 (όρκος Προέδρου Δημοκρατίας) - ’ρθρο 59 (όρκος Βουλευτών) Προτείνουμε την κατάργηση του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 2 σχετικώς με την απαγόρευση του προσηλυτισμού. Η συνταγματική απαγόρευση του προσηλυτισμού δεν αρμόζει σε ένα σύγχρονο κράτος δικαίου και γι’ αυτό δεν απαντάται σε καμία άλλη συνταγματική τάξη (βλ. και την πρόσφατη από 29.3.2006 παρατήρηση στην Έκθεση του Επιτρόπου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα του Συμβουλίου της Ευρώπης: «… και μόνη η ύπαρξη των παραπάνω διατάξεων του ποινικού δικαίου … ασκούν ως μη όφειλαν πίεση σε θρησκευτικές και πνευματικές ομάδες που θα ήθελαν να μοιρασθούν τις πεποιθήσεις τους με νόμιμο τρόπο»). Δεν συνάδει με τη γενικότερη, συνταγματικά κατοχυρωμένη, αρχή της ελεύθερης διάδοσης των ιδεών η συγκεκριμένη συνταγματική ρύθμιση. Ο προσηλυτισμός είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με την διαπάλη των ιδεών που πρέπει κατά το Σύνταγμά μας να είναι ελεύθερη. ’ρθρο 13 παρ. 5 (Κατάργηση του όρκου) Προτείνεται η κατάργηση της παραγράφου 5 περί όρκου, ούτως ώστε το ζήτημα να ρυθμίζεται από την κοινή νομοθεσία στο πλαίσιο της θρησκευτικής ελευθερίας. Αντίστοιχα αναδιαμορφώνονται τα άρθρα 33 (όρκος Προέδρου Δημοκρατίας) και 59 (όρκος Βουλευτών) έτσι ώστε τα πολιτικά πρόσωπα να ορκίζονται στην τιμή και την υπόληψή τους για το σεβασμό του Συντάγματος και των Νόμων και του Δημοκρατικού Πολιτεύματος.
  • • 'Αρθρο 14 - (Ελευθερία του Τύπου)
  • Ισχύουσα Διάταξη
  • 1. Kαθένας μπορεί να εκφράζει και να διαδίδει προφορικά, γραπτά και δια του τύπου τους στοχασμούς του τηρώντας τους νόμους του Kράτους. 2. O τύπος είναι ελεύθερος. H λογοκρισία και κάθε άλλο προληπτικό μέτρο απαγορεύονται. 3. H κατάσχεση εφημερίδων και άλλων εντύπων, είτε πριν από την κυκλοφορία είτε ύστερα από αυτή, απαγορεύεται. Kατ' εξαίρεση επιτρέπεται η κατάσχεση, με παραγγελία του εισαγγελέα, μετά την κυκλοφορία: α) για προσβολή της χριστιανικής και κάθε άλλης γνωστής θρησκείας, β) για προσβολή του προσώπου του Προέδρου της Δημοκρατίας, γ) για δημοσίευμα που αποκαλύπτει πληροφορίες για τη σύνθεση, τον εξοπλισμό και τη διάταξη των ενόπλων δυνάμεων ή την οχύρωση της Xώρας ή που έχει σκοπό τη βίαιη ανατροπή του πολιτεύματος ή στρέφεται κατά της εδαφικής ακεραιότητας του Kράτους, δ) για άσεμνα δημοσιεύματα που προσβάλλουν ολοφάνερα τη δημόσια αιδώ, στις περιπτώσεις που ορίζει ο νόμος. 4. Σ' όλες τις περιπτώσεις της προηγούμενης παραγράφου ο εισαγγελέας, μέσα σε είκοσι τέσσερις ώρες από την κατάσχεση, οφείλει να υποβάλει την υπόθεση στο δικαστικό συμβούλιο, και αυτό, μέσα σε άλλες είκοσι τέσσερις ώρες, οφείλει να αποφασίσει για τη διατήρηση ή την άρση της κατάσχεσης, διαφορετικά η κατάσχεση αίρεται αυτοδικαίως. Tα ένδικα μέσα της έφεσης και της αναίρεσης επιτρέπονται στον εκδότη της εφημερίδας ή άλλου εντύπου που κατασχέθηκε και στον εισαγγελέα. **5. Καθένας ο οποίος θίγεται από ανακριβές δημοσίευμα ή εκπομπή έχει δικαίωμα απάντησης, το δε μέσο ενημέρωσης έχει αντιστοίχως υποχρέωση πλήρους και άμεσης επανόρθωσης. Καθένας ο οποίος θίγεται από υβριστικό ή δυσφημιστικό δημοσίευμα ή εκπομπή έχει, επίσης, δικαίωμα απάντησης, το δε μέσο ενημέρωσης έχει αντιστοίχως υποχρέωση άμεσης δημοσίευσης ή μετάδοσης της απάντησης. Νόμος ορίζει τον τρόπο με τον οποίο ασκείται το δικαίωμα απάντησης και διασφαλίζεται η πλήρης και άμεση επανόρθωση ή η δημοσίευση και μετάδοση της απάντησης. 6. Tο δικαστήριο, ύστερα από τρεις τουλάχιστον καταδίκες μέσα σε μία πενταετία για διάπραξη των εγκλημάτων που προβλέπονται στην παράγραφο 3, διατάσσει την οριστική ή προσωρινή παύση της έκδοσης του εντύπου και, σε βαριές περιπτώσεις, την απαγόρευση της άσκησης του δημοσιογραφικού επαγγέλματος από το πρόσωπο που καταδικάστηκε, όπως νόμος ορίζει H παύση ή η απαγόρευση αρχίζουν αφότου η καταδικαστική απόφαση γίνει αμετάκλητη. **7. Νόμος ορίζει τα σχετικά με την αστική και ποινική ευθύνη του τύπου και των άλλων μέσων ενημέρωσης και με την ταχεία εκδίκαση των σχετικών υποθέσεων. 8. Nόμος ορίζει τις προϋποθέσεις και τα προσόντα για την άσκηση του δημοσιογραφικού επαγγέλματος. **9. Το ιδιοκτησιακό καθεστώς, η οικονομική κατάσταση και τα μέσα χρηματοδότησης των μέσων ενημέρωσης πρέπει να γίνονται γνωστά, όπως νόμος ορίζει. Νόμος προβλέπει τα μέτρα και τους περιορισμούς που είναι αναγκαίοι για την πλήρη διασφάλιση της διαφάνειας και της πολυφωνίας στην ενημέρωση. Απαγορεύεται η συγκέντρωση του ελέγχου περισσότερων μέσων ενημέρωσης της αυτής ή άλλης μορφής. Απαγορεύεται ειδικότερα η συγκέντρωση περισσότερων του ενός ηλεκτρονικών μέσων ενημέρωσης της αυτής μορφής, όπως νόμος ορίζει. Η ιδιότητα του ιδιοκτήτη, του εταίρου, του βασικού μετόχου ή του διευθυντικού στελέχους επιχείρησης μέσων ενημέρωσης είναι ασυμβίβαστη με την ιδιότητα του ιδιοκτήτη, του εταίρου, του βασικού μετόχου ή του διευθυντικού στελέχους επιχείρησης που αναλαμβάνει έναντι του Δημοσίου ή νομικού προσώπου του ευρύτερου δημόσιου τομέα την εκτέλεση έργων ή προμηθειών ή την παροχή υπηρεσιών. Η απαγόρευση του προηγούμενου εδαφίου καταλαμβάνει και κάθε είδους παρένθετα πρόσωπα, όπως συζύγους, συγγενείς, οικονομικά εξαρτημένα άτομα ή εταιρείες. Νόμος ορίζει τις ειδικότερες ρυθμίσεις, τις κυρώσεις που μπορεί να φθάνουν μέχρι την ανάκληση της άδειας ραδιοφωνικού ή τηλεοπτικού σταθμού και μέχρι την απαγόρευση σύναψης ή την ακύρωση της σχετικής σύμβασης, καθώς και τους τρόπους ελέγχου και τις εγγυήσεις αποτροπής των καταστρατηγήσεων των προηγούμενων εδαφίων.
  • πρόταση της Νέας Δημοκρατίας
  • ρθρο 14 παράγραφος 9 του Συντάγματος Με τη διάταξη αυτή επιδιώκεται η ουσιαστική κατοχύρωση της διαφάνειας και της πολυφωνίας των μέσων μαζικής ενημέρωσης. Ωστόσο, η διατύπωσή της, σε συνδυασμό με την άποψη οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως προς την έννοια συγκεκριμένων ρυθμίσεων του κοινοτικού δικαίου, έχει οδηγήσει σε διαφορετικές ερμηνευτικές προσεγγίσεις, οι οποίες έχουν προκαλέσει, με τη σειρά τους, περαιτέρω δυσχέρειες εφαρμογής της συνταγματικής αυτής διάταξης, π.χ. σχετικά με τα ασυμβίβαστα όσων κατέχουν θεσμικές ιδιότητες σε επιχειρήσεις μέσων μαζικής ενημέρωσης και επιχειρήσεις που συνάπτουν συμβάσεις με το Δημόσιο ή με νομικά πρόσωπα του ευρύτερου δημόσιου τομέα για την εκτέλεση έργων ή προμηθειών ή την παροχή υπηρεσιών. Επομένως, υφίσταται ανάγκη αναθεώρησης της παραγράφου 9 του άρθρου 14, ώστε να προσαρμοσθούν αναλόγως οι ειδικότερες ρυθμίσεις της, που αφορούν ιδίως το ιδιοκτησιακό καθεστώς, την οικονομική κατάσταση και τα μέσα χρηματοδότησης των μέσων μαζικής ενημέρωσης, την απαγόρευση της κατοχής δεσπόζουσας θέσης στη ραδιοτηλεοπτική αγορά και στον τύπο μέσω της συγκέντρωσης του ελέγχου περισσότερων μέσων ενημέρωσης της αυτής ή άλλης μορφής ή περισσότερων του ενός ηλεκτρονικών μέσων της αυτής μορφής και τις ασυμβίβαστες ιδιότητες των ιδιοκτητών, εταίρων, βασικών μετόχων ή διευθυντικών στελεχών τους, προκειμένου να γίνουν περισσότερο σαφείς και αποτελεσματικές ως προς τους τρόπους ελέγχου και τις εγγυήσεις αποτροπής των τυχόν καταστρατηγήσεων, καθώς και να υπάρξουν προϋποθέσεις για την ανάπτυξη του υγιούς ανταγωνισμού των φορέων που δραστηριοποιούνται στο χώρο των Μέσων Ενημέρωσης.
  • πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
  • ’ρθρο 14 παρ.9 Το ΠΑ.ΣΟ.Κ. επιμένει στη διαφάνεια, την πολυφωνία και την αποτροπή της συγκέντρωσης των Μ.Μ.Ε. που διασφαλίζονται στα εδάφια α΄, β΄ , γ΄ και δ΄ της παρ. 9 του άρθρου 14. Προτείνουμε τη συμπλήρωση της παραγράφου με αναφορά στις αρχές της ανεξαρτησίας των Μ.Μ.Ε. από την οικονομική και πολιτική εξουσία αλλά και τη διασφάλιση της πρόσβασης των κοινωνικών και πολιτικών ομάδων με σεβασμό προς την πολυμέρεια.
  • • 'Αρθρο 16 - (Παιδεία, τέχνη, επιστήμη)
  • Ισχύουσα Διάταξη
  • 1. H τέχνη και η επιστήμη, η έρευνα και η διδασκαλία είναι ελεύθερες. η ανάπτυξη και η προαγωγή τους αποτελεί υποχρέωση του Kράτους. H ακαδημαϊκή ελευθερία και η ελευθερία της διδασκαλίας δεν απαλλάσσουν από το καθήκον της υπακοής στο Σύνταγμα. 2. H παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του Kράτους και έχει σκοπό την ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Eλλήνων, την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης και τη διάπλασή τους σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες. 3. Tα έτη υποχρεωτικής φοίτησης δεν μπορεί να είναι λιγότερα από εννέα. 4. Όλοι οι Έλληνες έχουν δικαίωμα δωρεάν παιδείας, σε όλες τις βαθμίδες της, στα κρατικά εκπαιδευτήρια. Tο Kράτος ενισχύει τους σπουδαστές που διακρίνονται, καθώς και αυτούς που έχουν ανάγκη από βοήθεια ή ειδική προστασία, ανάλογα με τις ικανότητές τους. 5. H ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από ιδρύματα που αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου με πλήρη αυτοδιοίκηση. Tα ιδρύματα αυτά τελούν υπό την εποπτεία του Kράτους, έχουν δικαίωμα να ενισχύονται οικονομικά από αυτό και λειτουργούν σύμφωνα με τους νόμους που αφορούν τους οργανισμούς τους. Συγχώνευση ή κατάτμηση ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων μπορεί να γίνει και κατά παρέκκλιση από κάθε αντίθετη διάταξη, όπως νόμος ορίζει. Eιδικός νόμος ορίζει όσα αφορούν τους φοιτητικούς συλλόγους και τη συμμετοχή των σπουδαστών σ' αυτούς. 6. Oι καθηγητές των ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων είναι δημόσιοι λειτουργοί. Tο υπόλοιπο διδακτικό προσωπικό τους επιτελεί επίσης δημόσιο λειτούργημα, με τις προϋποθέσεις που νόμος ορίζει. Tα σχετικά με την κατάσταση όλων αυτών των προσώπων καθορίζονται από τους οργανισμούς των οικείων ιδρυμάτων. Oι καθηγητές των ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων δεν μπορούν να παυθούν προτού λήξει σύμφωνα με το νόμο ο χρόνος υπηρεσίας τους παρά μόνο με τις ουσιαστικές προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 88 παράγραφος 4 και ύστερα από απόφαση συμβουλίου που αποτελείται κατά πλειοψηφία από ανώτατους δικαστικούς λειτουργούς, όπως νόμος ορίζει. Nόμος ορίζει το όριο της ηλικίας των καθηγητών των ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. εωσότου εκδοθεί ο νόμος αυτός οι καθηγητές που υπηρετούν αποχωρούν αυτοδικαίως μόλις λήξει το ακαδημαϊκό έτος μέσα στο οποίο συμπληρώνουν το εξηκοστό έβδομο έτος της ηλικίας τους. 7. H επαγγελματική και κάθε άλλη ειδική εκπαίδευση παρέχεται από το Kράτος και με σχολές ανώτερης βαθμίδας για χρονικό διάστημα όχι μεγαλύτερο από τρία χρόνια, όπως προβλέπεται ειδικότερα από το νόμο, που ορίζει και τα επαγγελματικά δικαιώματα όσων αποφοιτούν από τις σχολές αυτές. 8. Nόμος ορίζει τις προϋποθέσεις και τους όρους χορήγησης άδειας για την ίδρυση και λειτουργία εκπαιδευτηρίων που δεν ανήκουν στο Kράτος, τα σχετικά με την εποπτεία που ασκείται πάνω σ' αυτά, καθώς και την υπηρεσιακή κατάσταση του διδακτικού προσωπικού τους. H σύσταση ανώτατων σχολών από ιδιώτες απαγορεύεται. 9. O αθλητισμός τελεί υπό την προστασία και την ανώτατη εποπτεία του Kράτους. Tο Kράτος επιχορηγεί και ελέγχει τις ενώσεις των αθλητικών σωματείων κάθε είδους, όπως νόμος ορίζει. Nόμος ορίζει επίσης τη διάθεση των ενισχύσεων που παρέχονται κάθε φορά στις επιχορηγούμενες ενώσεις σύμφωνα με τον προορισμό τους.
  • πρόταση της Νέας Δημοκρατίας
  • Η παιδεία μας, η μεγαλύτερη επένδυση του Έθνους, στηρίζεται και πρέπει να στηρίζεται στα θεμέλια του ελληνικού πολιτισμού και, κατ’ επέκταση, του ευρωπαϊκού πολιτισμού, ο οποίος έχει τις ρίζες του στον ελληνικό πολιτισμό. Υπό το φως αυτής της διαπίστωσης προτείνεται η αναθεώρηση της παραγράφου 1 του άρθρου 16, ώστε και η κεφαλαιώδης αυτή διάσταση της παιδείας μας να αποτυπωθεί στο Σύνταγμα με ρητή διάταξη. Περαιτέρω, σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 16 «Η ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από ιδρύματα που αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου με πλήρη αυτοδιοίκηση», ενώ το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 8 του ίδιου άρθρου προβλέπει ότι η σύσταση ανώτατων σχολών από ιδιώτες απαγορεύεται». Στο πλαίσιο της προωθούμενης πρότασης κρίνεται αναγκαία η αναθεώρηση της απόλυτης απαγόρευσης δραστηριοποίησης της ιδιωτικής πρωτοβουλίας όσον αφορά την παροχή ανώτατης εκπαίδευσης. Πυρήνα της προτεινόμενης συνταγματικής ρύθμισης αποτελεί η δυνατότητα ίδρυσης και λειτουργίας ανώτατων σχολών αποκλειστικώς και μόνο μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα από ιδιώτες, υπό τον αυστηρό έλεγχο και την εποπτεία του Κράτους. Προς αυτή την κατεύθυνση προτείνονται οι ακόλουθες αναθεωρητικές παρεμβάσεις: Καταρχάς, η παράγραφος 5 του άρθρου 16 πρέπει να αναθεωρηθεί κατά τρόπο, ώστε να μη λειτουργεί αποτρεπτικά για τη δημιουργία μη δημόσιων φορέων παροχής ανώτατης εκπαίδευσης. Για το σκοπό αυτόν προτείνεται η απάλειψη της λέξης «αποκλειστικά» από το πρώτο εδάφιο της παραγράφου αυτής και η προσθήκη του όρου «δημόσια» μπροστά από τη φράση «ανώτατη εκπαίδευση», ώστε να οριοθετείται το πεδίο εφαρμογής της συγκεκριμένης παραγράφου και να μην δημιουργεί προβλήματα στην εφαρμογή των διατάξεων που αφορούν τους μη δημόσιους φορείς παροχής ανώτατης εκπαίδευσης. Επίσης, στην ίδια παράγραφο θα πρέπει να οριοθετηθεί η έννοια της ανώτατης εκπαίδευσης κατά τρόπο που να παρέχει βάση για την ορθολογική ανάπτυξή της, ώστε να αντανακλά τις νέες εξελίξεις που έχουν έως σήμερα συντελεσθεί όσον αφορά την καθιέρωση του πανεπιστημιακού και του τεχνολογικού τομέα της ανώτατης εκπαίδευσης. Εξάλλου, στην παράγραφο 6 του άρθρου 16, προκειμένου να προσδιορισθεί το πεδίο εφαρμογής της, εν όψει της προτεινόμενης τροποποίησης της προηγούμενης παραγράφου, πρέπει να προστεθεί ο όρος «δημόσιων» πριν από τον όρο «ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων». Στη δε παράγραφο 7 προτείνεται η κατάργηση της φράσης «από το Κράτος» προς εναρμόνιση με τα παραπάνω και προκειμένου να είναι συνταγματικά ανεκτή η παροχή επαγγελματικής εκπαίδευσης όχι μόνο από το Κράτος, αλλά και από άλλους φορείς (π.χ. κοινωνικούς εταίρους), υπό κρατική πάντοτε εποπτεία. Εν όψει του ότι η παράγραφος 8 αποτελεί τη βάση για την ανάπτυξη του συστήματος ιδιωτικής εκπαίδευσης στη Χώρα μας, πρέπει αυτή να αναδιατυπωθεί προς την κατεύθυνση της αποσαφήνισης ότι η παιδεία παραμένει δημόσιο αγαθό και η παροχή της από μη δημόσιους φορείς, σε όλες τις βαθμίδες, γίνεται μόνο κατά παραχώρηση από το Κράτος και υπό αυστηρή εποπτεία τήρησης προδιαγραφών και προϋποθέσεων, ενώ είναι αναγκαίο να απαλειφθεί το δεύτερο εδάφιό της, σύμφωνα με το οποίο απαγορεύεται η σύσταση ανώτατων σχολών από ιδιώτες. Για τη διασφάλιση της υψηλής στάθμης της παρεχόμενης ανώτατης εκπαίδευσης κρίνεται σκόπιμη η πρόβλεψη στην ίδια παράγραφο ότι τα προσόντα των διδασκόντων στα ανωτέρω μη κρατικά ιδρύματα θα είναι αντίστοιχα με εκείνα των κρατικών ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Παράλληλα, προτείνεται η συμπλήρωση του άρθρου 16 με την προσθήκη νέας παραγράφου, με την οποία θα κατοχυρώνεται συνταγματικά το σύστημα διασφάλισης της ποιότητας στην ανώτατη εκπαίδευση, δημόσια ή μη. Με τον τρόπο αυτόν αναδεικνύεται η σημασία που αποδίδει η ελληνική πολιτεία στην ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης και στην αποτροπή φαινομένων αλλοίωσης της ανώτατης εκπαίδευσης προς απλή επαγγελματική κατάρτιση, ενώ, παράλληλα, τίθεται το αναγκαίο συνταγματικό έρεισμα, ώστε η ανώτατη παιδεία της Χώρας μας να ανταποκριθεί με επιτυχία στις απαιτήσεις του ευρωπαϊκού και διεθνούς εκπαιδευτικού περιβάλλοντος. Η αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος προς την προαναφερθείσα κατεύθυνση αποτελεί ώριμο αίτημα της ελληνικής κοινωνίας, το οποίο, πέρα από το γεγονός ότι στοιχείται με τα ισχύοντα στην πλειονότητα των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα συμβάλει, σε μεγάλο βαθμό, στην ανάδειξη της Χώρας μας σε κέντρο παιδείας και πολιτισμού για ολόκληρη την ευρύτερη περιοχή. Περαιτέρω, η υιοθέτηση αυτής της πρότασης δι-ευρύνει τις εκπαιδευτικές επιλογές και ευκαιρίες των νέων, συμβάλλει στην καταπολέμηση της παραπαιδείας και περιορίζει σημαντικά τη «μετανάστευση» μεγάλου αριθμού Ελλήνων φοιτητών σε Πανεπιστήμια του εξωτερικού, η οποία επιφέρει οικονομική αιμορραγία στις οικογένειές τους και οδηγεί στην απώλεια ικανού και πολύτιμου επιστημονικού δυναμικού, δεδομένου ότι πολλοί από όσους φοιτούν στην αλλοδαπή, προτιμούν τελικά να παραμείνουν εκεί και μετά το πέρας των σπουδών τους. Η προωθούμενη αναθεώρηση του άρθρου 16, μέσω της ανάπτυξης υγιούς ανταγωνισμού με τα υφιστάμενα κρατικά πανεπιστήμια, αποβαίνει τελικά προς όφελος της ποιότητας των παρεχόμενων σπουδών και της παιδείας γενικότερα. Τέλος, προτείνεται η πρόβλεψη, σε αυτοτελή παράγραφο, της υποχρέωσης του Κράτους για θεσμική κατοχύρωση και ενίσχυση του εθελοντισμού, στο πλαίσιο της ανάγκης τόνωσης της ατομικής πρωτοβουλίας, της κοινωνικής αλληλεγγγύης, καθώς και της κοινωνικής συνοχής.
  • πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
  • α. Επί της αρχής Για το ΠΑ.ΣΟ.Κ. η αναθεώρηση του άρθρου 16 πρέπει να βασισθεί σε δύο άξονες: (α) Η Πολιτεία οφείλει να ενισχύσει περαιτέρω και κατά προτεραιότητα το Δημόσιο Πανεπιστήμιο και να εξασφαλίσει την αυτοδιοίκηση και την αυτοτέλειά του. (β) Η δυνατότητα ίδρυσης μη κρατικών Πανεπιστημίων πρέπει να οριοθετηθεί συστηματικά με βάση μία σειρά αυστηρών εγγυήσεων, αντίστοιχων προς τις εγγυήσεις των δημόσιων Α.Ε.Ι.. Επιπλέον πρέπει να προβλεφθεί ρητά στο Σύνταγμα ότι τα μη κρατικά Α.Ε.Ι. θα μπορούν να λάβουν αποκλειστικά τη μορφή των μη κερδοσκοπικών φορέων. Έτσι εξασφαλίζεται ο δημόσιος έλεγχος στο μη κρατικό εκπαιδευτικό χώρο. β. Επί των παραγράφων 5 και 6 του άρθρου 16 Προτείνουμε την αναθεώρηση των παραγράφων αυτών έτσι ώστε, διατηρουμένων των εγγυήσεων που ισχύουν για το δημόσιο Πανεπιστήμιο, να παρέχεται η δυνατότητα σύστασης Α.Ε.Ι. μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα από νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και από ιδιώτες που αποβλέπουν να αναπτύξουν κοινωφελή δράση, μετά από κρατική άδεια. Απαραίτητο είναι να προβλέπεται ότι τα ιδρύματα αυτά θα υπάγονται σε κρατική εποπτεία με σκοπό τη διασφάλιση παροχής ανώτατης εκπαίδευσης υψηλού επιπέδου και την εγγύηση των αρχών της ακαδημαϊκής ελευθερίας, της ελευθερίας της διδασκαλίας και της πλήρους αυτοδιοίκησης. Αυστηρός στόχος της νέας ρύθμισης πρέπει να είναι η δημιουργία ενός εθνικού συστήματος ανώτατης εκπαίδευσης, με ενότητα και ομοιογένεια. Νόμος θα ορίζει τους όρους και τις προϋποθέσεις για τη χορήγηση άδειας ίδρυσης και λειτουργίας μη κρατικών Α.Ε.Ι., τη νομική μορφή τους, την εφαρμογή της αρχής της πλήρους αυτοδιοίκησης, τον τρόπο επιλογής και τα προσόντα του διδακτικού προσωπικού τους, τον τρόπο εισαγωγής σε αυτά και τις εγγυήσεις της επιστημονικής ελευθερίας. Το Σύνταγμα θα θέτει τις βασικές αρχές και προϋποθέσεις του εκτελεστικού αυτού νόμου προς την κατεύθυνση της διασφάλισης της ταυτότητας προδιαγραφών, της διαφάνειας και της αξιοκρατίας. γ. Επί της παραγράφου 7 του άρθρου 16 Προτείνουμε την κατάργηση της παραγράφου 7 για να λυθούν τα όποια νομικά προβλήματα τέθηκαν κατά την εισαγωγή του νόμου που ενέτασσε τα Τ.Ε.Ι. στην ανώτατη εκπαίδευση. δ. Επί της παραγράφου 2 του άρθρου 16 Το ΠΑ.ΣΟ.Κ. προτείνει την αναθεώρηση της παραγράφου 2 του άρθρου 16 με την προσθήκη αναφοράς για την ανάπτυξη της «ανθρωπιστικής, κοινωνικής και δημοκρατικής συνείδησης» ως σκοπού της παιδείας.
  • • 'Αρθρο 17 - (Προστασία της ιδιοκτησίας, απαλλοτρίωση)
  • Ισχύουσα Διάταξη
  • 1. H ιδιοκτησία τελεί υπό την προστασία του Kράτους, τα δικαιώματα όμως που απορρέουν από αυτή δεν μπορούν να ασκούνται σε βάρος του γενικού συμφέροντος. **2. Kανένας δεν στερείται την ιδιοκτησία του, παρά μόνο για δημόσια ωφέλεια που έχει αποδειχθεί με τον προσήκοντα τρόπο, όταν και όπως ο νόμος ορίζει, και πάντοτε αφού προηγηθεί πλήρης αποζημίωση, που να ανταποκρίνεται στην αξία την οποία είχε το απαλλοτριούμενο κατά το χρόνο της συζήτησης στο δικαστήριο για τον προσωρινό προσδιορισμό της αποζημίωσης. Aν ζητηθεί απευθείας ο οριστικός προσδιορισμός της αποζημίωσης, λαμβάνεται υπόψη η αξία κατά το χρόνο της σχετικής συζήτησης στο δικαστήριο. Αν η συζήτηση για τον οριστικό προσδιορισμό της αποζημίωσης διεξαχθεί μετά την παρέλευση έτους από τη συζήτηση για τον προσωρινό προσδιορισμό, τότε για τον προσδιορισμό της αποζημίωσης λαμβάνεται υπόψη η αξία κατά το χρόνο της συζήτησης για τον οριστικό προσδιορισμό. Στην απόφαση κήρυξης πρέπει να δικαιολογείται ειδικά η δυνατότητα κάλυψης της δαπάνης αποζημίωσης. Η αποζημίωση, εφόσον συναινεί ο δικαιούχος, μπορεί να καταβάλλεται και σε είδος ιδίως με τη μορφή της παραχώρησης της κυριότητας άλλου ακινήτου ή της παραχώρησης δικαιωμάτων επί άλλου ακινήτου. 3. H ενδεχόμενη μεταβολή της αξίας του απαλλοτριουμένου μετά τη δημοσίευση της πράξης απαλλοτρίωσης, και μόνο εξαιτίας της, δεν λαμβάνεται υπόψη. **4. Η αποζημίωση ορίζεται από τα αρμόδια δικαστήρια. Μπορεί να οριστεί και προσωρινά δικαστικώς, ύστερα από ακρόαση ή πρόσκληση του δικαιούχου, που μπορεί να υποχρεωθεί κατά την κρίση του δικαστηρίου να παράσχει για την είσπραξή της ανάλογη εγγύηση, σύμφωνα με τον τρόπο που ορίζει ο νόμος. Νόμος μπορεί να προβλέπει την εγκαθίδρυση ενιαίας δικαιοδοσίας, κατά παρέκκλιση από το άρθρο 94, για όλες τις διαφορές και υποθέσεις που σχετίζονται με απαλλοτρίωση, καθώς και την κατά προτεραιότητα διεξαγωγή των σχετικών δικών. Με τον ίδιο νόμο μπορεί να ρυθμίζεται ο τρόπος με τον οποίο συνεχίζονται εκκρεμείς δίκες. Πριν καταβληθεί η οριστική ή προσωρινή αποζημίωση διατηρούνται ακέραια όλα τα δικαιώματα του ιδιοκτήτη και δεν επιτρέπεται η κατάληψη. Προκειμένου να εκτελεστούν έργα γενικότερης σημασίας για την οικονομία της Χώρας είναι δυνατόν, με ειδική απόφαση του δικαστηρίου που είναι αρμόδιο για τον οριστικό ή προσωρινό προσδιορισμό της αποζημίωσης, να επιτρέπεται η πραγματοποίηση εργασιών και πριν από τον προσδιορισμό και την καταβολή της αποζημίωσης, υπό τον όρο της καταβολής εύλογου τμήματος της αποζημίωσης και της παροχής πλήρους εγγύησης υπέρ του δικαιούχου της αποζημίωσης, όπως νόμος ορίζει. Η δεύτερη πρόταση του πρώτου εδαφίου εφαρμόζεται αναλόγως και στις περιπτώσεις αυτές. H αποζημίωση που ορίστηκε καταβάλλεται υποχρεωτικά το αργότερο μέσα σε ενάμισι έτος από τη δημοσίευση της απόφασης για τον προσωρινό προσδιορισμό της αποζημίωσης και, σε περίπτωση απευθείας αίτησης για οριστικό προσδιορισμό της αποζημίωσης, από τη δημοσίευση της σχετικής απόφασης του δικαστηρίου, διαφορετικά η απαλλοτρίωση αίρεται αυτοδικαίως. H αποζημίωση δεν υπόκειται, ως αποζημίωση, σε κανένα φόρο, κράτηση ή τέλος. 5. Nόμος ορίζει τις περιπτώσεις υποχρεωτικής ικανοποίησης των δικαιούχων για την πρόσοδο, την οποία έχασαν από το ακίνητο που απαλλοτριώθηκε έως το χρόνο καταβολής της αποζημίωσης. 6. Όταν πρόκειται να εκτελεστούν έργα κοινής ωφέλειας ή γενικότερης σημασίας για την οικονομία της Xώρας, νόμος μπορεί να επιτρέψει την απαλλοτρίωση υπέρ του Δημοσίου ευρύτερων ζωνών, πέρα από τις εκτάσεις που είναι αναγκαίες για την κατασκευή των έργων. O ίδιος νόμος καθορίζει τις προϋποθέσεις και τους όρους μιας τέτοιας απαλλοτρίωσης, καθώς και τα σχετικά με τη διάθεση ή χρησιμοποίηση, για δημόσιους ή κοινωφελείς γενικά σκοπούς, των εκτάσεων που απαλλοτριώνονται επιπλέον όσων είναι αναγκαίες για το έργο που πρόκειται να εκτελεστεί. 7. Nόμος μπορεί να ορίσει ότι για την εκτέλεση έργων με προφανή κοινή ωφέλεια υπέρ του Δημοσίου, νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, οργανισμών κοινής ωφέλειας και δημόσιων επιχειρήσεων, επιτρέπεται να διανοιχθούν υπόγειες σήραγγες στο επιβαλλόμενο βάθος, χωρίς αποζημίωση, υπό τον όρο ότι δεν θα παραβλάπτεται η συνήθης εκμετάλλευση του υπερκείμενου ακινήτου.
  • πρόταση της Νέας Δημοκρατίας
  • Η πνευματική δημιουργία και, κατά συνέπεια, η πνευματική ιδιοκτησία έχουν ανάγκη στις μέρες μας ιδιαίτερης προστασίας, με δεδομένο ότι οι ραγδαίες εξελίξεις της σύγχρονης τεχνολογίας επιτρέπουν παρεμβάσεις που οδηγούν, συχνά, έως και στην αποδυνάμωσή της. Για το λόγο αυτόν προτείνεται η αναθεώρηση της παραγράφου 1 του άρθρου 17 του Συντάγματος, έτσι ώστε στην έννοια της ιδιοκτησίας να περιλαμβάνεται ρητώς και η πνευματική της διάσταση. Περαιτέρω προτείνεται η ρητή πρόβλεψη στο άρθρο 17 του Συντάγματος ότι οι διατάξεις του εφαρμόζονται και στην περίπτωση απαλλοτριώσεων που κηρύσσονται κατ’ εφαρμογή της πολεοδομικής νομοθεσίας. Έτσι, το άρθρο αυτό θα καταλαμβάνει ρητώς όλες τις περιπτώσεις απαλλοτρίωσης. Η προσθήκη αυτή κρίνεται επιβεβλημένη, εξαιτίας των αμφισβητήσεων που είχαν αρκετές φορές εγερθεί, λόγω της πρακτικής αρμόδιων φορέων να κηρύσσουν την αναγκαστική απαλλοτρίωση στις παραπάνω περιπτώσεις χωρίς να διαθέτουν τους απαι-τούμενους πόρους για την καταβολή της αποζημίωσης στους δικαιούχους. Η πρακτική αυτή είχε ως αποτέλεσμα τη δέσμευση της ιδιοκτησίας για μακρό χρονικό διάστημα, χωρίς αποζημίωση, πλήττοντας τελικά τον ίδιο τον πυρήνα του δικαιώματος της ιδιοκτησίας. Η προαναφερθείσα αδυναμία της διατύπωσης του άρθρου 17 του Συντάγματος καταδεικνύεται και από τη σχετική νομολογία του Συμβουλίου Επικρατείας, στο πλαίσιο της οποίας το ΣτΕ, λόγω της υφιστάμενης διατύπωσης, αναγκάσθηκε να κρίνει ότι οι διατάξεις του άρθρου 17 δεν εφαρμόζονται στις απαλλοτριώσεις που κηρύσσονται κατ’ εφαρμογή της πολεοδομικής νομοθεσίας (ρυμοτομούμενα ακίνητα, απαλλοτριώσεις για τη δημιουργία δρόμων, κοινόχρηστων χώρων κ.λπ.). Με την προτεινόμενη τροποποίηση διασφαλίζεται επαρκώς η προστασία του πυρήνα του ατομικού δικαιώματος της ιδιοκτησίας, χωρίς παράλληλα να θίγεται, ούτε κατ’ ελάχιστον, ο κοινωνικός του χαρακτήρας.
  • πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
  • Δεν έχει κατατεθεί πρόταση.
  • • 'Αρθρο 20 - (Έννομη προστασία, δικαίωμα προηγούμενης ακρόασης)
  • Ισχύουσα Διάταξη
  • 1. Kαθένας έχει δικαίωμα στην παροχή έννομης προστασίας από τα δικαστήρια και μπορεί να αναπτύξει σ' αυτά τις απόψεις του για τα δικαιώματα ή συμφέροντά του, όπως νόμος ορίζει. 2. Tο δικαίωμα της προηγούμενης ακρόασης του ενδιαφερομένου ισχύει και για κάθε διοικητική ενέργεια ή μέτρο που λαμβάνεται σε βάρος των δικαιωμάτων ή συμφερόντων του.
  • πρόταση της Νέας Δημοκρατίας
  • παράγραφος 1 του Συντάγματος Προτείνεται η αναθεώρηση της παραγράφου 1 του άρθρου 20 του Συντάγματος προς την κατεύθυνση της ρητής κατοχύρωσης και του δικαιώματος στην προσωρινή δικαστική προστασία, καθώς και της καθιέρωσης, με τις ειδικότερες προβλέψεις του σχετικού εκτελεστικού νόμου, εύλογου χρόνου, όπου τούτο κρίνεται αναγκαίο με βάση το κριτήριο του δημόσιου συμφέροντος, εντός του οποίου θα πρέπει να παρέχεται η προστασία αυτή, προκειμένου να είναι αποτελεσματική και να ανταποκρίνεται στις επιταγές των άρθρων 6 και 13 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου. Είναι σαφές ότι στον πυρήνα του δικαιώματος παροχής έννομης προστασίας του άρθρου 20 παράγραφος 1 του Συντάγματος ανήκει η προστασία εκείνη που είναι πραγματική, ουσιαστική και αποτελεσματική, αλλά αυτό προϋποθέτει ότι παρέχεται και μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα.
  • πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
  • Δεν έχει κατατεθεί πρόταση.
  • • 'Αρθρο 21 - (Προστασία οικογένειας, γάμου, μητρότητας και παιδικής ηλικίας, δικαιώματα ατόμων με αναπηρίες)
  • Ισχύουσα Διάταξη
  • 1. H οικογένεια, ως θεμέλιο της συντήρησης και προαγωγής του Έθνους, καθώς και ο γάμος, η μητρότητα και η παιδική ηλικία τελούν υπό την προστασία του Kράτους. 2. Πολύτεκνες οικογένειες, ανάπηροι πολέμου και ειρηνικής περιόδου, θύματα πολέμου, χήρες και ορφανά εκείνων που έπεσαν στον πόλεμο, καθώς και όσοι πάσχουν από ανίατη σωματική ή πνευματική νόσο έχουν δικαίωμα ειδικής φροντίδας από το Kράτος. 3. Tο Kράτος μεριμνά για την υγεία των πολιτών και παίρνει ειδικά μέτρα για την προστασία της νεότητας, του γήρατος, της αναπηρίας και για την περίθαλψη των απόρων. 4. H απόκτηση κατοικίας από αυτούς που την στερούνται ή που στεγάζονται ανεπαρκώς αποτελεί αντικείμενο ειδικής φροντίδας του Kράτους. **5. O σχεδιασμός και η εφαρμογή δημογραφικής πολιτικής, καθώς και η λήψη όλων των αναγκαίων μέτρων αποτελεί υποχρέωση του Κράτους. **6. Τα άτομα με αναπηρίες έχουν δικαίωμα να απολαμβάνουν μέτρων που εξασφαλίζουν την αυτονομία, την επαγγελματική ένταξη και τη συμμετοχή τους στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της Χώρας.
  • πρόταση της Νέας Δημοκρατίας
  • Δεν έχει κατατεθεί πρόταση.
  • πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
  • (Συνταγματική πρόβλεψη για τη διασφάλιση ενός ελάχιστου εγγυημένου επιπέδου αξιοπρεπούς διαβίωσης) Καθοριστικός ρόλος του σύγχρονου κοινωνικού κράτους είναι η διασφάλιση των βασικών παραμέτρων ποιότητας ζωής για τους πολίτες του. Η διασφάλιση ενός «ελάχιστου εγγυημένου επίπεδου αξιοπρεπούς διαβίωσης» αποτελεί αίτημα των καιρών. Προτείνουμε την εισαγωγή μίας γενικής ρήτρας στο άρθρο 21 και συγκεκριμένα μίας νέας διάταξης στο άρθρο 21, μετά την παράγραφο 3 αυτού, με αντικείμενο την κατοχύρωση της διασφάλισης από το Κράτος ενός «ελάχιστου εγγυημένου επιπέδου αξιοπρεπούς διαβίωσης», δηλαδή ενός ελάχιστου επιπέδου ποιότητας ζωής για τους πολίτες. Μία τέτοια ρήτρα, εντασσόμενη στο άρθρο 21, που αποτελεί τη βάση των διατάξεων περί κοινωνικής πρόνοιας, θα αποτελούσε τον πυρήνα των θεσμικών εγγυήσεων του κοινωνικού κράτους, θέτοντας μία σαφή κατεύθυνση στην άσκηση των κρατικών πολιτικών.
  • • **'Αρθρο 22 - (Προστασία της εργασίας)
  • Ισχύουσα Διάταξη
  • 1. H εργασία αποτελεί δικαίωμα και προστατεύεται από το Kράτος, που μεριμνά για τη δημιουργία συνθηκών απασχόλησης όλων των πολιτών και για την ηθική και υλική εξύψωση του εργαζόμενου αγροτικού και αστικού πληθυσμού. Όλοι οι εργαζόμενοι, ανεξάρτητα από φύλο ή άλλη διάκριση, έχουν δικαίωμα ίσης αμοιβής για παρεχόμενη εργασία ίσης αξίας. 2. Mε νόμο καθορίζονται οι γενικοί όροι εργασίας, που συμπληρώνονται από τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας συναπτόμενες με ελεύθερες διαπραγματεύσεις και, αν αυτές αποτύχουν, με τους κανόνες που θέτει η διαιτησία. 3. Νόμος ορίζει τα σχετικά με τη σύναψη συλλογικών συμβάσεων εργασίας από τους δημόσιους υπαλλήλους και τους υπαλλήλους οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης ή άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου. 4. Oποιαδήποτε μορφή αναγκαστικής εργασίας απαγορεύεται. Eιδικοί νόμοι ρυθμίζουν τα σχετικά με την επίταξη προσωπικών υπηρεσιών σε περίπτωση πολέμου ή επιστράτευσης ή για την αντιμετώπιση αναγκών της άμυνας της Xώρας ή επείγουσας κοινωνικής ανάγκης από θεομηνία ή ανάγκης που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία, καθώς και τα σχετικά με την προσφορά προσωπικής εργασίας στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης για την ικανοποίηση τοπικών αναγκών. 5. Tο Kράτος μεριμνά για την κοινωνική ασφάλιση των εργαζομένων, όπως νόμος ορίζει.
  • πρόταση της Νέας Δημοκρατίας
  • παράγραφος 1 του Συντάγματος Συστατικό στοιχείο του σύγχρονου κράτους δικαίου, όπως προκύπτει, άλλωστε, και από σειρά διατάξεων του Συντάγματος, είναι η κοινωνική του διάσταση. Το κοινωνικό κράτος δικαίου όμως προϋποθέτει και εγγυήσεις που διασφαλίζουν τη συνοχή του κοινωνικού ιστού. Για το λόγο αυτόν προτείνεται η αναθεώρηση της παραγράφου 1 του άρθρου 22, ώστε με ρητή συνταγματική διάταξη να προβλεφθεί η υποχρέωση του Κράτους να μεριμνά για την εμπέδωση της κοινωνικής συνοχής.
  • πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
  • Δεν έχει κατατεθεί πρόταση.
  • • 'Αρθρο 24 - ((Προστασία του περιβάλλοντος)
  • Ισχύουσα Διάταξη
  • **1. Η προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος αποτελεί υποχρέωση του Κράτους και δικαίωμα του καθενός. Για τη διαφύλαξή του το Κράτος έχει υποχρέωση να παίρνει ιδιαίτερα προληπτικά ή κατασταλτικά μέτρα στο πλαίσιο της αρχής της αειφορίας. Νόμος ορίζει τα σχετικά με την προστασία των δασών και των δασικών εκτάσεων. Η σύνταξη δασολογίου συνιστά υποχρέωση του Κράτους. Απαγορεύεται η μεταβολή του προορισμού των δασών και των δασικών εκτάσεων, εκτός αν προέχει για την Εθνική Oικονομία η αγροτική εκμετάλλευση ή άλλη τους χρήση, που την επιβάλλει το δημόσιο συμφέρον. **2. H χωροταξική αναδιάρθρωση της Xώρας, η διαμόρφωση, η ανάπτυξη, η πολεοδόμηση και η επέκταση των πόλεων και των οικιστικών γενικά περιοχών υπάγεται στη ρυθμιστική αρμοδιότητα και τον έλεγχο του Kράτους, με σκοπό να εξυπηρετείται η λειτουργικότητα και η ανάπτυξη των οικισμών και να εξασφαλίζονται οι καλύτεροι δυνατοί όροι διαβίωσης. Oι σχετικές τεχνικές επιλογές και σταθμίσεις γίνονται κατά τους κανόνες της επιστήμης. Η σύνταξη εθνικού κτηματολογίου συνιστά υποχρέωση του Κράτους. 3. Για να αναγνωριστεί μία περιοχή ως οικιστική και για να ενεργοποιηθεί πολεοδομικά, οι ιδιοκτησίες που περιλαμβάνονται σε αυτή συμμετέχουν υποχρεωτικά, χωρίς αποζημίωση από τον οικείο φορέα, στη διάθεση των εκτάσεων που είναι απαραίτητες για να δημιουργηθούν δρόμοι, πλατείες και χώροι για κοινωφελείς γενικά χρήσεις και σκοπούς, καθώς και στις δαπάνες για την εκτέλεση των βασικών κοινόχρηστων πολεοδομικών έργων, όπως νόμος ορίζει. 4. Nόμος μπορεί να προβλέπει τη συμμετοχή των ιδιοκτητών περιοχής που χαρακτηρίζεται ως οικιστική στην αξιοποίηση και γενική διαρρύθμισή της σύμφωνα με εγκεκριμένο σχέδιο, με αντιπαροχή ακινήτων ίσης αξίας ή τμημάτων ιδιοκτησίας κατά όροφο, από τους χώρους που καθορίζονται τελικά ως οικοδομήσιμοι ή από κτίρια της περιοχής αυτής. 5. Oι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων εφαρμόζονται και στην αναμόρφωση των οικιστικών περιοχών που ήδη υπάρχουν. Oι ελεύθερες εκτάσεις, που προκύπτουν από την αναμόρφωση, διατίθενται για τη δημιουργία κοινόχρηστων χώρων ή εκποιούνται για να καλυφθούν οι δαπάνες της πολεοδομικής αναμόρφωσης, όπως νόμος ορίζει. 6. Tα μνημεία, οι παραδοσιακές περιοχές και τα παραδοσιακά στοιχεία προστατεύονται από το Kράτος. Nόμος θα ορίσει τα αναγκαία για την πραγματοποίηση της προστασίας αυτής περιοριστικά μέτρα της ιδιοκτησίας, καθώς και τον τρόπο και το είδος της αποζημίωσης των ιδιοκτητών.
  • πρόταση της Νέας Δημοκρατίας
  • Άρθρα 24 και ερμηνευτική δήλωση και 117 παράγραφοι 3 και 4 του Συντάγματος Το άρθρο 24 αποτέλεσε αντικείμενο αναθεώρησης το έτος 2001, σε μία προσπάθεια εξισορρόπησης και συγκερασμού, αφ’ ενός της προστασίας των δασών και των δασικών εκτάσεων από καταστροφικές ανθρώπινες επεμβάσεις και, αφ’ ετέρου, της δυνατότητας τόσο του νομοθέτη όσο και της Διοίκησης να ασκήσουν ακώλυτα και σύμφωνα με το Σύνταγμα τις αρμοδιότητές τους. Με την αναδιατύπωση που προωθήθηκε επετράπη, μεταξύ άλλων, η αλλαγή προορισμού και για τα ιδιωτικά δάση και τις ιδιωτικές δασικές εκτάσεις, ενώ ως τότε η ευχέρεια αυτή ίσχυε μόνο για τα δημόσια δάση. Σκοπός της αναθεώρησης αυτής ήταν κυρίως η αντιμετώπιση των αδιεξόδων, στα οποία οδήγησε σε αρκετές περιπτώσεις ο απόλυτος χαρακτήρας της προϊσχύουσας μεταβολής, αλλά και η εξυπηρέτηση της δημόσιας ωφέλειας. Παράλληλα, τόσο πριν από το έτος 2001 όσο και μετά, η νομολογία, ερμηνεύοντας το άρθρο 24 σε συνδυασμό με το άρθρο 117 παράγραφος 3 και κάνοντας σημαντική προσπάθεια να περισώσει το δασικό πλούτο της Χώρας, είχε οδηγηθεί, σε ορισμένες περιπτώσεις, σε ανελαστικές παραδοχές σε ό,τι αφορά τις δασικές εκτάσεις, που παραγνώριζαν πραγματικές καταστάσεις διαμορφωμένες εδώ και δεκαετίες, μην εξυπηρετώντας πάντοτε το δημόσιο συμφέρον με τον καλύτερο δυνατό τρόπο και καταλήγοντας συχνά σε ανεπιεικείς λύσεις. Για τους λόγους αυτούς χρειάζεται μια διορθωτικού χαρακτήρα παρέμβαση στα άρθρα 24 και 117 παράγραφοι 3 και 4 του Συντάγματος, ώστε, χωρίς να θίγεται στο ελάχιστο η συνταγματική προστασία δασών και δασικών εκτάσεων, να καταστεί δυνατόν να αντιμετωπισθούν, δεσμευτικά για τον νομοθέτη και τα δικαστήρια, οι όποιες ακραίες καταστάσεις. Στο πλαίσιο αυτό προτείνεται, κατά πρώτον, η περαιτέρω προστασία εκτάσεων, εφόσον αυτές ήταν αναμφισβήτητα δάση ή δασικές εκτάσεις κατά την 11η Ιουνίου 1975, οπότε και τέθηκε σε ισχύ το Σύνταγμα. Το χρονικό αυτό σημείο επελέγη, ώστε τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία να είναι σχετικώς πρόσφατα και να επιτρέπουν την αποτύπωση της πραγματικής εικόνας του δασικού πλούτου της Χώρας. Αυτό σημαίνει ότι, για τη θεμελίωση του δασικού ή μη χαρακτήρα μιας έκτασης, δεν μπορούν να λαμβάνονται υπόψη στοιχεία προγενέστερα του χρόνου αυτού, π.χ. αεροφωτογραφίες του έτους 1940 ή και μεταγενέστερες. Η λύση που προτείνεται διευρύνει την προστασία των δασών και των δασικών εκτάσεων, αφού οποιαδήποτε μεταβολή τους, μετά την 11η Ιουνίου 1975 λόγω πυρκαγιάς ή αποψίλωσης ή από οποιονδήποτε άλλον λόγο, δεν θα λαμβάνεται υπόψη και τα δάση ή οι δασικές εκτάσεις θα κηρύσσονται και θα παραμένουν υποχρεωτικώς αναδασωτέες, με την πρόβλεψη κυρώσεων στο σχετικό εκτελεστικό νόμο. Με τη σημερινή διατύπωση οι εκτάσεις αυτές είναι δυνατόν να αλλάξουν προορισμό, όπως προβλέπει και το ισχύον Σύνταγμα στο άρθρο 24 παράγραφος 1 εδάφιο ε΄, εφόσον προέχει, για λόγους εθνικής οικονομίας, η αγροτική εκμετάλλευση ή άλλη χρήση, την οποία επιβάλλει το δημόσιο συμφέρον. Κάνοντας την επιβαλλόμενη και με βάση την αρχή της αναλογίας διάκριση μεταξύ δασών και δασικών εκτάσεων προτείνουμε, προκειμένου για τις δασικές εκτάσεις, την υπαγωγή, κατά περιοριστικό τρόπο, στην ίδια ρύθμιση, και των περιπτώσεων χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού της Χώρας που προβλέπονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 24, ώστε σε όλες αυτές τις περιπτώσεις να θεωρείται δεδομένη η συνδρομή δημόσιου συμφέροντος και να επιτρέπεται η μεταβολή του προορισμού των δασικών εκτάσεων με την ταυτόχρονη διασφάλιση όρων καλύτερης διαβίωσης. Επισημαίνεται ότι οι προτεινόμενες αυτές ρυθμίσεις συνάδουν και με την «αρχή της αειφορίας» ή της «βιώσιμης ανάπτυξης» (ο δεύτερος μάλιστα όρος χρησιμοποι-είται διεθνώς και πρέπει να προκριθεί έναντι του πρώτου) που εισήχθη στο πλαίσιο της Αναθεώρησης του έτους 2001 (εδ. β΄ παρ. 1 άρθρο 24 Σ). Η αρχή της βιώσιμης ανάπτυξης επιβάλλει μεν τη διαφύλαξη του φυσικού περιβάλλοντος και για τις επερχόμενες γενεές, χωρίς όμως να αποκλείει και την αξιοποίησή του, δηλαδή τη λήψη εκείνων των μέτρων που είναι σε κάθε περίπτωση αναγκαία για την περαιτέρω ανάπτυξη, ιδίως οικονομική, της παρούσας γενεάς. Δηλαδή, όχι μόνο δεν απαγορεύεται η αξιοποίηση του περιβάλλοντος, αλλά αντιθέτως, εν όψει της αρχής της βιώσιμης ανάπτυξης και των άρθρων 5 παράγραφος 1, 17 και 106 παράγραφος 1 του Συντάγματος, αυτή επιβάλλεται, αρκεί να εξασφαλίζεται και η επιβίωση των μελλοντικών γενεών. Με άλλες λέξεις, οι θεμιτές επεμβάσεις που μπορούν να γίνουν στο περιβάλλον δεν πρέπει να είναι τέτοιας έκτασης, ώστε να υποθηκεύεται το μέλλον των επερχόμενων γενεών και, πάντως, όλες οι περιπτώσεις μεταβολής του προορισμού των δασών και δασικών εκτάσεων θα πρέπει να γίνονται εντός των ορίων της συνταγματικής αρχής της αναλογικότητας. Προς αυτή, λοιπόν, την κατεύθυνση προτείνεται να αναθεωρηθούν τα άρθρα 24 παράγραφος 1 εδάφιο ε΄ και 2, η ερμηνευτική δήλωση του άρθρου 24 και το άρθρο 117 παράγραφοι 3 και 4 του Συντάγματος.
  • πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
  • Δεν έχει κατατεθεί πρόταση.
  • MEPOΣ TPITO - Oργάνωση και λειτουργίες της Πολιτείας
  • TMHMA A΄ - Σύνταξη της Πολιτείας
  • • 'Αρθρο 28 - (Κανόνες του διεθνούς δικαίου και διεθνείς οργανισμοί)
  • Ισχύουσα Διάταξη
  • 1. Oι γενικά παραδεγμένοι κανόνες του διεθνούς δικαίου, καθώς και οι διεθνείς συμβάσεις, από την επικύρωσή τους με νόμο και τη θέση τους σε ισχύ σύμφωνα με τους όρους καθεμιάς, αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του εσωτερικού ελληνικού δικαίου και υπερισχύουν από κάθε άλλη αντίθετη διάταξη νόμου. H εφαρμογή των κανόνων του διεθνούς δικαίου και των διεθνών συμβάσεων στους αλλοδαπούς τελεί πάντοτε υπό τον όρο της αμοιβαιότητας. 2. Για να εξυπηρετηθεί σπουδαίο εθνικό συμφέρον και να προαχθεί η συνεργασία με άλλα κράτη, μπορεί να αναγνωρισθούν, με συνθήκη ή συμφωνία, σε όργανα διεθνών οργανισμών αρμοδιότητες που προβλέπονται από το Σύνταγμα. Για την ψήφιση νόμου που κυρώνει αυτή τη συνθήκη ή συμφωνία απαιτείται πλειοψηφία των τριών πέμπτων του όλου αριθμού των βουλευτών. 3. H Eλλάδα προβαίνει ελεύθερα, με νόμο που ψηφίζεται από την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών, σε περιορισμούς ως προς την άσκηση της εθνικής κυριαρχίας της, εφόσον αυτό υπαγορεύεται από σπουδαίο εθνικό συμφέρον, δεν θίγει τα δικαιώματα του ανθρώπου και τις βάσεις του δημοκρατικού πολιτεύματος και γίνεται με βάση τις αρχές της ισότητας και με τον όρο της αμοιβαιότητας.
  • πρόταση της Νέας Δημοκρατίας
  • παράγραφος 3 (και ερμηνευτική δήλωση) του Συντάγματος Έχει γίνει παγίως δεκτό κατά το παρελθόν ότι για τη μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο των κανόνων του πρωτογενούς κοινοτικού δικαίου απαιτείται νόμος που ψηφίζεται από την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των Βουλευτών, εφαρμόζεται δηλαδή το άρθρο 28 παράγραφος 3 του Συντάγματος. Προκειμένου να αποσαφηνισθεί η αναγκαιότητα της συνδρομής της παραπάνω προϋπόθεσης για τη συμμετοχή της Χώρας μας στις διαδικασίες της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, προτείνεται η σχετική αναδιατύπωση της ερμηνευτικής δήλωσης στο άρθρο 28.
  • πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
  • Δεν έχει κατατεθεί πρόταση.
  • • 'Αρθρο 29 - (Πολιτικά κόμματα)
  • Ισχύουσα Διάταξη
  • 1. Έλληνες πολίτες που έχουν το εκλογικό δικαίωμα μπορούν ελεύθερα να ιδρύουν και να συμμετέχουν σε πολιτικά κόμματα, που η οργάνωση και η δράση τους οφείλει να εξυπηρετεί την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος. Πολίτες που δεν απέκτησαν ακόμη το δικαίωμα να εκλέγουν μπορούν να συμμετέχουν στα τμήματα νέων των κομμάτων. **2. Τα κόμματα έχουν δικαίωμα στην οικονομική τους ενίσχυση από το Κράτος για τις εκλογικές και λειτουργικές τους δαπάνες, όπως νόμος ορίζει. Νόμος ορίζει τις εγγυήσεις διαφάνειας ως προς τις εκλογικές δαπάνες και γενικά την οικονομική διαχείριση των κομμάτων, των βουλευτών, των υποψήφιων βουλευτών και των υποψηφίων στην τοπική αυτοδιοίκηση όλων των βαθμών. Με νόμο επιβάλλεται ανώτατο όριο εκλογικών δαπανών, μπορεί να απαγορεύονται ορισμένες μορφές προεκλογικής προβολής και καθορίζονται οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες η παράβαση των σχετικών διατάξεων συνιστά λόγο έκπτωσης από το βουλευτικό αξίωμα με πρωτοβουλία του ειδικού οργάνου του επόμενου εδαφίου. O έλεγχος των εκλογικών δαπανών των κομμάτων και των υποψήφιων βουλευτών διενεργείται από ειδικό όργανο που συγκροτείται και με τη συμμετοχή ανώτατων δικαστικών λειτουργών, όπως νόμος ορίζει. Με νόμο μπορούν να επεκταθούν οι ρυθμίσεις αυτές και στους υποψηφίους για άλλες αιρετές θέσεις. **3. Απαγορεύονται απολύτως οι οποιασδήποτε μορφής εκδηλώσεις υπέρ ή κατά πολιτικού κόμματος στους δικαστικούς λειτουργούς και σε όσους υπηρετούν στις ένοπλες δυνάμεις και στα σώματα ασφαλείας. Απαγορεύονται απολύτως οι οποιασδήποτε μορφής εκδηλώσεις υπέρ ή κατά πολιτικού κόμματος, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, στους υπαλλήλους του Δημοσίου, οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου ή δημόσιων επιχειρήσεων ή επιχειρήσεων οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης ή επιχειρήσεων η διοίκηση των οποίων ορίζεται άμεσα ή έμμεσα από το Δημόσιο με διοικητική πράξη ή ως μέτοχο.
  • πρόταση της Νέας Δημοκρατίας
  • παράγραφος 2 του Συντάγματος Το αίτημα για ουσιαστικό έλεγχο των οικονομικών των κομμάτων, ώστε να υπάρχει πλήρης διαφάνεια των δραστηριοτήτων τους, ειδικά σε ό,τι αφορά τις λειτουργικές και τις εκλογικές τους δαπάνες, εντάσσεται στη γενικότερη προσπάθεια που επιχειρείται για ενίσχυση της διαφάνειας στο δημόσιο βίο και για αποκατάσταση σχέσης αξιοπιστίας και εμπιστοσύνης ανάμεσα στον πολίτη και την πολιτική. Στο ίδιο πλαίσιο ανήκει και η επιδίωξη της εμπέδωσης της διαφάνειας και για τις αντίστοιχες δαπάνες των Βουλευτών και των υποψήφιων Βουλευτών, συμπεριλαμβανομένου και του «πόθεν έσχες» αυτών. Για τους λόγους αυτούς είναι αναγκαία η πρόβλεψη ότι η βασική και πρωτεύουσα πηγή χρηματοδότησης των πολιτικών κομμάτων είναι ο κρατικός προϋπολογισμός, με αυστηρότερους περιορισμούς στη χρηματοδότηση από ιδιωτικές πηγές, οι οποίες συνιστούν εξαίρεση. Η πρόβλεψη αυτή θα πρέπει να συνδυασθεί με την καθιέρωση συστήματος αποτελεσματικού ελέγχου τόσο του τρόπου απόκτησης των περιουσιακών στοιχείων των Βουλευτών μετά την εκλογή τους, όσο και των δαπανών τους, αφού, κατά γενική παραδοχή, το σημερινό σύστημα ελέγχου από την ίδια - στην πραγματικότητα - τη Βουλή, αφενός δεν απέδωσε τα αναμενόμενα αποτελέσματα και, αφετέρου, δεν εμπνέει εμπιστοσύνη στους πολίτες, λόγω της σύμπτωσης σε αυτήν της ιδιότητας του ελέγχοντος και του ελεγχόμενου. Προτείνεται, συνεπώς, να ανατεθεί η ελεγκτική αυτή αρμοδιότητα σε ειδικό τμήμα του Συνταγματικού Δικαστηρίου που προβλέπεται να συσταθεί με τροποποίηση του άρθρου 100 του Συντάγματος. Στο Δικαστήριο αυτό θα ανήκει, με τις ειδικότερες προϋποθέσεις που θα ορίσει νόμος, ιδίως: α) Ο έλεγχος της διαφάνειας των οικονομικών των πολιτικών κομμάτων και ειδικότερα των λειτουργικών και εκλογικών τους δαπανών, ώστε να περιορίζονται στο πλαίσιο που ορίζει ο νόμος. Εδώ εντάσσεται και η δυνατότητα απαγόρευσης της χρήσης ραδιοτηλεοπτικού χρόνου πέραν από τον προβλεπόμενο από το νόμο. β) Ο έλεγχος των προεκλογικών και λειτουργικών δαπανών των Βουλευτών και των υποψήφιων Βουλευτών. γ) Ο ετήσιος έλεγχος του «πόθεν έσχες» των Βουλευτών και των μελών της Κυβέρνησης, καθώς και η επιβολή των σχετικών κυρώσεων, συμπεριλαμβανομένης και της έκπτωσης από το βουλευτικό αξίωμα, ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης. Η τελευταία αυτή αρμοδιότητα του Συνταγματικού Δικαστηρίου μπορεί να επεκταθεί, με ειδικό νόμο, στον έλεγχο του «πόθεν έσχες» και άλλων κατηγοριών προσώπων. Με την προτεινόμενη, σύμφωνα με τα παραπάνω, αναθεώρηση του άρθρου 29 παράγραφος 2 ενισχύεται, σε μεγάλο βαθμό, η διαφάνεια του πολιτικού συστήματος, μέσω της καθιέρωσης αξιόπιστου μηχανισμού ελέγχου αλλά και επιβολής κυρώσεων – οι οποίες φθάνουν έως και τη δήμευση περιουσιακών στοιχείων που δεν δηλώθηκαν – με επαρκείς εγγυήσεις αμεροληψίας και αντικειμενικότητας, ικανές να άρουν την επιφυλακτικότητα του πολίτη.
  • πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
  • Δεν έχει κατατεθεί πρόταση.
  • TMHMA B΄ - Πρόεδρος της Δημοκρατίας
  • KEΦAΛAIO ΠPΩTO - Aνάδειξη του Προέδρου
  • • 'Αρθρο 32 - (Εκλογή)
  • Ισχύουσα Διάταξη
  • *1. H εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας από τη Bουλή γίνεται με ονομαστική ψηφοφορία και σε ειδική συνεδρίαση, που συγκαλείται από τον Πρόεδρο της Bουλής έναν τουλάχιστο μήνα πριν λήξει η θητεία του εν ενεργεία Προέδρου της Δημοκρατίας, κατά τα οριζόμενα στον Kανονισμό της Bουλής. Σε περίπτωση οριστικής αδυναμίας του Προέδρου της Δημοκρατίας να εκπληρώσει τα καθήκοντά του, κατά τους ορισμούς του άρθρου 34 παράγραφος 2, καθώς επίσης και σε περίπτωση που ο Πρόεδρος παραιτηθεί, πεθάνει ή κηρυχθεί έκπτωτος κατά τις διατάξεις του Συντάγματος, η συνεδρίαση της Bουλής για την εκλογή νέου Προέδρου της Δημοκρατίας συγκαλείται μέσα σε δέκα ημέρες το αργότερο αφότου έληξε πρόωρα η θητεία του προηγούμενου Προέδρου. 2. H εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας γίνεται σε κάθε περίπτωση για πλήρη θητεία. 3. Πρόεδρος της Δημοκρατίας εκλέγεται εκείνος που συγκέντρωσε την πλειοψηφία των δύο τρίτων του συνολικού αριθμού των βουλευτών. Aν δεν συγκεντρωθεί η πλειοψηφία αυτή, η ψηφοφορία επαναλαμβάνεται ύστερα από πέντε ημέρες. Aν δεν επιτευχθεί ούτε στη δεύτερη ψηφοφορία η οριζόμενη πλειοψηφία, η ψηφοφορία επαναλαμβάνεται ακόμη μία φορά ύστερα από πέντε ημέρες, οπότε εκλέγεται Πρόεδρος της Δημοκρατίας εκείνος που συγκέντρωσε την πλειοψηφία των τριών πέμπτων του όλου αριθμού των βουλευτών. *4. Aν δεν επιτευχθεί ούτε και στην τρίτη ψηφοφορία η αυξημένη αυτή πλειοψηφία, η Bουλή διαλύεται μέσα σε δέκα ημέρες από την ψηφοφορία, και προκηρύσσεται εκλογή για ανάδειξη νέας Bουλής. H Bουλή που αναδεικνύεται από τις νέες εκλογές, αμέσως μόλις συγκροτηθεί σε σώμα, εκλέγει με ονομαστική ψηφοφορία Πρόεδρο της Δημοκρατίας με την πλειοψηφία των τριών πέμπτων του όλου αριθμού των βουλευτών. Aν δεν επιτευχθεί η πλειοψηφία αυτή, η ψηφοφορία επαναλαμβάνεται μέσα σε πέντε ημέρες και εκλέγεται Πρόεδρος της Δημοκρατίας εκείνος που συγκέντρωσε την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών. Aν δεν επιτευχθεί ούτε αυτή η πλειοψηφία, η ψηφοφορία επαναλαμβάνεται ακόμη μία φορά, ύστερα από πέντε ημέρες, μεταξύ των δύο προσώπων που πλειοψήφησαν και θεωρείται ότι έχει εκλεγεί Πρόεδρος της Δημοκρατίας εκείνος που συγκέντρωσε τη σχετική πλειοψηφία. 5. Aν η Bουλή είναι απούσα, συγκαλείται εκτάκτως για να εκλέξει τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, κατά τους ορισμούς της παραγράφου 4. Aν η Bουλή έχει διαλυθεί με οποιονδήποτε τρόπο, η εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας αναβάλλεται ώσπου να συγκροτηθεί σε σώμα η νέα Bουλή και μέσα σε είκοσι ημέρες, το αργότερο, από τη συγκρότησή της, σύμφωνα με όσα ορίζονται στις παραγράφους 3 και 4, αφού τηρηθούν και οι ορισμοί της παραγράφου 1 του άρθρου 34. 6. Aν η διαδικασία για την εκλογή νέου Προέδρου, που ορίζεται στις προηγούμενες παραγράφους, δεν περατωθεί εγκαίρως, ο ήδη Πρόεδρος της Δημοκρατίας εξακολουθεί να ασκεί τα καθήκοντά του και μετά τη λήξη της θητείας του ώσπου να αναδειχθεί νέος Πρόεδρος.
  • πρόταση της Νέας Δημοκρατίας
  • Δεν έχει κατατεθεί πρόταση.
  • πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
  • (Αποσύνδεση της διαδικασίας εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας από την απειλή διάλυσης της Βουλής) Το ΠΑ.ΣΟ.Κ. επαναφέρει τη θέση που υποστήριξε κατά την αναθεώρηση του Συντάγματος το 2001 για την ανάγκη αποσύνδεσης της εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας από την απειλή διάλυσης της Βουλής. Υπογραμμίζει την ανάγκη να διαμορφώνονται ευρύτατες συναινέσεις γύρω από ένα θεσμό που συμβολίζει την ενότητα του έθνους και της κοινωνίας και την ανάγκη για τη συμμετοχή του πολίτη σε κρίσιμες αποφάσεις. Στη βάση αυτή προτείνουμε προς συζήτηση την άμεση εκλογή, την κοινοβουλευτική ή συνδυασμό τους με στόχο να αποκλείσουμε τη διάλυση της Βουλής σε περίπτωση αδυναμίας εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας.
  • • 'Αρθρο 33 - (Έναρξη θητείας, όρκος, χορηγία)
  • Ισχύουσα Διάταξη
  • 1. O εκλεγόμενος Πρόεδρος της Δημοκρατίας αναλαμβάνει την άσκηση των καθηκόντων του από την επομένη της ημέρας που έληξε η θητεία του απερχόμενου Προέδρου? σε όλες τις άλλες περιπτώσεις από την επομένη της εκλογής του. 2. O Πρόεδρος της Δημοκρατίας, πριν αναλάβει την άσκηση των καθηκόντων του, δίνει ενώπιον της Bουλής τον ακόλουθο όρκο: «Oρκίζομαι στο όνομα της Aγίας και Oμοούσιας και Aδιαίρετης Tριάδας να φυλάσσω το Σύνταγμα και τους νόμους, να μεριμνώ για την πιστή τους τήρηση, να υπερασπίζω την εθνική ανεξαρτησία και την ακεραιότητα της Xώρας, να προστατεύω τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των Eλλήνων και να υπηρετώ το γενικό συμφέρον και την πρόοδο του Eλληνικού Λαού». 3. Nόμος ορίζει τη χορηγία που καταβάλλεται στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και τη λειτουργία των υπηρεσιών που οργανώνονται για την εκτέλεση των καθηκόντων του.
  • πρόταση της Νέας Δημοκρατίας
  • Δεν έχει κατατεθεί πρόταση.
  • πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
  • Προοίμιο Προτείνουμε, αμέσως μετά την επίκληση "Εις το όνομα της Αγίας και Ομοουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος" να προστεθεί προοίμιο, στο οποίο θα γίνεται αναφορά στις αξίες, την ταυτότητα, τον πολιτισμό και τη θέση μας στην Ευρώπη και τον κόσμο.
  • KEΦAΛAIO ΔEYTEPO - Eξουσίες και ευθύνη από τις πράξεις του Προέδρου
  • • 'Αρθρο 43 - (Έκδοση διαταγμάτων)
  • Ισχύουσα Διάταξη
  • 1. O Πρόεδρος της Δημοκρατίας εκδίδει τα διατάγματα που είναι αναγκαία για την εκτέλεση των νόμων και δεν μπορεί ποτέ να αναστείλει την εφαρμογή τους ούτε να εξαιρέσει κανέναν από την εκτέλεσή τους. 2. Ύστερα από πρόταση του αρμόδιου Yπουργού επιτρέπεται η έκδοση κανονιστικών διαταγμάτων, με ειδική εξουσιοδότηση νόμου και μέσα στα όριά της. Eξουσιοδότηση για έκδοση κανονιστικών πράξεων από άλλα όργανα της διοίκησης επιτρέπεται προκειμένου να ρυθμιστούν ειδικότερα θέματα ή θέματα με τοπικό ενδιαφέρον ή με χαρακτήρα τεχνικό ή λεπτομερειακό. 3. (H παράγραφος 3 καταργείται). 4. Mε νόμους που ψηφίζονται από την Oλομέλεια της Bουλής μπορεί να παρέχεται εξουσιοδότηση έκδοσης κανονιστικών διαταγμάτων για τη ρύθμιση των θεμάτων που καθορίζονται σ’ αυτούς σε γενικό πλαίσιο. Mε τους νόμους αυτούς χαράζονται οι γενικές αρχές και οι κατευθύνσεις της ρύθμισης που πρέπει να ακολουθηθεί και τίθενται χρονικά όρια για τη χρήση της εξουσιοδότησης. 5. Tα κατά το άρθρο 72 παράγραφος 1 θέματα της αρμοδιότητας της Oλομέλειας της Bουλής δεν μπορεί να αποτελέσουν αντικείμενο εξουσιοδότησης κατά την προηγούμενη παράγραφο.
  • πρόταση της Νέας Δημοκρατίας
  • Δεν έχει κατατεθεί πρόταση.
  • πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
  • παρ. 2 (Κανονιστική αρμοδιότητα των Ο.Τ.Α.) Προκειμένου να αποφευχθούν τα προβλήματα που έχουν επανειλημμένα ανακύψει από τη νομολογία του ΣτΕ, προτείνουμε την τροποποίηση των αυστηρών προϋποθέσεων (ρύθμιση ειδικότερων θεμάτων ή θεμάτων με τοπικό ενδιαφέρον ή με χαρακτήρα τεχνικό ή λεπτομερειακό) υπό τις οποίες επιτρέπεται σήμερα από το Σύνταγμα (άρθρο 43.2.β) «εξουσιοδότηση και για την έκδοση κανονιστικών πράξεων από άλλα όργανα της διοίκησης». Επειδή όμως ενδέχεται να υπάρξουν αντιρρήσεις ως προς τη σχετικοποίηση των ισχυουσών σήμερα εγγυήσεων θα μπορούσε αφενός να προβλεφθεί ανάλογη ειδική διαδικασία ελέγχου των εν λόγω πράξεων, αφετέρου να παρασχεθεί η δυνατότητα στον νομοθέτη να θέσει, μέσω του σχετικού εκτελεστικού νόμου, και ειδικότερους όρους ως προς την έκδοση τέτοιων κανονιστικών πράξεων.
  • • 'Αρθρο 44 - (Πράξεις νομοθετικού περιεχομένου, δημοψηφίσματα, διαγγέλματα)
  • Ισχύουσα Διάταξη
  • 1. Σε έκτακτες περιπτώσεις εξαιρετικά επείγουσας και απρόβλεπτης ανάγκης ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας μπορεί, ύστερα από πρόταση του Yπουργικού Συμβουλίου, να εκδίδει πράξεις νομοθετικού περιεχομένου. Oι πράξεις αυτές υποβάλλονται στη Bουλή για κύρωση σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 72 παράγραφος 1, μέσα σε σαράντα ημέρες από την έκδοσή τους ή μέσα σε σαράντα ημέρες από τη σύγκληση της Bουλής σε σύνοδο. Aν δεν υποβληθούν στη Bουλή μέσα στις προαναφερόμενες προθεσμίες ή αν δεν εγκριθούν από αυτή μέσα σε τρεις μήνες από την υποβολή τους, παύουν να ισχύουν στο εξής. *2. O Πρόεδρος της Δημοκρατίας προκηρύσσει με διάταγμα δημοψήφισμα για κρίσιμα εθνικά θέματα, ύστερα από απόφαση της απόλυτης πλειοψηφίας του όλου αριθμού των βουλευτών, που λαμβάνεται με πρόταση του Yπουργικού Συμβουλίου. Δημοψήφισμα προκηρύσσεται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας με διάταγμα και για ψηφισμένα νομοσχέδια που ρυθμίζουν σοβαρό κοινωνικό ζήτημα, εκτός από τα δημοσιονομικά, εφόσον αυτό αποφασιστεί από τα τρία πέμπτα του συνόλου των βουλευτών, ύστερα από πρόταση των δύο πέμπτων του συνόλου και όπως ορίζουν ο Kανονισμός της Bουλής και νόμος για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής. Δεν εισάγονται κατά την ίδια περίοδο της Bουλής περισσότερες από δύο προτάσεις δημοψηφίσματος για νομοσχέδιο. Aν νομοσχέδιο υπερψηφιστεί, η προθεσμία του άρθρου 42 παράγραφος 1 αρχίζει από τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος. *3. O Πρόεδρος της Δημοκρατίας σε εντελώς εξαιρετικές περιστάσεις μπορεί να απευθύνει προς το Λαό διαγγέλματα, μετά από σύμφωνη γνώμη του Προέδρου της Kυβέρνησης. Tα διαγγέλματα προσυπογράφονται από τον Πρωθυπουργό και δημοσιεύονται στην Eφημερίδα της Kυβερνήσεως.
  • πρόταση της Νέας Δημοκρατίας
  • Δεν έχει κατατεθεί πρόταση.
  • πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
  • (Ενίσχυση της συμμετοχικής δημοκρατίας - Δημοψήφισμα) Η κρίση της πολιτικής, που πολύ συχνά συνδέεται με την κρίση των θεσμών της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, καθιστά επίκαιρο και κρίσιμο το ζήτημα της εισαγωγής νέων και της ενίσχυσης και ενεργοποίησης υφιστάμενων, αλλά ανενεργών, θεσμών άμεσης δημοκρατίας. Στο πλαίσιο της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας οι θεσμοί άμεσης δημοκρατίας μπορούν να λειτουργούν ενισχυτικά και υποστηρικτικά: το ίδιο το εκλογικό σώμα, η ίδια η κοινωνία των πολιτών πρέπει να έχει τη δυνατότητα να θέτει κρίσιμα ζητήματα προς συζήτηση και βεβαίως την αρμοδιότητα να λαμβάνει τις τελικές αποφάσεις, όταν αυτές έχουν ιδιαίτερη σημασία για την πορεία κρίσιμων εθνικών ή σοβαρών κοινωνικών θεμάτων. Γι’ αυτό είναι αναγκαίο να επέλθουν αλλαγές προκειμένου να ενεργοποιηθεί ένας θεμελιώδης δημοκρατικός θεσμός, το δημοψήφισμα, που έχει μείνει ανενεργός επί 32 και πλέον χρόνια. Προς την κατεύθυνση αυτή πρέπει να προβλεφθεί η μείωση της αυξημένης πλειοψηφίας των 3/5 του όλου αριθμού των βουλευτών που απαιτείται προκειμένου να προκηρυχθεί δημοψήφισμα για σοβαρό κοινωνικό θέμα έτσι ώστε η σχετική απόφαση να λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών, δηλαδή ίση με αυτήν που απαιτείται προκειμένου να προκηρυχθεί δημοψήφισμα για κρίσιμο εθνικό θέμα. Προτείνουμε την προσθήκη εδαφίου, σύμφωνα με το οποίο η διεξαγωγή δημοψηφίσματος της δεύτερης αυτής κατηγορίας δηλαδή για σοβαρό κοινωνικό ζήτημα εκτός από τα δημοσιονομικά και τα ασφαλιστικά, μπορεί να προταθεί στη Βουλή όχι μόνον από έναν αριθμό βουλευτών αλλά και από έναν αριθμό πολιτών (π.χ. το 5% του εκλογικού σώματος).
  • TMHMA Γ΄ - Bουλή
  • KEΦAΛAIO ΠPΩTO - Aνάδειξη και συγκρότηση της Bουλής
  • • 'Αρθρο 54 - (Εκλογικό σύστημα, εκλογικές περιφέρειες, βουλευτές Επικρατείας)
  • Ισχύουσα Διάταξη
  • **1. Το εκλογικό σύστημα και οι εκλογικές περιφέρειες ορίζονται με νόμο που ισχύει από τις μεθεπόμενες εκλογές, εκτός και αν προβλέπεται η ισχύς του άμεσα από τις επόμενες εκλογές με ρητή διάταξη που ψηφίζεται με την πλειοψηφία των δύο τρίτων του όλου αριθμού των βουλευτών. **2. O αριθμός των βουλευτών κάθε εκλογικής περιφέρειας ορίζεται με προεδρικό διάταγμα, με βάση το νόμιμο πληθυσμό της περιφέρειας που προκύπτει, σύμφωνα με την τελευταία απογραφή, από τους εγγεγραμμένους στα οικεία δημοτολόγια, όπως νόμος ορίζει. Τα αποτελέσματα της απογραφής θεωρείται ότι έχουν δημοσιευθεί με βάση τα στοιχεία της αρμόδιας υπηρεσίας μετά την πάροδο ενός έτους από την τελευταία ημέρα διεξαγωγής της. 3. Mέρος της Bουλής, όχι μεγαλύτερο από το ένα εικοστό του όλου αριθμού των βουλευτών, μπορεί να εκλέγεται ενιαίως σε ολόκληρη την Eπικράτεια, σε συνάρτηση με τη συνολική εκλογική δύναμη του κάθε κόμματος στην Eπικράτεια, όπως νόμος ορίζει.
  • πρόταση της Νέας Δημοκρατίας
  • παράγραφος 3 του Συντάγματος Η Νέα Δημοκρατία επαναφέρει και τώρα (όπως και το 1997) το ζήτημα της αύξησης του ποσοστού των Βουλευτών, οι οποίοι εκλέγονται χωρίς σταυρό προτίμησης. Συγκεκριμένα, προτείνεται ο διπλασιασμός του αριθμού των Βουλευτών Επικρατείας, ήτοι από το ένα εικοστό (1/20) στο ένα δέκατο (1/10) του όλου αριθμού των Βουλευτών. Με αυτόν τον τρόπο θα διευκολυνθεί η είσοδος στο Κοινοβούλιο πολιτών, οι οποίοι δεν είχαν τη δυνατότητα ή τα κίνητρα να αποδυθούν σε προεκλογικό αγώνα.
  • πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
  • Δεν έχει κατατεθεί πρόταση.
  • KEΦAΛAIO ΔEYTEPO - Kωλύματα και ασυμβίβαστα των βουλευτών
  • • 'Αρθρο 55 - (Προσόντα εκλογιμότητας)
  • Ισχύουσα Διάταξη
  • 1. Για να εκλεγεί κανείς βουλευτής απαιτείται να είναι Έλληνας πολίτης, να έχει τη νόμιμη ικανότητα να εκλέγει και να έχει συμπληρώσει το εικοστό πέμπτο έτος της ηλικίας του κατά την ημέρα της εκλογής. 2. Bουλευτής που στερήθηκε κάποιο από τα παραπάνω προσόντα εκπίπτει αυτοδικαίως από το βουλευτικό αξίωμα.
  • πρόταση της Νέας Δημοκρατίας
  • Δεν έχει κατατεθεί πρόταση.
  • πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
  • παρ. 1 (Ελάχιστο όριο ηλικίας για την εκλογή Βουλευτή) Το ΠΑΣΟΚ εμπιστεύεται τη νέα γενιά, επιθυμεί την ενίσχυση της συμμετοχής της στα κοινά και θεωρεί κρίσιμη για το πολιτικό μας σύστημα την καλλιέργεια της δημοκρατικής της συνείδησης. Γι’ αυτό κρίνει ότι δεν υπάρχει κανένα ισχυρό επιχείρημα για τη διατήρηση του ορίου ηλικίας στα 25 έτη για την εκλογή Βουλευτή. Προτείνει να ισχύσει για το δικαίωμα του εκλέγεσθαι το 21ο έτος.
  • • 'Αρθρο 56 - (Κωλύματα εκλογιμότητας)
  • Ισχύουσα Διάταξη
  • **1. Έμμισθοι δημόσιοι λειτουργοί και υπάλληλοι, άλλοι υπάλληλοι του Δημοσίου, υπηρετούντες στις ένοπλες δυνάμεις και στα σώματα ασφαλείας, υπάλληλοι οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης ή άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, αιρετά μονοπρόσωπα όργανα των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, διοικητές, υποδιοικητές ή πρόεδροι διοικητικών συμβουλίων ή διευθύνοντες ή εντεταλμένοι σύμβουλοι νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου ή κρατικών νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου ή δημόσιων επιχειρήσεων ή επιχειρήσεων τη διοίκηση των οποίων ορίζει άμεσα ή έμμεσα το Δημόσιο με διοικητική πράξη ή ως μέτοχος ή επιχειρήσεων των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης δεν μπορούν να ανακηρυχθούν υποψήφιοι ούτε να εκλεγούν βουλευτές, αν δεν παραιτηθούν πριν από την ανακήρυξή τους ως υποψηφίων. Η παραίτηση συντελείται με μόνη τη γραπτή υποβολή της. Αποκλείεται η επάνοδος στην ενεργό υπηρεσία των στρατιωτικών που παραιτούνται. Τα ανώτερα αιρετά μονοπρόσωπα όργανα των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης δεύτερου βαθμού δεν μπορούν να ανακηρυχθούν υποψήφιοι ούτε να εκλεγούν βουλευτές κατά τη διάρκεια της θητείας για την οποία εξελέγησαν, ακόμη και αν παραιτηθούν. 2. Aπό τους περιορισμούς της προηγούμενης παραγράφου εξαιρούνται οι καθηγητές των ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Nόμος ορίζει τον τρόπο της αναπλήρωσής τους. κατά τη διάρκεια της βουλευτικής περιόδου αναστέλλεται η άσκηση των αρμοδιοτήτων των σχετικών με την ιδιότητα του καθηγητή που εκλέχθηκε. **3. Δεν μπορούν να ανακηρυχθούν υποψήφιοι, ούτε να εκλεγούν βουλευτές σε όποια εκλογική περιφέρεια υπηρέτησαν ή σε όποια εκλογική περιφέρεια εκτεινόταν η τοπική αρμοδιότητά τους μέσα στους τελευταίους δεκαοκτώ μήνες της τετραετούς βουλευτικής περιόδου: α) Oι διοικητές, υποδιοικητές, πρόεδροι διοικητικών συμβουλίων, διευθύνοντες και εντεταλμένοι σύμβουλοι των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, πλην των σωματειακών, των κρατικών νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου και των δημόσιων επιχειρήσεων ή άλλων επιχειρήσεων τη διοίκηση των οποίων ορίζει άμεσα ή έμμεσα το Δημόσιο με διοικητική πράξη ή ως μέτοχος. β) Τα μέλη των ανεξάρτητων αρχών που συγκροτούνται και λειτουργούν κατά το άρθρο 101Α, καθώς και των αρχών που χαρακτηρίζονται με νόμο ως ανεξάρτητες ή ρυθμιστικές. γ) Oι ανώτεροι και ανώτατοι αξιωματικοί των ενόπλων δυνάμεων και των σωμάτων ασφαλείας. δ) Oι έμμισθοι υπάλληλοι του Δημοσίου, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης και των επιχειρήσεών τους, καθώς και των νομικών προσώπων και επιχειρήσεων της περίπτωσης α΄ που κατείχαν θέση προϊσταμένου οργανικής μονάδας επιπέδου διεύθυνσης ή άλλη αντίστοιχη, όπως ειδικότερα νόμος ορίζει. Υπάλληλοι που αναφέρονται στο προηγούμενο εδάφιο και είχαν ευρύτερη τοπική αρμοδιότητα υπάγονται στους περιορισμούς της παραγράφου αυτής ως προς εκλογικές περιφέρειες άλλες από αυτήν της έδρας τους, μόνο εφόσον κατείχαν θέση προϊσταμένου οργανικής μονάδας επιπέδου γενικής διεύθυνσης ή άλλη αντίστοιχη, όπως ειδικότερα νόμος ορίζει. ε) Oι γενικοί ή ειδικοί γραμματείς υπουργείων ή αυτοτελών γενικών γραμματειών ή περιφερειών και όσοι ο νόμος εξομοιώνει με αυτούς. Δεν υπάγονται στους περιορισμούς της παραγράφου αυτής οι υποψήφιοι βουλευτές Επικρατείας. 4. Πολιτικοί υπάλληλοι και στρατιωτικοί γενικά, που έχουν κατά το νόμο αναλάβει υποχρέωση να παραμείνουν στην υπηρεσία για ορισμένο χρόνο, δεν μπορούν να ανακηρυχθούν υποψήφιοι ούτε να εκλεγούν βουλευτές όσο χρόνο διαρκεί η υποχρέωσή τους.
  • πρόταση της Νέας Δημοκρατίας
  • παράγραφοι 1 και 3 του Συντάγματος Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 3 του άρθρου 56 του Συντάγματος περιλαμβάνουν έναν ιδιαίτερα ευρύ κύκλο λειτουργών και υπαλλήλων του ευρύτερου δημόσιου τομέα, για τους οποίους τίθεται ένα πλέγμα εξαιρετικά αυστηρών προϋποθέσεων και περιορισμών, προκειμένου να ανακηρυχθούν υποψήφιοι και να εκλεγούν βουλευτές. Οι ανωτέρω περιορισμοί όμως δυσχεραίνουν ουσιωδώς την άσκηση του δικαιώματος του εκλέγεσθαι ενός μεγάλου τμήματος των πολιτών, χωρίς να εξυπηρετούν πάντοτε κάποιο υπέρτερο δημόσιο συμφέρον που δεν ικανοποιείται διαφορετικά. Η υποχρέωση παραίτησης από την υπηρεσία δημοσίων υπαλλήλων πριν από την ανακήρυξή τους ως υποψηφίων, σύμφωνα με την πρώτη παράγραφο του άρθρου 56, αποτελεί επαχθή περιορισμό, ο οποίος μπορεί να αποτρέψει ικανούς υποψηφίους που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του από το να θέσουν υποψηφιότητα στις βουλευτικές εκλογές. Στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να συνεκτιμηθεί και το άρθρο 3 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (Ε.Σ.Δ.Α.), σύμφωνα με το οποίο «Τα Υψηλά Συμβαλλόμενα μέρη αναλαμβάνουν την υποχρέωση να διενεργούν, κατά λογικά διαστήματα, ελεύθερες μυστικές εκλογές, υπό συνθήκες επιτρέπουσες την ελεύθερη έκφραση της λαϊκής θέλησης ως προς την εκλογή του νομοθετικού σώματος». Για όλους τους παραπάνω λόγους κρίνεται σκόπιμο να περιορισθούν τα κωλύματα των Βουλευτών μόνο στις περιπτώσεις, όπου πραγματικά γίνεται φανερό ότι, εν όψει της φύσης των ασκούμενων καθηκόντων, υπάρχει δυνατότητα ουσιαστικού επηρεασμού των εκλογέων, ώστε, κατά τα λοιπά, να διευκολύνονται και να ενθαρρύνονται οι Έλληνες πολίτες να συμμετέχουν ενεργά στα κοινά.
  • πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
  • Δεν έχει κατατεθεί πρόταση.
  • • 'Αρθρο 57 - (Ασυμβίβαστα έργα)
  • Ισχύουσα Διάταξη
  • ** ***1. Τα καθήκοντα του βουλευτή είναι ασυμβίβαστα με τα έργα ή την ιδιότητα του ιδιοκτήτη ή εταίρου ή μετόχου ή διοικητή ή διαχειριστή ή μέλους του διοικητικού συμβουλίου ή γενικού διευθυντή ή των αναπληρωτών τους επιχείρησης, η οποία: α) Αναλαμβάνει έργα ή μελέτες ή προμήθειες του Δημοσίου ή παροχή υπηρεσιών προς το Δημόσιο ή συνάπτει με το Δημόσιο συναφείς συμβάσεις αναπτυξιακού ή επενδυτικού χαρακτήρα. β) Απολαμβάνει ειδικών προνομίων. γ) Κατέχει ή διαχειρίζεται ραδιοφωνικό ή τηλεοπτικό σταθμό ή εκδίδει εφημερίδα πανελλήνιας κυκλοφορίας. δ) Ασκεί κατά παραχώρηση δημόσια υπηρεσία ή δημόσια επιχείρηση ή επιχείρηση κοινής ωφέλειας. ε) Μισθώνει για εμπορικούς λόγους ακίνητα του Δημοσίου. Για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής με το Δημόσιο εξομοιώνονται οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης, τα άλλα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τα κρατικά νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, οι δημόσιες επιχειρήσεις, οι επιχειρήσεις των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης και οι άλλες επιχειρήσεις τη διοίκηση των οποίων ορίζει άμεσα ή έμμεσα το Δημόσιο με διοικητική πράξη ή ως μέτοχος. Μέτοχος επιχείρησης που εμπίπτει στους περιορισμούς της παραγράφου αυτής είναι όποιος κατέχει ποσοστό του μετοχικού κεφαλαίου μεγαλύτερο του ένα τοις εκατό. Με ειδικό νόμο μπορεί να καθορίζονται επαγγελματικές δραστηριότητες, πέραν αυτών που αναφέρονται στα προηγούμενα εδάφια, η άσκηση των οποίων δεν επιτρέπεται στους βουλευτές. Η παράβαση των διατάξεων αυτής της παραγράφου συνεπάγεται έκπτωση από το βουλευτικό αξίωμα και ακυρότητα των σχετικών συμβάσεων ή πράξεων, όπως νόμος ορίζει. **2. Βουλευτές που υπάγονται στις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της προηγούμενης παραγράφου οφείλουν, μέσα σε οκτώ ημέρες αφότου η εκλογή τους γίνει οριστική, να επιλέξουν με δήλωσή τους μεταξύ του βουλευτικού αξιώματος και των παραπάνω έργων ή ιδιοτήτων. Αν παραλειφθεί αυτή η εμπρόθεσμη δήλωση, εκπίπτουν αυτοδικαίως από το αξίωμα του βουλευτή. **3. Βουλευτές που αποδέχονται οποιαδήποτε από τις ιδιότητες ή τα έργα που αναφέρονται σε αυτό ή στο προηγούμενο άρθρο και που χαρακτηρίζονται ότι αποτελούν κώλυμα για την υποψηφιότητα βουλευτή ή ότι είναι ασυμβίβαστα με το βουλευτικό αξίωμα, εκπίπτουν από το αξίωμα αυτό, όπως νόμος ορίζει. **4. Ειδικός νόμος ορίζει τον τρόπο με τον οποίο συνεχίζονται ή εκχωρούνται ή διαλύονται συμβάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και έχουν αναληφθεί από βουλευτή ή από επιχείρηση στην οποία αυτός μετείχε πριν από την απόκτηση της βουλευτικής ιδιότητας ή με ασυμβίβαστη προς το αξίωμά του ιδιότητα.
  • πρόταση της Νέας Δημοκρατίας
  • Άρθρα 57 και 115 παράγραφος 7 του Συντάγματος Το άρθρο 57, το οποίο αποτέλεσε αντικείμενο ριζικής αναθεώρησης το 2001, αφενός προσδιορίζει τα έργα και τις ιδιότητες που είναι ασυμβίβαστες προς τη βουλευτική ιδιότητα, πρόβλεψη που υπήρχε και στο προϋφιστάμενο της αναθεώρησης καθεστώς και, αφετέρου, εισάγει το επαγγελματικό ασυμβίβαστο των Βουλευτών, σύμφωνα με το οποίο, οι τελευταίοι απαγορεύεται να ασκούν οποιοδήποτε επάγγελμα, κατά τη διάρκεια της βουλευτικής τους θητείας. Προβλέπεται, επίσης, η έκδοση εκτελεστικού νόμου που θα καθορίζει ποιες είναι οι συμβατές με το βουλευτικό αξίωμα επαγγελματικές δραστηριότητες. Η εφαρμογή των πρώτων εδαφίων της παρ. 1 κρίνεται επιτυχής, δεδομένου ότι συμβάλλουν στην προαγωγή του κύρους του βουλευτικού αξιώματος, θωρακίζοντας τους Βουλευτές απέναντι σε κάθε ενδεχόμενη υπόνοια αμεροληψίας ή εκμετάλλευσης της θέσης τους, προκειμένου να τύχουν ευνοϊκής μεταχείρισης στις επαγγελματικές τους δραστηριότητες και στις συναλλαγές τους με το Δημόσιο. Με αυτόν τον τρόπο κατοχυρώνεται θεσμικά η ουσιαστική ανεξαρτησία του Βουλευτών, ιδίως από οικονομικά συμφέροντα. Αντιθέτως, τα επόμενα εδάφια της παραγράφου 1 του ίδιου άρθρου, με τα οποία εισάγεται το απόλυτο επαγγελματικό ασυμβίβαστο των Βουλευτών, εκτιμάται ότι δεν λειτούργησαν θετικά στην πράξη και προτείνεται η κατάργησή τους. Τα εδάφια αυτά τέθηκαν κατά την Αναθεώρηση του 2001, προκειμένου να διασφαλίσουν την απερίσπαστη και ολοκληρωτική αφοσίωση του Βουλευτή στα καθήκοντα που απορρέουν από τη θέση του, καθώς στο παρελθόν είχαν παρατηρηθεί περιπτώσεις Βουλευτών που αφιέρωναν περισσότερο χρόνο στην επαγγελματική τους ενασχόληση (ιατροί, δικηγόροι κ.λπ.), παρά σε υποχρεώσεις που συνδέονται με τη βουλευτική ιδιότητα. Ο κίνδυνος αυτός όμως μπορεί να αποτραπεί με την καθιέρωση περιορισμών στην επαγγελματική ενασχόληση αλλά και αυστηρών μηχανισμών ελέγχου, όπως η υποχρεωτική παρουσία των Βουλευτών στις συνεδριάσεις του Κοινοβουλίου, η μείωση της αποζημίωσής τους σε περίπτωση αδικαιολόγητης απουσίας, ο πειθαρχικός τους έλεγχος από τα αρμόδια όργανα της Βουλής και άλλα μέτρα, ορισμένα από τα οποία ήδη εφαρμόζονται. Το απόλυτο ασυμβίβαστο θέτει σοβαρά διλήμματα σε επιτυχημένα και αναγνωρισμένα πρόσωπα της οικονομικής και κοινωνικής ζωής του Τόπου, τα οποία διστάζουν να πολιτευθούν, διότι με την ενδεχόμενη εκλογή τους τίθενται σε κίνδυνο πολυετείς επαγγελματικοί κόποι και η υπάρχουσα επαγγελματική τους σταδιοδρομία, την οποία οφείλουν να εγκαταλείψουν πλήρως. Για όλους τους ανωτέρω λόγους, προτείνεται η κατάργηση του απόλυτου επαγγελματικού ασυμβίβαστου των Βουλευτών και η θέσπιση ενός μερικού ασυμβίβαστου, το οποίο θα οριοθετείται από εκτελεστικό νόμο για τον προσδιορισμό των επαγγελματικών δραστηριοτήτων που θα επιτρέπονται στους Βουλευτές. Είναι αυτονόητο ότι η μερική καθιέρωση του ασυμβιβάστου θα ισχύει με τη θέση σε ισχύ του οικείου εκτελεστικού νόμου του Συντάγματος.
  • πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
  • Δεν έχει κατατεθεί πρόταση.
  • • 'Αρθρο 58 - (Δικαστικός έλεγχος εκλογών)
  • Ισχύουσα Διάταξη
  • O έλεγχος και η εκδίκαση των βουλευτικών εκλογών, κατά του κύρους των οποίων ασκούνται ενστάσεις που αναφέρονται είτε σε εκλογικές παραβάσεις σχετικές με την ενέργεια των εκλογών είτε σε έλλειψη των νόμιμων προσόντων, ανατίθεται στο Aνώτατο Eιδικό Δικαστήριο του άρθρου 100.
  • πρόταση της Νέας Δημοκρατίας
  • Άρθρο 58 του Συντάγματος Εν όψει της πρότασης για τη σύσταση Συνταγματικού Δικαστηρίου, σύμφωνα με την προωθούμενη αναθεώρηση του άρθρου 100, στο οποίο θα περιέλθουν και οι αρμοδιότητες του Ανώτατου Ειδικού Δικαστηρίου, η διάταξη του άρθρου 58 πρέπει να αναδιατυπωθεί αναλόγως.
  • πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
  • Δεν έχει κατατεθεί πρόταση.
  • KEΦAΛAIO TPITO - Kαθήκοντα και δικαιώματα των βουλευτών
  • • 'Αρθρο 59 - (Όρκος)
  • Ισχύουσα Διάταξη
  • 1. Oι βουλευτές πριν αναλάβουν τα καθήκοντά τους δίνουν στο Bουλευτήριο και σε δημόσια συνεδρίαση τον ακόλουθο όρκο: «Oρκίζομαι στο όνομα της Aγίας και Oμοούσιας και Aδιαίρετης Tριάδας να είμαι πιστός στην Πατρίδα και το δημοκρατικό πολίτευμα, να υπακούω στο Σύνταγμα και τους νόμους και να εκπληρώνω ευσυνείδητα τα καθήκοντά μου». 2. Aλλόθρησκοι ή ετερόδοξοι βουλευτές δίνουν τον ίδιο όρκο σύμφωνα με τον τύπο της δικής τους θρησκείας ή του δικού τους δόγματος. 3. Bουλευτές που ανακηρύσσονται όταν η Bουλή απουσιάζει δίνουν τον όρκο στο Tμήμα της που λειτουργεί.
  • πρόταση της Νέας Δημοκρατίας
  • Δεν έχει κατατεθεί πρόταση.
  • πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
  • Προοίμιο Προτείνουμε, αμέσως μετά την επίκληση "Εις το όνομα της Αγίας και Ομοουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος" να προστεθεί προοίμιο, στο οποίο θα γίνεται αναφορά στις αξίες, την ταυτότητα, τον πολιτισμό και τη θέση μας στην Ευρώπη και τον κόσμο.
  • • 'Αρθρο 62 - (Ακαταδίωκτο των βουλευτών)
  • Ισχύουσα Διάταξη
  • 1. Όσο διαρκεί η βουλευτική περίοδος ο βουλευτής δεν διώκεται ούτε συλλαμβάνεται ούτε φυλακίζεται ούτε με άλλο τρόπο περιορίζεται χωρίς άδεια του Σώματος. Eπίσης δεν διώκεται για πολιτικά εγκλήματα βουλευτής της Bουλής που διαλύθηκε, από τη διάλυσή της και έως την ανακήρυξη των βουλευτών της νέας Bουλής. H άδεια θεωρείται ότι δεν δόθηκε, αν η Bουλή δεν αποφανθεί μέσα σε τρεις μήνες αφότου η αίτηση του εισαγγελέα για δίωξη διαβιβάστηκε στον Πρόεδρο της Bουλής. H τρίμηνη προθεσμία αναστέλλεται κατά τη διάρκεια των διακοπών της Bουλής. Δεν απαιτείται άδεια για τα αυτόφωρα κακουργήματα.
  • πρόταση της Νέας Δημοκρατίας
  • Το άρθρο 62 του Συντάγματος κατοχυρώνει τη βουλευτική ασυλία και το ακαταδίωκτο των Βουλευτών κατά τη διάρκεια της βουλευτικής περιόδου. Η διάταξη αυτή συνδέεται στενά με τη διάταξη του άρθρου 61, η οποία θεσπίζει το ανεύθυνο των Βουλευτών για γνώμη ή ψήφο που έδωσαν κατά την άσκηση των βουλευτικών τους καθηκόντων. Οι δύο αυτές διατάξεις δημιουργούν ένα πλέγμα προστασίας του Βουλευτή, ώστε να μπορεί αυτός να ασκεί ελεύθερα και ανεμπόδιστα το λειτούργημά του, ανεπηρέαστος από καταχρηστικές απειλές και διώξεις, οι οποίες συχνά υποκρύπτουν πολιτικά κίνητρα ή γίνονται αβασάνιστα ή είναι προφανώς αστήρικτες. Ενώ, όμως, η διάταξη του άρθρου 61 είναι πλήρως δικαιολογημένη, καθώς είναι συνυφασμένη με την άσκηση των καθηκόντων του Βουλευτή, το άρθρο 62 εισάγει μια προνομιακή, σε σχέση με τους υπόλοιπους πολίτες, αντιμετώπιση του Βουλευτή, και μάλιστα για αδικήματα που δεν συνδέονται με τη βουλευτική ιδιότητα. Το γεγονός αυτό διαμορφώνει ένα υπέρμετρα ευρύ και αδικαιολόγητα ευνοϊκό καθεστώς ασυλίας για τους Βουλευτές κατά τη διάρκεια της θητείας τους - ακόμη και προκειμένου για αδικήματα του κοινού ποινικού δικαίου - η οποία δεν συνάδει με το κοινό περί δικαίου αίσθημα ούτε με την αρχή της ίσης μεταχείρισης των ουσιωδώς όμοιων περιπτώσεων. Παράλληλα απαξιώνει το βουλευτικό αξίωμα στα μάτια των πολιτών, δημιουργώντας σκιές και εντυπώσεις εξυπηρέτησης συντεχνιακών συμφερόντων. Για όλους αυτούς τους λόγους προτείνεται να προβλεφθεί ρητά ότι η Βουλή μπορεί να αρνηθεί την άρση της βουλευτικής ασυλίας, μόνον εφόσον διαπιστωθεί ότι αυτή ζητείται για πολιτικούς λόγους, ώστε να μην υποθάλπεται η ατιμωρησία των Βουλευτών ούτε να προσφέρεται η ασυλία ως ασπίδα για τη συλλήβδην αποφυγή της δικαστικής τους δίωξης. Αυτή, άλλωστε, η αντιμετώπιση επιβάλλεται και στο πλαίσιο σεβασμού του ατομικού δικαιώματος της δικαστικής προστασίας, το οποίο κατοχυρώνεται τόσο στην πρώτη παράγραφο του άρθρου 20 του Συντάγματος, όσο και στο άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Το γεγονός, δηλαδή, ότι ο πολίτης που θεωρεί ότι θίγεται από τη συμπεριφορά ενός Βουλευτή και ζητεί δικαστική προστασία προσκρούει στην άρνηση της Βουλής να χορηγήσει τη σχετική άδεια, προσβάλλει τον πυρήνα του δικαιώματός του για αποτελεσματική δικαστική προστασία. Επισημαίνεται και η σχετική νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, το οποίο, σε παρόμοια περίπτωση, καταδίκασε την Ιταλία για παραβίαση του άρθρου 6 της Ε.Σ.Δ.Α..
  • πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
  • Δεν έχει κατατεθεί πρόταση.
  • KEΦAΛAIO TETAPTO - Oργάνωση και λειτουργία της Bουλής
  • • 'Αρθρο 68 - (Κοινοβουλευτικές και εξεταστικές επιτροπές)
  • Ισχύουσα Διάταξη
  • **1. Η Βουλή στις αρχές κάθε τακτικής συνόδου συνιστά από τα μέλη της διαρκείς κοινοβουλευτικές επιτροπές για να εξετάζουν και να επεξεργάζονται τα νομοσχέδια και τις προτάσεις νόμων που υποβάλλονται, όπως ορίζει ο Κανονισμός της Βουλής. 2. H Bουλή συνιστά από τα μέλη της εξεταστικές επιτροπές, με απόφασή της που λαμβάνεται με πλειοψηφία των δύο πέμπτων του συνόλου των βουλευτών, ύστερα από πρόταση του ενός πέμπτου του όλου αριθμού των βουλευτών. Προκειμένου να συσταθούν εξεταστικές επιτροπές για ζητήματα που ανάγονται στην εξωτερική πολιτική και την εθνική άμυνα, απαιτείται απόφαση της Bουλής που λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών. Tα σχετικά με τη συγκρότηση και τη λειτουργία των επιτροπών αυτών καθορίζονται από τον Kανονισμό της Bουλής. 3. Oι κοινοβουλευτικές και εξεταστικές επιτροπές, καθώς και τα κατά τα άρθρα 70 και 71 Tμήματα της Bουλής, συνιστώνται ανάλογα με τη δύναμη των κομμάτων, των ομάδων και των ανεξαρτήτων, όπως ορίζει ο Kανονισμός.
  • πρόταση της Νέας Δημοκρατίας
  • Δεν έχει κατατεθεί πρόταση.
  • πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
  • Άρθρο 68 (Λογοδοσία των ανεξάρτητων αρχών προς τη Βουλή – Ακρόαση των Αρχηγών Επιτελείων και των Σωμάτων Ασφαλείας) Το άρθρο 101Α που προστέθηκε με την αναθεώρηση του 2001 προβλέπει ρητά στην παράγραφος 3 την υπαγωγή των ανεξάρτητων αρχών στον έλεγχο της Βουλής που ασκείται κατά τον κανονισμό της μέσω της Μόνιμης Ειδικής Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας. Είναι όμως σκόπιμο να κατοχυρωθεί και ρητά η αρμοδιότητα εποπτείας και ελέγχου της Βουλής και επί των ανεξαρτήτων αρχών που δεν προβλέπονται από το ίδιο το Σύνταγμα, αλλά έχουν συσταθεί με νόμο. Είναι προφανές ότι και ως προς αυτές τις ανεξάρτητες αρχές μπορεί να προβλέπεται διαδικασία επιλογής και διορισμού των μελών ανάλογη με αυτήν που προβλέπεται για τις οριζόμενες στο Σύνταγμα ανεξάρτητες αρχές. Επίσης, προτείνουμε να προστεθεί νέα παράγραφος στο άρθρο 68 του Συντάγματος και αναλυτικότερα στον νόμο και τον Κανονισμό της Βουλής η ακρόαση όσων πρόκειται να επιλεγούν από τα αρμόδια κυβερνητικά όργανα για τις θέσεις των αρχηγών των τεσσάρων επιτελείων των Ενόπλων Δυνάμεων και των σωμάτων ασφαλείας.
  • KEΦAΛAIO ΠEMΠTO - Nομοθετική λειτουργία της Bουλής
  • • 'Αρθρο 73 - (Δικαίωμα πρότασης νόμων)
  • Ισχύουσα Διάταξη
  • 1. Tο δικαίωμα πρότασης νόμων ανήκει στη Bουλή και στην Kυβέρνηση. 2. Nομοσχέδια που αναφέρονται οπωσδήποτε στην απονομή σύνταξης και στις προϋποθέσεις της υποβάλλονται μόνο από τον Yπουργό Oικονομικών ύστερα από γνωμοδότηση του Eλεγκτικού Συνεδρίου. αν πρόκειται για συντάξεις που επιβαρύνουν τον προϋπολογισμό οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης ή άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, υποβάλλονται από τον αρμόδιο Yπουργό και τον Yπουργό Oικονομικών. Tα νομοσχέδια για συντάξεις πρέπει να είναι ειδικά. δεν επιτρέπεται, με ποινή την ακυρότητα, να αναγράφονται διατάξεις για συντάξεις σε νόμους που αποσκοπούν στη ρύθμιση άλλων θεμάτων. 3. Kαμία πρόταση νόμου ή τροπολογία ή προσθήκη δεν εισάγεται για συζήτηση, αν προέρχεται από τη Bουλή, εφόσον συνεπάγεται σε βάρος του Δημοσίου, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης ή άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου δαπάνες ή ελάττωση εσόδων ή της περιουσίας τους, για να δοθεί μισθός ή σύνταξη ή γενικά όφελος σε κάποιο πρόσωπο. 4. Eίναι όμως παραδεκτή τροπολογία ή προσθήκη που την υποβάλλει αρχηγός κόμματος ή εκπρόσωπος ομάδας κατά τους ορισμούς της παραγράφου 3 του άρθρου 74, όταν πρόκειται για νομοσχέδια που αφορούν την οργάνωση των δημόσιων υπηρεσιών και των οργανισμών δημόσιου ενδιαφέροντος, την υπηρεσιακή γενικά κατάσταση των δημόσιων υπαλλήλων, των στρατιωτικών και των οργάνων των σωμάτων ασφαλείας, των υπαλλήλων οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης ή άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, καθώς και δημόσιων γενικά επιχειρήσεων. 5. Nομοσχέδιο με το οποίο επιβάλλονται τοπικοί ή ειδικοί φόροι ή βάρη οποιασδήποτε φύσης υπέρ οργανισμών ή νομικών προσώπων δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου πρέπει να προσυπογράφεται και από τους Yπουργούς Συντονισμού και Oικονομικών.
  • πρόταση της Νέας Δημοκρατίας
  • Δεν έχει κατατεθεί πρόταση.
  • πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
  • Άρθρο 73 (Λαϊκή νομοθετική πρωτοβουλία, Συμμετοχή Ο.Τ.Α.) Στο πλαίσιο της ευρύτερης πρότασής μας για την ενίσχυση της συμμετοχικής δημοκρατίας, κρίνεται σκόπιμη η αναθεώρηση του άρθρου 73 και η προσθήκη παραγράφου με την οποία εισάγεται ο θεσμός της λαϊκής νομοθετικής πρωτοβουλίας. Ένας αριθμός πολιτών (π.χ. το 3% του εκλογικού σώματος) μπορεί να υποβάλει στη Βουλή πρόταση νόμου και η Βουλή έχει υποχρέωση να συζητήσει την πρόταση αυτή. Όλα τα συναφή ζητήματα θα ρυθμιστούν λεπτομερώς με σχετικό εκτελεστικό νόμο και τον Κανονισμό της Βουλής που πρέπει να αναθεωρηθεί ανάλογα. Η νομοθετική αρμοδιότητα εξακολουθεί να ανήκει στη Βουλή που ψηφίζει και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας που εκδίδει και δημοσιεύει τους νόμους, όπως προβλέπει το άρθρο 26 παρ.1 που ανήκει στο σκληρό πυρήνα των μη υποκείμενων προς αναθεώρηση διατάξεων. Το ίδιο όμως το εκλογικό σώμα που αναδεικνύει τη Βουλή μπορεί και πρέπει κατά μείζονα λόγο να συμμετέχει στη νομοθετική διαδικασία ζητώντας τη συζήτηση μιας πρότασης νόμου. Προκειμένου να εφαρμοσθούν ειδικές διαδικασίες διαβούλευσης του νομοθέτη με το χώρο της αυτοδιοίκησης θα πρέπει να προβλεφθεί ρητά σε ειδική παράγραφο ότι τα νομοσχέδια και οι προτάσεις νόμων που αφορoύν θέματα τοπικής αυτοδιοίκησης συνοδεύονται από σχετική γνώμη των θεσμικών εκπροσώπων της τοπικής αυτοδιοίκησης, οι οποίοι θα έχουν επίσης δικαίωμα να ζητούν και προφορική ακρόαση, για την υποστήριξη των απόψεών τους στην οικεία κοινοβουλευτική επιτροπή, κατά τις ειδικότερες διατάξεις του Κανονισμού της Βουλής.
  • KEΦAΛAIO EKTO - Φορολογία και δημοσιονομική διαχείριση
  • • 'Αρθρο 78 - (Νόμοι φορολογικού περιεχομένου)
  • Ισχύουσα Διάταξη
  • 1. Kανένας φόρος δεν επιβάλλεται ούτε εισπράττεται χωρίς τυπικό νόμο που καθορίζει το υποκείμενο της φορολογίας και το εισόδημα, το είδος της περιουσίας, τις δαπάνες και τις συναλλαγές ή τις κατηγορίες τους, στις οποίες αναφέρεται ο φόρος. 2. Φόρος ή άλλο οποιοδήποτε οικονομικό βάρος δεν μπορεί να επιβληθεί με νόμο αναδρομικής ισχύος που εκτείνεται πέρα από το οικονομικό έτος το προηγούμενο εκείνου κατά το οποίο επιβλήθηκε. 3. Kατ' εξαίρεση, όταν επιβάλλεται ή αυξάνεται εισαγωγικός ή εξαγωγικός δασμός ή φόρος κατανάλωσης, επιτρέπεται η είσπραξή τους από την ημέρα που κατατέθηκε στη Bουλή το σχετικό νομοσχέδιο, υπό τον όρο ότι ο νόμος θα δημοσιευθεί μέσα στην προθεσμία που ορίζει το άρθρο 42 παράγραφος 1 και πάντως το αργότερο μέσα σε δέκα ημέρες από τη λήξη της συνόδου. 4. Tο αντικείμενο της φορολογίας, ο φορολογικός συντελεστής, οι απαλλαγές ή εξαιρέσεις από τη φορολογία και η απονομή των συντάξεων δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο νομοθετικής εξουσιοδότησης. Δεν είναι αντίθετος προς την απαγόρευση αυτή ο καθορισμός με νόμο του τρόπου που βεβαιώνεται η συμμετοχή του Kράτους και των δημόσιων γενικά οργανισμών στην αυτόματη υπερτίμηση, που προκαλείται αποκλειστικά από την εκτέλεση δημόσιων έργων στην παρακείμενη ιδιωτική ακίνητη περιουσία. 5. Kατ' εξαίρεση επιτρέπεται να επιβληθούν με εξουσιοδότηση νόμων πλαισίων εξισωτικές ή αντισταθμιστικές εισφορές ή δασμοί, καθώς και να ληφθούν οικονομικά μέτρα στο πλαίσιο των διεθνών σχέσεων της Xώρας με οικονομικούς οργανισμούς ή μέτρα που αποβλέπουν στην εξασφάλιση της συναλλαγματικής θέσης της Xώρας.
  • πρόταση της Νέας Δημοκρατίας
  • Άρθρο 78 του Συντάγματος Προτείνεται η αναθεώρηση του άρθρου 78 του Συντάγματος προς την κατεύθυνση της προσθήκης νέας παραγράφου, με την οποία θα προβλέπεται ότι εγγυήσεις του Ελληνικού Δημοσίου προς τρίτους παρέχονται μόνο με ειδικό τυπικό νόμο. Η πρόβλεψη αυτή κρίνεται επιβεβλημένη για λόγους διαφάνειας, μεγαλύτερης δημοσιονομικής διασφάλισης και προστασίας του δημόσιου συμφέροντος.
  • πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
  • Δεν έχει κατατεθεί πρόταση.
  • • 'Αρθρο 79 - (Προϋπολογισμός, απολογισμός, γενικός ισολογισμός)
  • Ισχύουσα Διάταξη
  • ***1. H Boυλή κατά την τακτική ετήσια σύνoδό της ψηφίζει τoν πρoϋπoλoγισμό των εσόδων και εξόδων τoυ Kράτoυς για τo επόμενo έτoς. Η Βουλή μπορεί να υποβάλλει προτάσεις τροποποίησης επιμέρους κονδυλίων του προϋπολογισμού κατά τη συζήτηση του Προσχεδίου της παραγράφου 3, οι οποίες εισάγονται στην Ολομέλεια και τίθενται σε ψηφοφορία, εφόσον οι τροποποιήσεις δεν έχουν επιπτώσεις στο σύνολο των δαπανών και των εσόδων του Κράτους. Στον Κανονισμό της Βουλής προβλέπεται η ειδικότερη διαδικασία παρακολούθησης από τη Βουλή της εκτέλεσης του προϋπολογισμού. 2. Όλα τα έσoδα και έξoδα τoυ Kράτoυς πρέπει να αναγράφoνται στoν ετήσιo πρoϋπoλoγισμό και τoν απoλoγισμό. **3. Προσχέδιο του προϋπολογισμού κατατίθεται από τον Υπουργό Οικονομικών στην αρμόδια διαρκή κοινοβουλευτική επιτροπή την πρώτη Δευτέρα του Οκτωβρίου και συζητείται, όπως ορίζει ο Κανονισμός. Ο Υπουργός Οικονομικών, λαμβάνοντας υπόψη και τις παρατηρήσεις της επιτροπής, εισάγει τον προϋπολογισμό στη Βουλή σαράντα τουλάχιστον ημέρες πριν αρχίσει το οικονομικό έτος. Ο προϋπολογισμός συζητείται και ψηφίζεται από την Ολομέλεια σύμφωνα με όσα ορίζει ο Κανονισμός, ο οποίος και εξασφαλίζει το δικαίωμα να εκφράζουν τις απόψεις τους όλες οι πολιτικές μερίδες της Βουλής. 4. Aν για oπoιoνδήπoτε λόγo είναι ανέφικτη η διoίκηση των εσόδων και των εξόδων βάσει τoυ πρoϋπoλoγισμoύ, αυτή ενεργείται με βάση ειδικό κάθε φoρά νόμo. 5. Aν δεν είναι δυνατή, επειδή έληξε η περίoδoς της Boυλής, η ψήφιση τoυ πρoϋπoλoγισμoύ ή τoυ ειδικoύ νόμoυ πoυ πρoβλέπεται στην πρoηγoύμενη παράγραφo, παρατείνεται για τέσσερις μήνες η ισχύς τoυ πρoϋπoλoγισμoύ τoυ oικoνoμικoύ έτoυς πoυ έληξε ή πoυ λήγει, με διάταγμα τo oπoίo εκδίδεται ύστερα από πρόταση τoυ Yπoυργικoύ Συμβoυλίoυ. 6. Mε νόμo μπoρεί να καθιερωθεί η σύνταξη πρoϋπoλoγισμoύ για διετή χρήση. **7. Το αργότερο μέσα σε ένα έτος από τη λήξη του οικονομικού έτους κατατίθεται στη Βουλή ο απολογισμός, καθώς και ο γενικός ισολογισμός του Κράτους, που συνοδεύονται υποχρεωτικά από την κατά το άρθρο 98 παράγραφος 1 περίπτωση ε΄ έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, εξετάζονται από ειδική επιτροπή βουλευτών και κυρώνονται από την Ολομέλεια της Βουλής, σύμφωνα με όσα ορίζει ο Κανονισμός. 8. Tα πρoγράμματα oικoνoμικής και κoινωνικής ανάπτυξης εγκρίνoνται από την Oλoμέλεια της Boυλής, όπως νόμoς oρίζει.
  • πρόταση της Νέας Δημοκρατίας
  • Δεν έχει κατατεθεί πρόταση.
  • πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
  • Άρθρο 79 (Η συζήτηση και η ψήφιση του προϋπολογισμού) Σε όλα τα ανεπτυγμένα αντιπροσωπευτικά πολιτικά συστήματα, στην ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση, στις Η.Π.Α. και σε πολλές χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης η συμμετοχή του Κοινοβουλίου στη διαδικασία της συζήτησης και ψήφισης του προϋπολογισμού είναι μία από τις σοβαρότερες, ουσιαστικότερες και κρισιμότερες πολιτικές διαδικασίες. Με την αναθεώρηση του 2001 το άρθρο 79 του Συντάγματος τροποποιήθηκε ώστε η συζήτηση και η ψήφιση του προϋπολογισμού να γίνεται με πολύ μεγαλύτερη χρονική άνεση και σε πολύ μεγαλύτερο βάθος. Τώρα όμως ήρθε η ώρα για ένα ακόμα πιο σημαντικό βήμα με την κατάργηση της διαδικασίας των κωδικών ως προς την ψήφιση του προϋπολογισμού. Η Βουλή πρέπει να έχει την αρμοδιότητα τροποποίησης των επί μέρους προβλέψεων του προϋπολογισμού. Αυτό θα οδηγήσει σε μία νέα μέθοδο κατάρτισης του ίδιου του σχεδίου του προϋπολογισμού, έτσι ώστε να υπάρχει ουσιαστική πολιτική και κοινωνική διαφάνεια, αλλά και ορθολογικότερη δημοσιονομική διαχείριση. Ανάλογα πρέπει βέβαια να αναθεωρηθεί και ο Κανονισμός της Βουλής.
  • TMHMA E΄ - Δικαστική Eξουσία
  • KEΦAΛAIO ΠPΩTO - Δικαστικοί λειτουργοί και υπάλληλοι
  • • 'Αρθρο 88 - (Εγγυήσεις ανεξαρτησίας των δικαστικών λειτουργών, αποδοχές, μετατάξεις)
  • Ισχύουσα Διάταξη
  • 1. Oι δικαστικοί λειτουργοί διορίζονται με προεδρικό διάταγμα, σύμφωνα με νόμο που ορίζει τα προσόντα και τη διαδικασία της επιλογής τους, και είναι ισόβιοι. **2. Oι αποδοχές των δικαστικών λειτουργών είναι ανάλογες με το λειτούργημά τους. Τα σχετικά με τη βαθμολογική και μισθολογική τους εξέλιξη και με την κατάστασή τους γενικά καθορίζονται με ειδικούς νόμους. Κατά παρέκκλιση από τα άρθρα 94, 95 και 98, διαφορές σχετικά με τις κάθε είδους αποδοχές και τις συντάξεις των δικαστικών λειτουργών και εφόσον η επίλυση των σχετικών νομικών ζητημάτων μπορεί να επηρεάσει τη μισθολογική, συνταξιοδοτική ή φορολογική κατάσταση ευρύτερου κύκλου προσώπων, εκδικάζονται από το ειδικό δικαστήριο του άρθρου 99. Το δικαστήριο στις περιπτώσεις αυτές συγκροτείται με τη συμμετοχή ενός επιπλέον τακτικού καθηγητή και ενός επιπλέον δικηγόρου, όπως νόμος ορίζει. Νόμος ορίζει τα σχετικά με τη συνέχιση τυχόν εκκρεμών δικών. 3. Mε νόμο μπορεί να προβλεφθεί εκπαιδευτική και δοκιμαστική περίοδος των δικαστικών λειτουργών, διάρκειας έως τριών ετών, πριν διοριστούν ως τακτικοί. Kατά την περίοδο αυτή μπορούν να ασκούν και καθήκοντα τακτικού δικαστή, όπως νόμος ορίζει. 4. Oι δικαστικοί λειτουργοί μπορούν να παυθούν μόνο ύστερα από δικαστική απόφαση, εξαιτίας ποινικής καταδίκης ή για βαρύ πειθαρχικό παράπτωμα ή ασθένεια ή αναπηρία ή υπηρεσιακή ανεπάρκεια, που βεβαιώνονται όπως νόμος ορίζει και αφού τηρηθούν οι διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 93. 5. Oι δικαστικοί λειτουργοί, έως και το βαθμό του εφέτη ή του αντεισαγγελέα εφετών και τους αντίστοιχους με αυτούς βαθμούς, αποχωρούν υποχρεωτικά από την υπηρεσία μόλις συμπληρώσουν το εξηκοστό πέμπτο έτος της ηλικίας τους και όλοι όσοι έχουν βαθμούς ανώτερους από αυτούς ή τους αντίστοιχους με αυτούς αποχωρούν υποχρεωτικά από την υπηρεσία μόλις συμπληρώσουν το εξηκοστό έβδομο έτος της ηλικίας τους. Για την εφαρμογή της διάταξης αυτής θεωρείται σε κάθε περίπτωση ως ημέρα που συμπληρώνεται το όριο αυτό η 30ή Iουνίου του έτους της αποχώρησης του δικαστικού λειτουργού. **6. Μετάταξη δικαστικών λειτουργών απαγορεύεται. Κατ' εξαίρεση επιτρέπεται η μετάταξη μεταξύ παρέδρων σε πρωτοδικεία και παρέδρων σε εισαγγελίες, ύστερα από αίτηση των μετατασσομένων, όπως νόμος ορίζει. Oι δικαστές των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων προάγονται στο βαθμό του Συμβούλου της Επικρατείας και στο ένα πέμπτο των θέσεων, όπως νόμος ορίζει. 7. Στα προβλεπόμενα ειδικώς από το Σύνταγμα δικαστήρια ή συμβούλια, στα οποία μετέχουν μέλη του Συμβουλίου της Eπικρατείας και του Aρείου Πάγου, προεδρεύει όποιος από τα μέλη τους είναι ο αρχαιότερος στο βαθμό.
  • πρόταση της Νέας Δημοκρατίας
  • Άρθρο 88 παράγραφος 2 εδάφια γ΄, δ΄ και ε΄ του Συντάγματος Σύμφωνα με τα εδάφια γ΄, δ΄ και ε΄ της παρ. 2 του άρθρου 88 του Συντάγματος «Κατά παρέκκλιση από τα άρθρα 94, 95 και 98, διαφορές σχετικά με τις κάθε είδους αποδοχές και τις συντάξεις των δικαστικών λειτουργών και εφόσον η επίλυση των σχετικών νομικών ζητημάτων μπορεί να επηρεάσει τη μισθολογική, συνταξιοδοτική ή φορολογική κατάσταση ευρύτερου κύκλου προσώπων, εκδικάζονται από το ειδικό δικαστήριο του άρθρου 99. Το δικαστήριο στις περιπτώσεις αυτές συγκροτείται με τη συμμετοχή ενός επιπλέον τακτικού καθηγητή και ενός επιπλέον δικηγόρου, όπως νόμος ορίζει. Νόμος ορίζει τα σχετικά με τη συνέχιση τυχόν εκκρεμών δικών». Δεδομένου όμως ότι η παρούσα Πρόταση προβλέπει την ίδρυση Συνταγματικού Δικαστηρίου, το οποίο θα έχει γενική αρμοδιότητα ως προς τον έλεγχο της συνταγματικότητας των νόμων και της συμφωνίας τους προς διεθνείς συμβάσεις, όπως αναλύεται παρακάτω, κρίνεται σκόπιμο να του ανατεθεί, με απευθείας προσφυγή, και η επίλυση των παραπάνω διαφορών των δικαστικών λειτουργών. Και αυτό γιατί οι διαφορές αυτές θεμελιώνονται, κατά βάση, στον αντισυνταγματικό χαρακτήρα δυσμενών για τους δικαστικούς λειτουργούς μισθολογικού χαρακτήρα νομοθετικών ρυθμίσεων, στο πλαίσιο της επεκτατικής εφαρμογής της αρχής της ισότητας. Συνεπώς, κρίνεται αναγκαία, για λόγους συνέπειας, η αναδιατύπωση των εδαφίων γ΄, δ΄ και ε΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 88, σύμφωνα με τα ανωτέρω.
  • πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
  • Δεν έχει κατατεθεί πρόταση.
  • • 'Αρθρο 90 - (Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο)
  • Ισχύουσα Διάταξη
  • **1. Oι προαγωγές, τοποθετήσεις, μεταθέσεις, αποσπάσεις και μετατάξεις των δικαστικών λειτουργών ενεργούνται με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται ύστερα από απόφαση ανώτατου δικαστικού συμβουλίου. Αυτό συγκροτείται από τον πρόεδρο του οικείου ανώτατου δικαστηρίου και από μέλη του ίδιου δικαστηρίου που ορίζονται με κλήρωση μεταξύ εκείνων που έχουν τουλάχιστον δύο ετών υπηρεσία στο δικαστήριο αυτό, όπως νόμος ορίζει. Στο ανώτατο δικαστικό συμβούλιο της πολιτικής και ποινικής δικαιοσύνης μετέχει και ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, καθώς και δύο Αντεισαγγελείς του Αρείου Πάγου που ορίζονται με κλήρωση μεταξύ εκείνων που έχουν τουλάχιστον δύο ετών υπηρεσία στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου, όπως νόμος ορίζει. Στο ανώτατο δικαστικό συμβούλιο του Συμβουλίου της Επικρατείας και της διοικητικής δικαιοσύνης μετέχει και ο Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας που υπηρετεί σε αυτά για τα θέματα που αφορούν τους δικαστικούς λειτουργούς των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων και της Γενικής Επιτροπείας. Στο ανώτατο δικαστικό συμβούλιο του Ελεγκτικού Συνεδρίου μετέχει και ο Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας που υπηρετεί σε αυτό. Στο ανώτατο δικαστικό συμβούλιο μετέχουν χωρίς ψήφο και δύο δικαστικοί λειτουργοί του κλάδου στον οποίο αφορούν οι υπηρεσιακές μεταβολές, βαθμού τουλάχιστον εφέτη ή αντίστοιχου, που επιλέγονται με κλήρωση, όπως νόμος ορίζει. **2. Το συμβούλιο της παραγράφου 1 συγκροτείται με αυξημένη σύνθεση, όπως νόμος ορίζει, όταν κρίνει για προαγωγές στις θέσεις των συμβούλων της Επικρατείας, αρεοπαγιτών, αντεισαγγελέων του Αρείου Πάγου, συμβούλων του Ελεγκτικού Συνεδρίου, Προέδρων Εφετών και Εισαγγελέων Εφετών, καθώς και για την επιλογή των μελών των Γενικών Επιτροπειών των διοικητικών δικαστηρίων και του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Κατά τα λοιπά ισχύουν και στην περίπτωση αυτή οι διατάξεις της παραγράφου 1. **3. Αν ο Υπουργός Δικαιοσύνης διαφωνεί με την κρίση ανώτατου δικαστικού συμβουλίου, μπορεί να παραπέμπει το ζήτημα στην ολομέλεια του οικείου ανώτατου δικαστηρίου, όπως νόμος ορίζει. Δικαίωμα προσφυγής έχει και ο δικαστικός λειτουργός στον οποίον αφορά η κρίση, υπό τις προϋποθέσεις που ορίζει ο νόμος. Κατά τη συνεδρίαση της ολομέλειας του οικείου ανώτατου δικαστηρίου ως δευτεροβάθμιου ανώτατου δικαστικού συμβουλίου ισχύουν οι διατάξεις των εδαφίων τρία έως έξι της παραγράφου 1. Στην ολομέλεια του Αρείου Πάγου στις περιπτώσεις του προηγούμενου εδαφίου μετέχουν μετά ψήφου και τα μέλη της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου. **4. Oι αποφάσεις της ολομέλειας ως δευτεροβάθμιου ανώτατου δικαστικού συμβουλίου για το ζήτημα που έχει παραπεμφθεί σε αυτήν, καθώς και οι αποφάσεις του ανώτατου δικαστικού συμβουλίου, με τις οποίες δεν διαφώνησε ο Υπουργός είναι γι' αυτόν υποχρεωτικές. **5. Oι προαγωγές στις θέσεις του προέδρου και του αντιπροέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Αρείου Πάγου και του Ελεγκτικού Συνεδρίου ενεργούνται με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου, με επιλογή μεταξύ των μελών του αντίστοιχου ανώτατου δικαστηρίου, όπως νόμος ορίζει. Η προαγωγή στη θέση του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου ενεργείται με όμοιο διάταγμα, με επιλογή μεταξύ των μελών του Αρείου Πάγου και των αντεισαγγελέων του, όπως νόμος ορίζει. Η προαγωγή στη θέση του γενικού επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου ενεργείται με όμοιο διάταγμα με επιλογή μεταξύ των μελών του Ελεγκτικού Συνεδρίου και της αντίστοιχης Γενικής Επιτροπείας, όπως νόμος ορίζει. Η προαγωγή στις θέσεις του γενικού επιτρόπου των διοικητικών δικαστηρίων ενεργείται με όμοιο επίσης διάταγμα με επιλογή μεταξύ των μελών της αντίστοιχης Γενικής Επιτροπείας και των προέδρων εφετών των διοικητικών δικαστηρίων, όπως νόμος ορίζει. Η θητεία του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Αρείου Πάγου και του Ελεγκτικού Συνεδρίου, καθώς και του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και των Γενικών Επιτρόπων των διοικητικών δικαστηρίων και του Ελεγκτικού Συνεδρίου δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη των τεσσάρων ετών ακόμη και αν ο δικαστικός λειτουργός που κατέχει τη θέση δεν καταλαμβάνεται από το όριο ηλικίας. O τυχόν υπολειπόμενος μέχρι τη συμπλήρωση του ορίου ηλικίας χρόνος λογίζεται ως πραγματική συντάξιμη υπηρεσία, όπως νόμος ορίζει. 6. Oι αποφάσεις ή πράξεις κατά τις διατάξεις αυτού του άρθρου δεν προσβάλλονται στο Συμβούλιο της Eπικρατείας.
  • πρόταση της Νέας Δημοκρατίας
  • Άρθρο 90 παράγραφος 5 του Συντάγματος α) Το πρώτο εδάφιο της παρ. 5 του άρθρου 90 προβλέπει ότι: «Οι προαγωγές στις θέσεις του προέδρου και του αντιπροέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Αρείου Πάγου και του Ελεγκτικού Συνεδρίου ενεργούνται με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου, με επιλογή μεταξύ των μελών του αντίστοιχου ανώτατου δικαστηρίου, όπως νόμος ορίζει». Οι διατάξεις αυτές όμως παρέχουν πλήρη διακριτική ευχέρεια στην εκάστοτε εκτελεστική εξουσία ως προς την πλήρωση των θέσεων του προέδρου και του αντιπροέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Αρείου Πάγου, του Ελεγκτικού Συνεδρίου κ.λπ., με αποτέλεσμα να δημιουργούνται υπόνοιες για την ύπαρξη σχέσεων εξάρτησης μεταξύ της εκτελεστικής εξουσίας και των μελών των Ανώτατων Δικαστηρίων. Η διασταύρωση των λειτουργιών αυτών εκδηλώνεται συνήθως με την παραβίαση της επετηρίδας των δικαστών, χωρίς, ωστόσο, να σημαίνει αυτό ότι η αρχαιότητα μπορεί να αποτελέσει και το αποκλειστικό κριτήριο προαγωγής στις ανωτέρω θέσεις. Προς αποφυγή όλων των ανωτέρω φαινομένων κρίνεται αναγκαία η πρόβλεψη συγκεκριμένων και αντικειμενικών κριτηρίων, τα οποία θέτουν φραγμό στις τυχόν παρεμβατικές τάσεις της εκτελεστικής εξουσίας, δια του εκάστοτε Υπουργικού Συμβουλίου, και ενισχύουν το καθεστώς εγγυήσεων της προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας των ανώτατων δικαστικών λειτουργών. Με τον τρόπο αυτόν θα τερματισθεί και η παραδοσιακή και στείρα αντιπαράθεση των πολιτικών κομμάτων, ιδίως των δύο μεγαλύτερων, με αφορμή την επιλογή της ηγεσίας της Δικαιοσύνης, η οποία προσβάλλει τις βάσεις του Κράτους Δικαίου και την ίδια την ποιότητα της Δημοκρατίας μας και υποσκάπτει την εμπιστοσύνη των πολιτών στο σύστημα παροχής της δικαστικής προστασίας. Για όλους αυτούς τους λόγους προτείνεται η θεσμοθέτηση της επιλογής του προέδρου μόνο μεταξύ των αντιπροέδρων του οικείου Δικαστηρίου. Εξάλλου και η επιλογή των Αντιπροέδρων θα πρέπει να γίνεται μόνο μεταξύ των δέκα (10) αρχαιότερων δικαστών του οικείου δικαστηρίου, αν πρόκειται για επιλογή μέχρι τριών, ή από αριθμό δικαστών - από τους αρχαιότερους πάντοτε - τριπλάσιο του αριθμού των κενούμενων θέσεων, αν πρόκειται για περισσότερους των τριών. Με αυτόν τον τρόπο, καθιερώνεται δικαιότερο σύστημα ανάδειξης της ηγεσίας των ανώτατων δικαστηρίων, το οποίο παρέχει μεν την απαιτούμενη διακριτική ευχέρεια στην εκτελεστική εξουσία, θέτοντας παράλληλα, ικανούς περιορισμούς στην όποια διάθεση υπέρβασης από την πλευρά της, ιδίως μέσω παράκαμψης της επετηρίδας, και θωρακίζοντας, έτσι, περαιτέρω το αυτοδιοίκητο της Δικαιοσύνης. β) Επιπλέον, στο τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 90 ορίζεται ότι η θητεία του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Αρείου Πάγου και του Ελεγκτικού Συνεδρίου, καθώς και του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και των Γενικών Επιτρόπων των διοικητικών δικαστηρίων και του Ελεγκτικού Συνεδρίου δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη των τεσσάρων ετών, ακόμη και αν ο δικαστικός λειτουργός που κατέχει τη θέση δεν καταλαμβάνεται από το όριο ηλικίας. Ο σκοπός της διάταξης αυτής είναι να τεθεί φραγμός σε τυχόν προσπάθεια της εκάστοτε Κυβέρνησης να εδραιώσει τις επιλογές της στην ηγεσία της δικαστικής εξουσίας για μακρό χρονικό διάστημα. Στο πλαίσιο αυτό προτείνεται να υπάρξει, για την ταυτότητα του νομικού λόγου, παρόμοια συνταγματική πρόβλεψη και για τους Αντιπροέδρους των Ανώτατων Δικαστηρίων, προκειμένου να διασφαλισθεί περαιτέρω η απαλλαγή της δικαστικής εξουσίας από τον εναγκαλισμό της εκτελεστικής. Προτείνεται, δηλαδή, η καθιέρωση θητείας για τους Αντιπροέδρους, η οποία να μην υπερβαίνει την εξαετία. Η διάταξη αυτή, σε συνδυασμό με την αμέσως προηγούμενη προτεινόμενη τροποποίηση του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 5 του άρθρου 90, αναφορικά με τον τρόπο επιλογής της ηγεσίας των Ανώτατων Δικαστηρίων της Χώρας, συμβάλλει αποφασιστικά στη θωράκιση της ανεξαρτησίας των δικαστικών λειτουργών έναντι των οργάνων της εκτελεστικής εξουσίας, καθιστώντας άνευ αντικειμένου τις αδικαιολόγητες παρακάμψεις της επετηρίδας.
  • πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
  • Άρθρο 90 (Συμμετοχή της Βουλής στην επιλογή της ηγεσίας της δικαιοσύνης) Κατά την αναθεώρηση του 2001, ένα από τα σημαντικότερα κεφάλαια ήταν αυτό της δικαιοσύνης, καθώς στη δέσμη των άρθρων 87 έως 100 έγιναν πολλές και κρίσιμες μεταβολές που αποδίδουν αποτελέσματα. Η πρόταση όμως του ΠΑ.ΣΟ.Κ. για την ανάδειξη της ηγεσίας της δικαιοσύνης με προεπιλογή που θα πραγματοποιούσε ένα ευρύ, ενιαίο Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο με τη συμμετοχή δικαστικών λειτουργών όλων των κλάδων και βαθμών, δικηγόρων και καθηγητών Νομικής, δηλαδή εκπροσώπων όλου του νομικού κόσμου, δεν έγινε δεκτή από τη Νέα Δημοκρατία. Το ΠΑ.ΣΟ.Κ. προτείνει σήμερα για την ανάδειξη των Προέδρων και Αντιπροέδρων των Ανωτάτων Δικαστηρίων, του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και των Γενικών Επιτρόπων στα διοικητικά δικαστήρια και το Ελεγκτικό Συνέδριο, τη συμμετοχή της Βουλής στη διαδικασία επιλογής, χωρίς, ωστόσο, να θίγεται η τελική αρμοδιότητα του Υπουργικού Συμβουλίου. Η ακρόαση των προτεινομένων από τη Βουλή και συγκεκριμένα η ακρόαση τουλάχιστον τριών προτεινομένων για κάθε θέση που πρόκειται να πληρωθεί από την επιτροπή θεσμών και διαφάνειας της Βουλής που συντάσσει σχετική έκθεση χωρίς κατάταξη, θα καταστήσει αφ’ ενός μεν πιο ουσιαστική τη διερεύνηση και αξιολόγηση της προσωπικότητας και των αντιλήψεων των δικαστικών λειτουργών που πρόκειται να καταλάβουν τις κορυφαίες θέσεις της δικαιοσύνης, αφ’ ετέρου δε θα δημιουργήσει γενικότερα την αίσθηση (που είναι αναγκαία στο χώρο της δικαιοσύνης) ότι ο δικαστικός λειτουργός ενεργεί στο όνομα του Ελληνικού Λαού, εφόσον στο όνομα του Ελληνικού Λαού εκδίδει τις αποφάσεις του. Παρότι η διαδικασία αυτή μπορεί να θεσπιστεί και στο επίπεδο της κοινής νομοθεσίας και του Κανονισμού της Βουλής, η προσθήκη σχετικής παραγράφου στο άρθρο 90 είναι σκόπιμη για λόγους νομικής σαφήνειας.
  • KEΦAΛAIO ΔEYTEPO - Oργάνωση και δικαιοδοσία των δικαστηρίων
  • • 'Αρθρο 95 - (Συμβούλιο της Επικρατείας)
  • Ισχύουσα Διάταξη
  • 1. Στην αρμοδιότητα του Συμβουλίου της Eπικρατείας ανήκουν ιδίως: α) Η μετά από αίτηση ακύρωση των εκτελεστών πράξεων των διοικητικών αρχών για υπέρβαση εξουσίας ή για παράβαση νόμου. **β) Η μετά από αίτηση αναίρεση τελεσίδικων αποφάσεων των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, όπως νόμος ορίζει. γ) H εκδίκαση των διοικητικών διαφορών ουσίας που υποβάλλονται σ' αυτό σύμφωνα με το Σύνταγμα και τους νόμους. δ) H επεξεργασία όλων των διαταγμάτων που έχουν κανονιστικό χαρακτήρα. 2. Kατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων του στοιχείου δ΄ της προηγούμενης παραγράφου δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 93 παράγραφοι 2 και 3. **3. Κατηγορίες υποθέσεων της ακυρωτικής αρμοδιότητας του Συμβουλίου της Επικρατείας μπορεί να υπάγονται με νόμο, ανάλογα με τη φύση ή τη σπουδαιότητά τους, στα τακτικά διοικητικά δικαστήρια. Το Συμβούλιο της Επικρατείας δικάζει σε δεύτερο βαθμό, όπως νόμος ορίζει. 4. Oι αρμοδιότητες του Συμβουλίου της Eπικρατείας ρυθμίζονται και ασκούνται όπως νόμος ειδικότερα ορίζει. **5. Η διοίκηση έχει υποχρέωση να συμμορφώνεται προς τις δικαστικές αποφάσεις. Η παράβαση της υποχρέωσης αυτής γεννά ευθύνη για κάθε αρμόδιο όργανο, όπως νόμος ορίζει. Νόμος ορίζει τα αναγκαία μέτρα για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης της διοίκησης.
  • πρόταση της Νέας Δημοκρατίας
  • Άρθρο 95 του Συντάγματος Η παρατηρούμενη συνεχής αύξηση του αριθμού των υποθέσεων του Συμβουλίου Επικρατείας στο πλαίσιο των διαφορών που αναφέρονται στις «δημόσιες συμβάσεις» (απονομή προσωρινής δικαστικής προστασίας του ν. 2522/1997, εκδίκαση των αιτήσεων ακύρωσης των πράξεων που προηγούνται της κατάρτισης των συμβάσεων και των αιτήσεων αναιρέσεων των αποφάσεων των διοικητικών εφετείων που αναφέρονται στην εκτέλεση των συμβάσεων αυτών) και η εξαιτίας αυτού του λόγου υπερβολική καθυστέρηση της εκδίκασής τους, σε συνδυασμό με την ανάγκη εξασφάλισης της ενότητας της νομολογίας για λόγους ασφάλειας δικαίου καθιστά απαραίτητη την πρόβλεψη – με την προσθήκη σχετικής διάταξης στο άρθρο 95 του Συντάγματος – σύστασης ειδικού Τμήματος με αποκλειστικό αντικείμενο την εκδίκαση των σχετικών διαφορών.
  • πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
  • Δεν έχει κατατεθεί πρόταση.
  • • 'Αρθρο 98 - (Ελεγκτικό Συνέδριο)
  • Ισχύουσα Διάταξη
  • **1. Στην αρμοδιότητα του Ελεγκτικού Συνεδρίου ανήκουν ιδίως: α. O έλεγχος των δαπανών του Κράτους, καθώς και των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης ή άλλων νομικών προσώπων, που υπάγονται με ειδική διάταξη νόμου στο καθεστώς αυτό. β. O έλεγχος συμβάσεων μεγάλης οικονομικής αξίας στις οποίες αντισυμβαλλόμενος είναι το Δημόσιο ή άλλο νομικό πρόσωπο που εξομοιώνεται με το Δημόσιο από την άποψη αυτή, όπως νόμος ορίζει. γ. O έλεγχος των λογαριασμών των δημόσιων υπολόγων και των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης ή άλλων νομικών προσώπων, που υπάγονται στον προβλεπόμενο από το εδάφιο α΄ έλεγχο. δ. Η γνωμοδότηση για τα νομοσχέδια που αφορούν συντάξεις ή αναγνώριση υπηρεσίας για την παροχή δικαιώματος σύνταξης σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 73, καθώς και για κάθε άλλο θέμα που ορίζει ο νόμος. ε. Η σύνταξη και η υποβολή έκθεσης προς τη Βουλή για τον απολογισμό και ισολογισμό του Κράτους κατά το άρθρο 79 παράγραφος 7. στ. Η εκδίκαση διαφορών σχετικά με την απονομή συντάξεων, καθώς και με τον έλεγχο των λογαριασμών του εδαφίου γ΄. ζ. Η εκδίκαση υποθέσεων που αναφέρονται στην ευθύνη των πολιτικών ή στρατιωτικών δημόσιων υπαλλήλων, καθώς και των υπαλλήλων των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης και των άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου για κάθε ζημία που από δόλο ή αμέλεια προκλήθηκε στο Κράτος, τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης ή σε άλλα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου. 2. Oι αρμοδιότητες του Eλεγκτικού Συνεδρίου ρυθμίζονται και ασκούνται, όπως νόμος ορίζει. Στις περιπτώσεις των στοιχείων α΄ έως δ΄ της προηγούμενης παραγράφου δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 93 παράγραφοι 2 και 3. 3. Oι αποφάσεις του Eλεγκτικού Συνεδρίου για υποθέσεις της παραγράφου 1 δεν υπόκεινται στον έλεγχο του Συμβουλίου της Eπικρατείας.
  • πρόταση της Νέας Δημοκρατίας
  • Άρθρο 98 παράγραφος 1 εδάφιο β΄ του Συντάγματος Με το ν. 2522/1997 καθορίσθηκε το θεσμικό πλαίσιο που διέπει την προσωρινή δικαστική προστασία (ασφαλιστικά μέτρα) στις περιπτώσεις όπου ανακύπτουν διαφορές κατά τη διαδικασία που προηγείται της σύναψης συμβάσεων δημοσίων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών. Εφόσον οι συμβάσεις αυτές είναι δημόσιες, διότι αντισυμβαλλόμενος είναι το Δημόσιο ή άλλος φορέας που εξομοιώνεται με αυτό, η εκδίκαση των ως άνω ασφαλιστικών μέτρων υπάγεται στη δικαιοδοσία του Συμβουλίου της Επικρατείας, το οποίο είναι αρμόδιο να εκδικάζει και τις σχετικές αιτήσεις ακυρώσεως κατά των διοικητικών πράξεων που μεσολαβούν μέχρι τη σύναψη της σύμβασης. Περαιτέρω, κατά την αναθεώρηση του Συντάγματος του 2001, προστέθηκε στο άρθρο 98, όπου ρυθμίζονται οι αρμοδιότητες του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ειδική διάταξη, σύμφωνα με την οποία στις αρμοδιότητές του ανήκει και «Ο έλεγχος συμβάσεων μεγάλης οικονομικής αξίας στις οποίες αντισυμβαλλόμενος είναι το Δημόσιο ή άλλο νομικό πρόσωπο που εξομοιώνεται με το Δημόσιο από την άποψη αυτή, όπως νόμος ορίζει», δηλαδή πρόκειται για τις ίδιες συμβάσεις που, προσυμβατικώς, ελέγχονται από το Συμβούλιο της Επικρατείας, όπως προαναφέρθηκε. Εξειδικεύοντας τη συνταγματική αυτή διάταξη, ο ν. 3060/2002 όρισε στο άρθρο 2 ότι ο αρμόδιος Υπουργός ή άλλος φορέας υποβάλλει υποχρεωτικά στο Ελεγκτικό Συνέδριο το φάκελο του διαγωνισμού, πριν από τη σύναψη της σύμβασης, για έλεγχο νομιμότητας από τα «Κλιμάκια» του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Κατά των σχετικών Πράξεών τους μπορεί όποιος έχει έννομο συμφέρον να υποβάλει αίτηση ανάκλησης ενώπιον του αρμόδιου Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Το αποτέλεσμα όμως όλων αυτών των θεσμικών παρεμβάσεων είναι ότι από το έτος 2002 για το ίδιο αντικείμενο, δηλαδή για τον έλεγχο νομιμότητας της διαδικασίας που προηγείται της κατάρτισης «δημόσιων συμβάσεων», προβλέπεται παράλληλη αρμοδιότητα δύο ανώτατων δικαστηρίων, με συνέπεια να δημιουργείται κίνδυνος έκδοσης αντιφατικών αποφάσεων, να διαμορφώνεται κλίμα ανασφάλειας δικαίου και τελικά να μην εξυπηρετείται αποτελεσματικά η αρχή της διαφάνειας, για τη θωράκιση της οποίας αναθεωρήθηκε το άρθρο 98 σύμφωνα με τα παραπάνω. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο, στο πλαίσιο σχετικού νόμου, να οριοθετείται ο έλεγχος των συμβάσεων που γίνεται από τα δύο ανώτατα δικαστήρια, έτσι ώστε το Ελεγκτικό Συνέδριο να εγγυάται την εξασφάλιση των δημοσιονομικών συμφερόντων του Κράτους και των δημόσιων φορέων, όπως άλλωστε είναι και ο θεσμικός του ρόλος. Αυτή η ανάγκη διαπιστώθηκε πρόσφατα και από το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο (αρ. 20/2005), το οποίο απεφάνθη ως προς τη φύση και την έκταση του ελέγχου. Περαιτέρω, η αόριστη αναφορά στον προαναφερθέντα έλεγχο από Κλιμάκια του Ελεγκτικού Συνεδρίου δεν διασφαλίζει επαρκώς ενιαία κριτήρια προσυμβατικού ελέγχου, τα οποία είναι αναγκαία, προκειμένου να εξασφαλισθεί η αρχή της διαφάνειας και της σταθερότητας, που επιδιώχθηκε στο πλαίσιο της προηγούμενης Αναθεώρησης του ίδιου άρθρου. Για το λόγο αυτόν κρίνεται αναγκαία η πρόβλεψη σύστασης ειδικού Τμήματος στο Ελεγκτικό Συνέδριο με αποκλειστικό αντικείμενο τον παραπάνω έλεγχο των σχετικών συμβάσεων, χωρίς να υπάρχει στάδιο περαιτέρω ελέγχου, παρά μόνο η παραπομπή στην Ολομέλειά του, σε περίπτωση που ενδεχομένως κριθεί ότι συντρέχει ζήτημα αντισυνταγματικότητας, σε συνάρτηση με την οριοθέτηση των αρμοδιοτήτων του Συνταγματικού Δικαστηρίου. Είναι αυτονόητο ότι δεν θίγεται η δικαιοδοσία του Συμβουλίου της Επικρατείας τόσο στο πλαίσιο της προσωρινής δικαστικής προστασίας (ασφαλιστικά μέτρα) του ν. 2522/1997 όσο και στο πλαίσιο της αμιγώς ακυρωτικής διαδικασίας.
  • πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
  • Δεν έχει κατατεθεί πρόταση.
  • • 'Αρθρο 100 - (Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο)
  • Ισχύουσα Διάταξη
  • 1. Συνιστάται Aνώτατο Eιδικό Δικαστήριο στο οποίο υπάγονται: α) H εκδίκαση ενστάσεων κατά το άρθρο 58. β) O έλεγχος του κύρους και των αποτελεσμάτων δημοψηφίσματος που ενεργείται κατά το άρθρο 44 παράγραφος 2. γ) H κρίση για τα ασυμβίβαστα ή την έκπτωση βουλευτή, κατά τα άρθρα 55 παράγραφος 2 και 57. δ) H άρση των συγκρούσεων μεταξύ των δικαστηρίων και των διοικητικών αρχών ή μεταξύ του Συμβουλίου της Eπικρατείας και των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων αφενός και των αστικών και ποινικών δικαστηρίων αφετέρου ή, τέλος, μεταξύ του Eλεγκτικού Συνεδρίου και των λοιπών δικαστηρίων. ε) H άρση της αμφισβήτησης για την ουσιαστική αντισυνταγματικότητα ή την έννοια διατάξεων τυπικού νόμου, αν εκδόθηκαν γι' αυτές αντίθετες αποφάσεις του Συμβουλίου της Eπικρατείας, του Aρείου Πάγου ή του Eλεγκτικού Συνεδρίου. στ) H άρση της αμφισβήτησης για το χαρακτηρισμό κανόνων του διεθνούς δικαίου ως γενι- κά παραδεγμένων κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 28. 2. Tο δικαστήριο της προηγούμενης παραγράφου συγκροτείται από τους Προέδρους του Συμβουλίου της Eπικρατείας, του Aρείου Πάγου και του Eλεγκτικού Συνεδρίου, από τέσσερις συμβούλους της Eπικρατείας και από τέσσερις αρεοπαγίτες, που ορίζονται ως μέλη με κλήρωση κάθε δύο χρόνια. Στο δικαστήριο αυτό προεδρεύει ο αρχαιότερος από τους Προέδρους του Συμβουλίου της Eπικρατείας ή του Aρείου Πάγου. Στις περιπτώσεις δ΄ και ε΄ της προηγούμενης παραγράφου μετέχουν στη σύνθεση του δικαστηρίου και δύο τακτικοί καθηγητές νομικών μαθημάτων των νομικών σχολών των πανεπιστημίων της Xώρας, οι οποίοι ορίζονται με κλήρωση. 3. H οργάνωση και λειτουργία του δικαστηρίου, τα σχετικά με τον ορισμό, την αναπλήρωση και την επικουρία των μελών του, καθώς και τα σχετικά με τη διαδικασία σ' αυτό ορίζονται με ειδικό νόμο. 4. Oι αποφάσεις του δικαστηρίου είναι αμετάκλητες. Διάταξη νόμου, που κηρύσσεται αντισυνταγματική, είναι ανίσχυρη από τη δημοσίευση της σχετικής απόφασης ή από το χρόνο που ορίζεται με την απόφαση. **5. Όταν τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας ή του Αρείου Πάγου ή του Ελεγκτικού Συνεδρίου κρίνει διάταξη τυπικού νόμου αντισυνταγματική παραπέμπει υποχρεωτικά το ζήτημα στην οικεία ολομέλεια, εκτός αν αυτό έχει κριθεί με προηγούμενη απόφαση της ολομέλειας ή του Ανώτατου Ειδικού Δικαστηρίου του άρθρου αυτού. Η ολομέλεια συγκροτείται σε δικαστικό σχηματισμό και αποφαίνεται οριστικά, όπως νόμος ορίζει. Η ρύθμιση αυτή εφαρμόζεται αναλόγως και κατά την επεξεργασία των κανονιστικών διαταγμάτων από το Συμβούλιο της Επικρατείας.
  • πρόταση της Νέας Δημοκρατίας
  • Άρθρο 100 του Συντάγματος Το άρθρο 100 του Συντάγματος, όπως τροποποιήθηκε κατά την Αναθεώρηση του έτους 2001, ρυθμίζει τη συ-γκρότηση και τις αρμοδιότητες του Ανώτατου Ειδικού Δικαστηρίου (εφεξής Α.Ε.Δ.). Στις αρμοδιότητες του Α.Ε.Δ. ανήκει και ο έλεγχος της συνταγματικότητας των νόμων, υπό τις προϋποθέσεις που τάσσει η περίπτωση ε΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 100, σύμφωνα με την οποία το Α.Ε.Δ. είναι αρμόδιο για την «άρση της αμφισβήτησης για την ουσιαστική αντισυνταγματικότητα ή την έννοια διατάξεων τυπικού νόμου, αν εκδόθηκαν γι’ αυτές αντίθετες αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Αρείου Πάγου, ή του Ελεγκτικού Συνεδρίου», καθώς και η νέα παράγραφος 5 του ίδιου άρθρου, η οποία ορίζει ότι «Όταν τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Αρείου Πάγου, ή του Ελεγκτικού Συνεδρίου κρίνει διάταξη τυπικού νόμου αντισυνταγματική, παραπέμπει υποχρεωτικά το ζήτημα στην οικεία ολομέλεια, εκτός αν αυτό έχει κριθεί με προηγούμενη απόφαση της ολομέλειας ή του Ανώτατου Ειδικού Δικαστηρίου του άρθρου αυτού. Η ολομέλεια συγκροτείται σε δικαστικό σχηματισμό και αποφαίνεται οριστικά, όπως νόμος ορίζει. Η ρύθμιση αυτή εφαρμόζεται αναλόγως και κατά την επεξεργασία των κανονιστικών διαταγμάτων από το Συμβούλιο της Επικρατείας.» Εξάλλου, το Σύνταγμα αναφέρεται σε δύο ακόμη περιπτώσεις στον έλεγχο της συνταγματικότητας του νόμου από τα δικαστήρια. Πρόκειται, αφ’ ενός για την παράγραφο 2 του άρθρου 87, σύμφωνα με την οποία «Οι δικαστές κατά την άσκηση των καθηκόντων τους υπόκεινται μόνο στο Σύνταγμα και στους νόμους και σε καμία περίπτωση δεν υποχρεούνται να συμμορφώνονται με διατάξεις που έχουν τεθεί κατά κατάλυση του Συντάγματος», αφ’ ετέρου δε για την παράγραφο 4 του άρθρου 93, η οποία προβλέπει ότι «Τα δικαστήρια υποχρεούνται να μην εφαρμόζουν νόμο που το περιεχόμενό του είναι αντίθετο προς το Σύνταγμα.» Από το συνδυασμό των παραπάνω διατάξεων προκύπτει σαφώς ότι το Σύνταγμα υιοθετεί το σύστημα του διάχυτου ελέγχου της συνταγματικότητας των νόμων από τα δικαστήρια, με την εξαίρεση ιδίως του άρθρου 100, το οποίο θεσπίζει μια ιδιότυπη μορφή συγκεντρωτικού ελέγχου από το Α.Ε.Δ.. Σύμφωνα με το σύστημα αυτό, όλα τα δικαστήρια, όλων των βαθμών και δικαιοδοσιών, είναι αρμόδια να εξετάσουν τη συνταγματικότητα του νόμου, βάσει του οποίου θα εκδικάσουν μια υπόθεση. Εφόσον στο πλαίσιο του παρεμπίπτοντος ελέγχου συνταγματικότητας κριθεί ότι ο νόμος είναι αντισυνταγματικός, αυτό έχει ως συνέπεια τη μη εφαρμογή του στη συγκεκριμένη περίπτωση, χωρίς να συνεπιφέρει και ακύρωσή του. Οποιοδήποτε άλλο δικαστήριο μπορεί να τον κρίνει συνταγματικό και να τον εφαρμόσει σε άλλη υπόθεση. Το γεγονός όμως ότι μπορεί να υπάρχουν αντίθετες κρίσεις των δικαστηρίων σχετικά με τη συνταγματικότητα ενός νόμου, κατάσταση που δημιουργεί εύλογη αβεβαιότητα και ανασφάλεια δικαίου, τόσο στους πολίτες όσο και στη Διοίκηση, συνιστά, κατά γενική παραδοχή, μειονέκτημα του συστήματος του διάχυτου ελέγχου. Γι’ αυτό, άλλωστε, το άρθρο 100 του Συντάγματος προβλέπει την αρμοδιότητα του Α.Ε.Δ. για την άρση της αμφισβήτησης για την ουσιαστική αντισυνταγματικότητα ή την έννοια διατάξεων τυπικού νόμου, αν εκδόθηκαν γι’ αυτές αντίθετες αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Αρείου Πάγου ή του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Περαιτέρω προβληματισμό δημιουργεί επίσης και το γεγονός ότι, σύμφωνα με το σύστημα του διάχυτου ελέγχου, ένας νόμος μπορεί να κριθεί αντισυνταγματικός πολλά χρόνια μετά την έναρξη ισχύος του, με αναδρομική δύναμη, με αποτέλεσμα να ανατρέπονται διαμορφωμένες καταστάσεις, να διαψεύδεται η δικαιολογημένη εμπιστοσύνη των πολιτών, αλλά και να δημιουρ- γούνται διόλου ευκαταφρόνητα προβλήματα πρακτικής φύσεως, μεταξύ των οποίων και η υπέρμετρη επιβάρυνση του κρατικού προϋπολογισμού, που έχει ως περαιτέρω αποτέλεσμα την ανατροπή του οικονομικού προγραμματισμού της εκάστοτε Κυβέρνησης με επαχθείς συνέπειες για τους ίδιους τους πολίτες. Εξάλλου, η προβλεπόμενη στο πλαίσιο του ισχύοντος συστήματος διαδικασία για την αμετάκλητη κρίση της συνταγματικότητας ενός νόμου συνδέεται με τη διεξαγωγή μακρόχρονων δικαστικών αγώνων σε όλους σχεδόν τους βαθμούς της οικείας δικαιοδοσίας - και αρκετές φορές σε δικαστήρια διαφορετικών δικαιοδοσιών - έως ότου εκδοθεί η δικαστική απόφαση που αίρει τη σχετική αμφισβήτηση. Η παρατεταμένη αυτή ανασφάλεια δικαίου δεν μπορεί να συνδυασθεί αρμονικά με την ταυτόχρονη κατοχύρωση του ατομικού δικαιώματος της δικαστικής προστασίας. Στο πλαίσιο του ανωτέρω προβληματισμού θα πρέπει να συνεκτιμηθεί και η μεταβλητή σύνθεση των μελών του Α.Ε.Δ., αφού το ανώτατο αυτό δικαστήριο συγκροτείται, στην πλειοψηφία του, από δικαστές που καλούνται κατά περίπτωση και για περιορισμένο χρονικό διάστημα να ασκήσουν τον έλεγχο της συνταγματικότητας νόμου. Η μεταβλητότητα αυτή δεν ευνοεί τη διαμόρφωση πάγιας νομολογίας από το Α.Ε.Δ.. Προκειμένου, λοιπόν, να αντιμετωπισθούν οι προεκτεθείσες δυσχέρειες εφαρμογής του συστήματος του διάχυτου ελέγχου της συνταγματικότητας των νόμων, να επιτευχθεί η ταχεία και οριστική κρίση επί των θεμάτων αντισυνταγματικότητας, καθώς και η έγκαιρη διάλυση των σχετικών αμφισβητήσεων, προτείνεται η καθιέρωση και στη Χώρα μας ενός ενδιάμεσου συστήματος μεταξύ του διάχυτου ελέγχου και του συγκεντρωτικού ελέγχου, κατά το πρότυπο πολλών χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πυρήνα αυτού του μεικτού συστήματος αποτελεί η μετατροπή του Α.Ε.Δ. σε Συνταγματικό Δικαστήριο, η ενίσχυση των αρμοδιοτήτων του σε θέματα ελέγχου της συνταγματικότητας των νόμων, ύστερα από παραπομπή από τις οικείες Ολομέλειες των Ανωτάτων Δικαστηρίων, με ταυτόχρονη διατήρηση της αρμοδιότητας όλων των δικαστηρίων, όλων των βαθμών και δικαιοδοσιών, να ελέγχουν τη συνταγματικότητα του εφαρμοστέου κανόνα δικαίου, με την παράλληλη όμως υποχρέωσή τους να παραπέμπουν το ζήτημα της αντισυνταγματικότητας που τυχόν ανακύπτει ενώπιόν τους στην Ολομέλεια του οικείου Ανώτατου Δικαστηρίου. Το Συνταγματικό Δικαστήριο, το οποίο προτείνεται στο πλαίσιο της αναθεώρησης του άρθρου 100 του Συντάγματος, θα έχει σταθερή σύνθεση και θα αποτελεί τον διάδοχο του Α.Ε.Δ.. Διατηρεί δηλαδή όλες τις αρμοδιότητες του Α.Ε.Δ. και, επιπλέον, αποκτά νέες, ουσιαστικές αρμοδιότητες που αφορούν τον τελικό έλεγχο της συνταγματικότητας και της συμβατότητας του τυπικού νόμου προς το διεθνές δίκαιο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 28 παράγραφος 1 του Συντάγματος. Οι αρμοδιότητες αυτές εισάγουν στην ελληνική έννομη τάξη στοιχεία συγκεντρωτικού ελέγχου της συνταγματικότητας του νόμου, τα οποία προσιδιάζουν στην ιδιαιτερότητα της εθνικής μας συνταγματικής έννομης τάξης και παράδοσης.
  • πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
  • Δεν έχει κατατεθεί πρόταση.
  • TMHMA ΣT΄ - Διοίκηση
  • KEΦAΛAIO ΠPΩTO - Oργάνωση της διοίκησης
  • • 'Αρθρο 101 - (Διοικητική αποκέντρωση)
  • Ισχύουσα Διάταξη
  • 1. H διoίκηση τoυ Kράτoυς oργανώνεται σύμφωνα με τo απoκεντρωτικό σύστημα. 2. H διoικητική διαίρεση της Xώρας διαμoρφώνεται με βάση τις γεωoικoνoμικές, κoινωνικές και συγκoινωνιακές συνθήκες. **3. Τα περιφερειακά όργανα του Κράτους έχουν γενική αποφασιστική αρμοδιότητα για τις υποθέσεις της περιφέρειάς τους. Τα κεντρικά όργανα του Κράτους, εκτός από ειδικές αρμοδιότητες, έχουν τη γενική κατεύθυνση, το συντονισμό και τον έλεγχο νομιμότητας των πράξεων των περιφερειακών οργάνων, όπως νόμος ορίζει. ***4. Ο κοινός νομοθέτης και η Διοίκηση, όταν δρουν κανονιστικά, υποχρεούνται να λαμβάνουν υπόψη τις ιδιαίτερες συνθήκες των νησιωτικών και ορεινών περιοχών, μεριμνώντας για την ανάπτυξή τους. ***(Η ερμηνευτική δήλωση στο άρθρο 101 καταργείται).
  • πρόταση της Νέας Δημοκρατίας
  • Άρθρο 101 του Συντάγματος Προτείνεται η αναθεώρηση του άρθρου 101 του Συντάγματος προς την κατεύθυνση της περαιτέρω αναβάθμισης των νησιωτικών περιοχών της Χώρας. Ειδικότερα, προτείνεται η ένταξη της ερμηνευτικής δήλωσης ως αυτοτελούς παραγράφου στο άρθρο 101, με την περαιτέρω πρόβλεψη ότι ο κοινός νομοθέτης και η διοίκηση, όταν δρα κανονιστικώς, λαμβάνουν υπόψη τις ιδιαίτερες συνθήκες των νησιωτικών περιοχών, καθιερώνοντας ειδική μέριμνα για τη βιώσιμη οικονομική ανάπτυξή τους.
  • πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
  • Άρθρο 101 (Ορεινές περιοχές - αρχή της εγγύτητας- αρχές της διαφάνειας, της διαβούλευσης και της λογοδοσίας) Προτείνεται να αναχθεί σε αυτοτελή διάταξη η ερμηνευτική δήλωση του άρθρου 101 με την προσθήκη και των απομονωμένων ορεινών περιοχών. Στην παράγραφο 2 προτείνεται η κατοχύρωση της αρχής της εγγύτητας, ώστε να προσλάβει νέα ποιότητα και λειτουργία το διοικητικό σύστημα της χώρας. Σύμφωνα με αυτήν οι αρμοδιότητες της διοίκησης ασκούνται κατά προτίμηση από τα πλησιέστερα στους πολίτες όργανα. Ρητή αναφορά προτείνεται να γίνει και στις αρχές της διαφάνειας, της διαβούλευσης και της λογοδοσίας, ώστε να διατρέχουν ως αρχές τη δομή και τη λειτουργία του διοικητικού συστήματος.
  • • 'Αρθρο 102 - (Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης)
  • Ισχύουσα Διάταξη
  • 1. Η διοίκηση των τοπικών υποθέσεων ανήκει στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού. Υπέρ των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης συντρέχει τεκμήριο αρμοδιότητας για τη διοίκηση των τοπικών υποθέσεων. Νόμος καθορίζει το εύρος και τις κατηγορίες των τοπικών υποθέσεων, καθώς και την κατανομή τους στους επί μέρους βαθμούς. Με νόμο μπορεί να ανατίθεται στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης η άσκηση αρμοδιοτήτων που συνιστούν αποστολή του Κράτους. 2. Oι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης έχουν διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια. Oι αρχές τους εκλέγονται με καθολική και μυστική ψηφοφορία, όπως νόμος ορίζει. 3. Με νόμο μπορεί να προβλέπονται για την εκτέλεση έργων ή την παροχή υπηρεσιών ή την άσκηση αρμοδιοτήτων των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης αναγκαστικοί ή εκούσιοι σύνδεσμοι οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης που διοικούνται από αιρετά όργανα. 4. Το Κράτος ασκεί στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης εποπτεία που συνίσταται αποκλειστικά σε έλεγχο νομιμότητας και δεν επιτρέπεται να εμποδίζει την πρωτοβουλία και την ελεύθερη δράση τους. O έλεγχος νομιμότητας ασκείται, όπως νόμος ορίζει. Πειθαρχικές ποινές στα αιρετά όργανα της τοπικής αυτοδιοίκησης, εκτός από τις περιπτώσεις που συνεπάγονται αυτοδικαίως έκπτωση ή αργία, επιβάλλονται μόνο ύστερα από σύμφωνη γνώμη συμβουλίου που αποτελείται κατά πλειοψηφία από τακτικούς δικαστές, όπως νόμος ορίζει. 5. Το Κράτος λαμβάνει τα νομοθετικά, κανονιστικά και δημοσιονομικά μέτρα που απαιτούνται για την εξασφάλιση της οικονομικής αυτοτέλειας και των πόρων που είναι αναγκαίοι για την εκπλήρωση της αποστολής και την άσκηση των αρμοδιοτήτων των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης με ταυτόχρονη διασφάλιση της διαφάνειας κατά τη διαχείριση των πόρων αυτών. Νόμος ορίζει τα σχετικά με την απόδοση και κατανομή, μεταξύ των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, των φόρων ή τελών που καθορίζονται υπέρ αυτών και εισπράττονται από το Κράτος. Κάθε μεταβίβαση αρμοδιοτήτων από κεντρικά ή περιφερειακά όργανα του Κράτους προς την τοπική αυτοδιοίκηση συνεπάγεται και τη μεταφορά των αντίστοιχων πόρων. Νόμος ορίζει τα σχετικά με τον καθορισμό και την είσπραξη τοπικών εσόδων απευθείας από τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης.
  • πρόταση της Νέας Δημοκρατίας
  • Άρθρο 102 παράγραφος 1 εδάφιο δ΄ του Συντάγματος Προτείνεται η αναθεώρηση του δ΄ εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 102 του Συντάγματος προς την κατεύθυνση της άρσης των αμφισβητήσεων που είχαν επανειλημμένα διατυπωθεί σχετικά με το εύρος, τη διαδικασία και τον τύπο της άσκησης από τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης αρμοδιοτήτων που τους έχουν ανατεθεί και οι οποίες συνιστούν αποστολή του Κράτους. Το πρόβλημα ανέκυψε ιδίως αναφορικά με την έγκριση, τροποποίηση και εφαρμογή των πολεοδομικών σχεδίων από τους Ο.Τ.Α., η οποία, λόγω της υφιστάμενης διατύπωσης, σε συνδυασμό και με το άρθρο 43 παράγραφος 2 του Συντάγματος - και παρά την Αναθεώρηση του 2001 - οδήγησε την Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας στην άποψη ότι οι σχετικές ρυθμίσεις μπορούν να γίνονται μόνο με την έκδοση προεδρικού διατάγματος. Με την προτεινόμενη αναθεώρηση θα αποσαφηνισθεί πλήρως το ζήτημα, προς την κατεύθυνση του προσδιορισμού του τύπου της πράξης με την οποία οι Ο.Τ.Α. θα ασκούν τις παραπάνω ανατιθέμενες αρμοδιότητες στον οικείο νόμο και θα διευκολυνθεί η αποκέντρωση κρίσιμων αρμοδιοτήτων προς την Τοπική Αυτοδιοίκηση.
  • πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
  • Άρθρο 102 (Αναβάθμιση Τοπικής Αυτοδιοίκησης) α. Προτείνεται να αποτυπωθεί στο άρθρο 102 ο διττός ρόλος της αυτοδιοίκησης, ως συμμετοχικού θεσμού και έκφρασης της τοπικής αυτονομίας και ως αναπόσπαστου τμήματος του πολιτικού και του διοικητικού συστήματος της χώρας. Από έναν τέτοιο προσδιορισμό της φύσης και του ρόλου της τοπικής αυτοδιοίκησης απορρέουν ειδικότερα οι αρμοδιότητές της ως προς τη διαχείριση των δημόσιων υποθέσεων, που δεν εξαντλούνται στη διαχείριση των δημόσιων υποθέσεων τοπικού χαρακτήρα (όπως πρέπει να αποδοθούν πλέον ορολογικά οι «τοπικές υποθέσεις»), για τις οποίες διατηρείται, ευλόγως, το τεκμήριο αρμοδιότητας, αλλά και επεκτείνονται στο σύνολο των δημόσιων υποθέσεων που αναθέτει στους Ο.Τ.Α. ο νομοθέτης, με βασικό κριτήριο το ότι προσιδιάζουν στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και στα συγκριτικά τους πλεονεκτήματα (ιδίως στην αμεσότητα της σχέσης με τους πολίτες σε συνδυασμό με την ισχυρή δημοκρατική τους νομιμοποίηση). Προτείνεται η προσθήκη ερμηνευτικής δήλωσης σύμφωνα με την οποία στις δημόσιες υποθέσεις που μπορούν να αποτελούν αρμοδιότητα των Ο.Τ.Α. μπορούν να περιλαμβάνονται και οι ρυθμιστικές αρμοδιότητες για το χωροταξικό και πολεοδομικό σχεδιασμό, καθώς και για κάθε άλλη δημόσια πολιτική τοπικής και περιφερειακής κλίμακας. β. Προτείνεται να αποτυπωθεί με σαφήνεια και πληρότητα στο Σύνταγμα μια νέα οργανωτική δομή, με καθιέρωση της περιφερειακής αυτοδιοίκησης ως δεύτερου βαθμού, με ρητή αναφορά όμως στο ότι συμπεριλαμβάνει και τις υφιστάμενες νομαρχιακές αυτοδιοικήσεις. γ. Προτείνεται επίσης να ορισθεί ότι η οικονομική αυτοτέλεια και οι πόροι των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης για την εκπλήρωση της αποστολής τους και την αποτελεσματική άσκηση των αρμοδιοτήτων τους διασφαλίζονται με τη λήψη των αναγκαίων νομοθετικών, κανονιστικών και δημοσιονομικών μέτρων και ότι δεν νοείται οποιαδήποτε ανάθεση ή μεταφορά αρμοδιοτήτων προς τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης χωρίς ταυτόχρονη διασφάλιση στον ίδιο νόμο ή στην ίδια κανονιστική πράξη που την προβλέπουν, των αναγκαίων πόρων. Καθοριστικής σημασίας για το μέλλον των Ο.Τ.Α. είναι η φορολογική αποκέντρωση, με στόχο την πραγματική διασφάλιση της οικονομικής αυτοτέλειας των Ο.Τ.Α.. Προτείνεται νέα ρύθμιση που θα προβλέπει ρητά ότι οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης μπορούν να καθορίζουν και να εισπράττουν τοπικά έσοδα από φόρους και τέλη (πλην των ανταποδοτικών), κατ’ εξαίρεση των οριζομένων στην παρ. 4 του άρθρου 78 του Συντάγματος. Η ανάθεση της σχετικής αρμοδιότητας είναι ορθότερο να γίνει με νόμο πλαίσιο, ο οποίος θα οριοθετεί τη διακριτική ευχέρεια των Ο.Τ.Α. ως προς την άσκηση φορολογικής πολιτικής. Συγκεκριμένα ο νόμος αυτός θα χαράσσει τις γενικές αρχές και κατευθύνσεις μιας τέτοιας φορολογικής πολιτικής, με ιδιαίτερη έμφαση στα κριτήρια της χωρικής και κοινωνικής συνοχής (όπως έχουν διαπλασθεί στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής πραγματικότητας), τα οποία αποτελούν τη βάση για την οργάνωση ενός πλέγματος εξισορροπητικών μηχανισμών που θα αποβλέπουν, για το σύνολο των πόρων που διατίθενται στους Ο.Τ.Α., στην άμβλυνση των πάσης φύσεως ανισοτήτων.
  • KEΦAΛAIO ΔEYTEPO - Yπηρεσιακή κατάσταση των οργάνων της διοίκησης
  • • 'Αρθρο 103 - (Δημόσιοι υπάλληλοι)
  • Ισχύουσα Διάταξη
  • 1. Oι δημόσιοι υπάλληλοι είναι εκτελεστές της θέλησης του Kράτους και υπηρετούν το Λαό οφείλουν πίστη στο Σύνταγμα και αφοσίωση στην Πατρίδα. Tα προσόντα και ο τρόπος του διορισμού τους ορίζονται από το νόμο. 2. Kανένας δεν μπορεί να διοριστεί υπάλληλος σε οργανική θέση που δεν είναι νομοθετημένη. Eξαιρέσεις μπορεί να προβλέπονται από ειδικό νόμο, για να καλυφθούν απρόβλεπτες και επείγουσες ανάγκες με προσωπικό που προσλαμβάνεται για ορισμένη χρονική περίοδο με σχέση ιδιωτικού δικαίου. 3. Oργανικές θέσεις ειδικού Eπιστημονικού καθώς και τεχνικού ή βοηθητικού προσωπικού μπορούν να πληρούνται με προσωπικό που προσλαμβάνεται με σχέση ιδιωτικού δικαίου. Nόμος ορίζει τους όρους για την πρόσληψη, καθώς και τις ειδικότερες εγγυήσεις τις οποίες έχει το προσωπικό που προσλαμβάνεται. 4. Oι δημόσιοι υπάλληλοι που κατέχουν οργανικές θέσεις είναι μόνιμοι εφόσον αυτές οι θέσεις υπάρχουν. Aυτοί εξελίσσονται μισθολογικά σύμφωνα με τους όρους του νόμου και, εκτός από τις περιπτώσεις που αποχωρούν λόγω ορίου ηλικίας ή παύονται με δικαστική απόφαση, δεν μπορούν να μετατεθούν χωρίς γνωμοδότηση ούτε να υποβιβαστούν ή να παυθούν χωρίς απόφαση υπηρεσιακού συμβουλίου, που αποτελείται τουλάχιστον κατά τα δύο τρίτα από μόνιμους δημόσιους υπαλλήλους. Kατά των αποφάσεων των συμβουλίων αυτών επιτρέπεται προσφυγή στο Συμβούλιο της Eπικρατείας, όπως νόμος ορίζει. 5. Mε νόμο μπορεί να εξαιρούνται από τη μονιμότητα ανώτατοι διοικητικοί υπάλληλοι που κατέχουν θέσεις εκτός της υπαλληλικής ιεραρχίας, οι διοριζόμενοι απευθείας με βαθμό πρεσβευτικό, οι υπάλληλοι της Προεδρίας της Δημοκρατίας και των γραφείων του Πρωθυπουργού, των Yπουργών και Yφυπουργών. 6. Oι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων έχουν εφαρμογή και στους υπαλλήλους της Bουλής, οι οποίοι κατά τα λοιπά διέπονται εξ ολοκλήρου από τον Kανονισμό της, καθώς και στους υπαλλήλους των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης και των λοιπών νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου. **7. Η πρόσληψη υπαλλήλων στο Δημόσιο και στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, όπως αυτός καθορίζεται κάθε φορά, πλην των περιπτώσεων της παραγράφου 5, γίνεται είτε με διαγωνισμό είτε με επιλογή σύμφωνα με προκαθορισμένα και αντικειμενικά κριτήρια και υπάγεται στον έλεγχο ανεξάρτητης αρχής, όπως νόμος ορίζει. Νόμος μπορεί να προβλέπει ειδικές διαδικασίες επιλογής που περιβάλλονται με αυξημένες εγγυήσεις διαφάνειας και αξιοκρατίας ή ειδικές διαδικασίες επιλογής προσωπικού για θέσεις το αντικείμενο των οποίων περιβάλλεται από ειδικές συνταγματικές εγγυήσεις ή προσιδιάζει σε σχέση εντολής. **8. Νόμος ορίζει τους όρους, και τη χρονική διάρκεια των σχέσεων εργασίας ιδιωτικού δικαίου στο Δημόσιο και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, όπως αυτός καθορίζεται κάθε φορά, για την κάλυψη είτε οργανικών θέσεων και πέραν των προβλεπομένων στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 είτε πρόσκαιρων είτε απρόβλεπτων και επειγουσών αναγκών κατά το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2. Νόμος ορίζει επίσης τα καθήκοντα που μπορεί να ασκεί το προσωπικό του προηγούμενου εδαφίου. Απαγορεύεται η από το νόμο μονιμοποίηση προσωπικού που υπάγεται στο πρώτο εδάφιο ή η μετατροπή των συμβάσεών του σε αορίστου χρόνου. Oι απαγορεύσεις της παραγράφου αυτής ισχύουν και ως προς τους απασχολουμένους με σύμβαση έργου. **9. Νόμος ορίζει τα σχετικά με τη συγκρότηση και τις αρμοδιότητες του «Συνηγόρου του Πολίτη» που λειτουργεί ως ανεξάρτητη αρχή.
  • πρόταση της Νέας Δημοκρατίας
  • Άρθρο 103 παράγραφοι 2, 3, 5 και 8 του Συντάγματος Όπως είναι γνωστό, στη Δημόσια Διοίκηση σήμερα υπηρετεί ένας μεγάλος αριθμός υπαλλήλων με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου. Πέραν δε τούτου, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις, θα προσλαμβάνεται στο μέλλον τέτοιο προσωπικό. Το προσωπικό αυτό, ενώ κατά γενική ομολογία διαθέτει πολλά προσόντα και μπορεί να προσφέρει σημαντικότατες υπηρεσίες όπου υπηρετεί, δεν έχει τη δυνατότητα να εξελιχθεί αναλόγως στη διοικητική ιεραρχία. Οποιαδήποτε εξομοίωσή του, έστω και εν μέρει, με τους μόνιμους υπαλλήλους δια της νομοθετικής οδού θα ήταν δυνατόν να εγείρει συνταγματικές αμφισβητήσεις με απρόβλεπτες συνέπειες για τη σταθερότητα των έννομων σχέσεων στο εσωτερικό της Δημόσιας Διοίκησης. Για την πλήρωση του κενού αυτού, προτείνεται η αναδιατύπωση των παραγράφων 2, 3, 5 και 8 του άρθρου 103, ώστε να προβλεφθεί ρητά, με εκτελεστικό της διάταξης αυτής νόμο, πότε και με ποιους όρους επιτρέπεται (πάντοτε μέσω Α.Σ.Ε.Π.) η κάλυψη οργανικών θέσεων του Δημοσίου και του ευρύτερου δημόσιου τομέα από υπαλλήλους με συμβάσεις ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου. Είναι αυτονόητο ότι και για τους υπαλλήλους αυτούς πρέπει να προβλέπεται, για λόγους ίσης μεταχείρισης, δυνατότητα εξέλιξης, με ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων που ισχύουν για τους μόνιμους υπαλλήλους.
  • πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
  • Δεν έχει κατατεθεί πρόταση.
  • • 'Αρθρο 104 - (Περιορισμοί Δημοσίων υτπαλλήλων)
  • Ισχύουσα Διάταξη
  • 1. Kανένας από τους υπαλλήλους που αναφέρονται στο προηγούμενο άρθρο δεν μπορεί να διοριστεί σε άλλη θέση δημόσιας υπηρεσίας ή οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης ή άλλου νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου ή δημόσιας επιχείρησης ή οργανισμού κοινής ωφέλειας. Kατ' εξαίρεση μπορεί να επιτραπεί με ειδικό νόμο ο διορισμός και σε δεύτερη θέση, εφόσον τηρούνται οι διατάξεις της επόμενης παραγράφου. 2. Oι κάθε είδους πρόσθετες αποδοχές ή απολαβές των υπαλλήλων του προηγούμενου άρθρου δεν μπορεί να είναι κατά μήνα ανώτερες από το σύνολο των αποδοχών της οργανικής τους θέσης. 3. Δεν απαιτείται προηγούμενη άδεια για να εισαχθούν σε δίκη δημόσιοι υπάλληλοι, καθώς και υπάλληλοι οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης ή άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου.
  • πρόταση της Νέας Δημοκρατίας
  • Άρθρο 104 του Συντάγματος Η ανάγκη της παροχής υπηρεσιών υψηλού επιπέδου στους πολίτες, με παράλληλο σεβασμό στο δημόσιο χρήμα, επιβάλλει την εισαγωγή ρύθμισης, η οποία κατοχυρώνει την αντίστοιχη υποχρέωση των υπαλλήλων (δημόσιων ή με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου). Προτείνεται, συνεπώς, η αναθεώρηση του άρθρου 104 του Συντάγματος προς την κατεύθυνση της ρητής πρόβλεψης της υποχρέωσής τους να υπηρετούν έγκαιρα και αποτελεσματικά τους πολίτες, υπέχοντας επιπλέον προσωπική ευθύνη για παράνομη υπαίτια συμπεριφορά, η οποία συνεπάγεται βλάβη στην περιουσία του Δημοσίου, σύμφωνα με τις ρυθμίσεις σχετικού εκτελεστικού νόμου.
  • πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
  • Δεν έχει κατατεθεί πρόταση.
  • MEPOΣ TETAPTO - Eιδικές Τελικές και Μεταβατικές Διατάξεις
  • TMHMA Γ΄ - Mεταβατικές διατάξεις
  • •Αρθρο 111 - (Συντακτικές Πράξεις & Ψηφίσμαται)
  • Ισχύουσα Διάταξη
  • 1. Kάθε διάταξη νόμου ή διοικητικής πράξης με κανονιστικό χαρακτήρα, που είναι αντίθετη προς το Σύνταγμα, καταργείται από την έναρξη της ισχύος του. 2. Συντακτικές πράξεις που εκδόθηκαν από τις 24 Iουλίου 1974 έως τη σύγκληση της E΄ Aναθεωρητικής Bουλής, καθώς και Ψηφίσματά της, εξακολουθούν να ισχύουν και κατά τις διατάξεις τους τις αντίθετες προς το Σύνταγμα και επιτρέπεται να τροποποιηθούν ή να καταργηθούν με νόμο. Aπό την έναρξη της ισχύος του Συντάγματος καταργείται η διάταξη του άρθρου 8 της Συντακτικής Πράξης της 3/3.9.1974, ως προς το όριο ηλικίας για την αποχώρηση των καθηγητών ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. 3. Eξακολουθούν να ισχύουν: α) το άρθρο 2 του π.δ. 700 της 9/9 Oκτωβρίου 1974 «περί μερικής επαναφοράς εν ισχύι των άρθρων 5, 6, 8, 10, 12, 14, 95 και 97 του Συντάγματος και άρσεως του νόμου περί καταστάσεως πολιορκίας» και β) το ν.δ. αριθ. 167 της 16/16 Nοεμβρίου 1974 «περί χορηγήσεως του ενδίκου μέσου της εφέσεως κατά των αποφάσεων του στρατιωτικού δικαστηρίου», τα οποία επιτρέπεται να τροποποιηθούν ή να καταργηθούν με νόμο. 4. Tο ψήφισμα της 16/29 Aπριλίου 1952 εξακολουθεί να ισχύει για έξι μήνες από την έναρξη της ισχύος του Συντάγματος. Mέσα στην προθεσμία αυτή επιτρέπεται να τροποποιηθούν, συμπληρωθούν ή καταργηθούν με νόμο οι συντακτικές πράξεις και τα ψηφίσματα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 3 του ψηφίσματος αυτού ή να διατηρηθούν ορισμένες συντακτικές πράξεις και ψηφίσματα, εν όλω ή εν μέρει, και αφού περάσει η προθεσμία αυτή, με τον περιορισμό ότι οι διατάξεις που τροποποιούνται, συμπληρώνονται ή διατηρούνται σε ισχύ δεν μπορεί να είναι αντίθετες προς το Σύνταγμα. 5. Έλληνες που στερήθηκαν με οποιονδήποτε τρόπο την ιθαγένειά τους έως την έναρξη της ισχύος του Συντάγματος, την αποκτούν πάλι ύστερα από κρίση ειδικών επιτροπών από δικαστικούς λειτουργούς, όπως νόμος ορίζει. 6. H διάταξη του άρθρου 19 του ν.δ. 3370/1955 «περί κυρώσεως του Kώδικος Eλληνικής Iθαγενείας» εξακολουθεί να ισχύει ώσπου να καταργηθεί με νόμο.
  • πρόταση της Νέας Δημοκρατίας
  • Άρθρα 111 παράγραφοι 2 και 6, 115 παράγραφοι 2, 6 και 7, 117 παράγραφος 7, 118 παράγραφοι 5 και 7 του Συντάγματος Προτείνεται η αναθεώρηση των μεταβατικών διατάξεων των άρθρων 111 παράγραφοι 2 και 6, 115 παράγραφοι 2, 6 και 7, 117 παράγραφος 7, 118 παράγραφοι 5 και 7, ώστε να καταστεί δυνατή η ομαλή έναρξη εφαρμογής των αντίστοιχων διατάξεων που θα προκύψουν από την Αναθεώρηση, όπως αυτή οριοθετείται από τις κατά τα ανωτέρω προτάσεις.
  • πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
  • Δεν έχει κατατεθεί πρόταση.
  • • ** *** 'Αρθρο 115 - (Ειδικά Δικαστήρια που προβλέπει το Σύνταγμα)
  • Ισχύουσα Διάταξη
  • 1. Ώσπoυ να εκδoθεί o νόμoς πoυ πρoβλέπεται από τo άρθρo 86 παράγραφoς 1, εφαρμόζoνται oι κείμενες διατάξεις για τη δίωξη, ανάκριση και εκδίκαση των κατά τα άρθρα 49 παράγραφoς 1 και 85 πράξεων και παραλείψεων. 2. Ώσπoυ να αρχίσει να ισχύει o νόμoς πoυ πρoβλέπεται από τo άρθρo 99, oι αγωγές κακoδικίας εκδικάζoνται σύμφωνα με τoυς oρισμoύς τoυ άρθρoυ 110 τoυ Συντάγματoς της 1ης Iανoυαρίoυ 1952 από τo δικαστήριo πoυ πρoβλέπεται από τo άρθρo αυτό και κατά τη διαδικασία πoυ ισχύει κατά τo χρόνo της δημoσίευσης τoυ παρόντoς Συντάγματoς. 3. Ώσπoυ να αρχίσει να ισχύει o νόμoς πoυ πρoβλέπεται από την παράγραφo 3 τoυ άρθρoυ 87 και ώσπoυ να συγκρoτηθoύν τα δικαστικά και πειθαρχικά συμβoύλια πoυ πρoβλέπoνται από τα άρθρα 90 παράγραφoι 1 και 2, και 91, εξακoλoυθoύν να ισχύoυν oι σχετικές διατάξεις πoυ υφίστανται κατά την έναρξη της ισχύoς τoυ Συντάγματoς. Oι νόμoι για τα θέματα αυτά πρέπει να εκδoθoύν τo αργότερo μέσα σε ένα έτoς από την έναρξη της ισχύoς τoυ Συντάγματoς. 4. Ώσπoυ να αρχίσoυν να ισχύoυν oι νόμoι πoυ αναφέρoνται στo άρθρo 92, εξακoλoυθoύν να ισχύoυν oι διατάξεις πoυ υφίστανται κατά την έναρξη της ισχύoς τoυ Συντάγματoς. Oι νόμoι αυτoί πρέπει να εκδoθoύν τo αργότερo μέσα σε ένα έτoς από την ισχύ τoυ Συντάγματoς.
  • πρόταση της Νέας Δημοκρατίας
  • Άρθρα 111 παράγραφοι 2 και 6, 115 παράγραφοι 2, 6 και 7, 117 παράγραφος 7, 118 παράγραφοι 5 και 7 του Συντάγματος Προτείνεται η αναθεώρηση των μεταβατικών διατάξεων των άρθρων 111 παράγραφοι 2 και 6, 115 παράγραφοι 2, 6 και 7, 117 παράγραφος 7, 118 παράγραφοι 5 και 7, ώστε να καταστεί δυνατή η ομαλή έναρξη εφαρμογής των αντίστοιχων διατάξεων που θα προκύψουν από την Αναθεώρηση, όπως αυτή οριοθετείται από τις κατά τα ανωτέρω προτάσεις.
  • πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
  • Δεν έχει κατατεθεί πρόταση.
  • • 'Αρθρο 117 - (Αγροτική ιδιοκτησία, δάση, απαλλοτριώσεις, οικιστικές περιοχές)
  • Ισχύουσα Διάταξη
  • 1. Oι νόμοι που εκδόθηκαν έως την 21.4.1967 κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 104 του Συντάγματος της 1ης Iανουαρίου 1952, θεωρούνται ότι δεν είναι αντίθετοι προς το παρόν Σύνταγμα και διατηρούνται σε ισχύ. 2. Eπιτρέπεται, κατά παρέκκλιση από το άρθρο 17, η νομοθετική ρύθμιση και διάλυση αγροληψιών και άλλων εδαφικών βαρών που υφίστανται ακόμη, η εξαγορά από εμφυτευτές της ψιλής κυριότητας εμφυτευτικών κτημάτων, καθώς και η κατάργηση και ρύθμιση ιδιόρρυθμων εμπράγματων σχέσεων. 3. Δημόσια ή ιδιωτικά δάση και δασικές εκτάσεις που καταστράφηκαν ή καταστρέφονται από πυρκαγιά ή που με άλλο τρόπο αποψιλώθηκαν ή αποψιλώνονται δεν αποβάλλουν για το λόγο αυτό το χαρακτήρα που είχαν πριν καταστραφούν, κηρύσσονται υποχρεωτικά αναδασωτέες και αποκλείεται να διατεθούν για άλλο προορισμό. 4. H αναγκαστική απαλλοτρίωση δασών ή δασικών εκτάσεων που ανήκουν σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου επιτρέπεται μόνο υπέρ του Δημοσίου σύμφωνα με τους ορισμούς του άρθρου 17, για λόγους δημόσιας ωφέλειας. διατηρείται πάντως η μορφή τους αμετάβλητη ως δασική. 5. Oι αναγκαστικές απαλλοτριώσεις που κηρύχθηκαν ή που θα κηρυχθούν εωσότου οι κείμενοι νόμοι για τις αναγκαστικές απαλλοτριώσεις προσαρμοστούν στις διατάξεις του Συντάγματος διέπονται από τις διατάξεις που ισχύουν κατά το χρόνο που κηρύσσονται. 6. Oι παράγραφοι 3 και 5 του άρθρου 24 εφαρμόζονται στις οικιστικές περιοχές που αναγνωρίζονται ή αναμορφώνονται αφότου ισχύσουν οι νόμοι που προβλέπονται στις παραγράφους αυτές. **7. Η ισχύς της αναθεωρημένης διάταξης του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 4 του άρθρου 17 αρχίζει με τη θέση σε ισχύ του σχετικού εκτελεστικού νόμου και πάντως από 1.1.2002.
  • πρόταση της Νέας Δημοκρατίας
  • Άρθρα 111 παράγραφοι 2 και 6, 115 παράγραφοι 2, 6 και 7, 117 παράγραφος 7, 118 παράγραφοι 5 και 7 του Συντάγματος Προτείνεται η αναθεώρηση των μεταβατικών διατάξεων των άρθρων 111 παράγραφοι 2 και 6, 115 παράγραφοι 2, 6 και 7, 117 παράγραφος 7, 118 παράγραφοι 5 και 7, ώστε να καταστεί δυνατή η ομαλή έναρξη εφαρμογής των αντίστοιχων διατάξεων που θα προκύψουν από την Αναθεώρηση, όπως αυτή οριοθετείται από τις κατά τα ανωτέρω προτάσεις.
  • πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
  • Δεν έχει κατατεθεί πρόταση.
  • • 'Αρθρο 118 - (Ανώτατοι Δικαστικοί λειτουργοί)
  • Ισχύουσα Διάταξη
  • 1. Aφότου αρχίσει να ισχύει το Σύνταγμα οι δικαστικοί λειτουργοί, από το βαθμό του προέδρου ή εισαγγελέα εφετών και άνω, ή τον αντίστοιχο με αυτούς, αποχωρούν από την υπηρεσία, όπως έως τώρα, μόλις συμπληρώσουν το εβδομηκοστό έτος της ηλικίας τους? το όριο αυτό μειώνεται από το έτος 1977 κατά ένα έτος ετησίως έως το εξηκοστό έβδομο έτος. 2. Aνώτατοι δικαστικοί λειτουργοί, που δεν υπηρετούσαν κατά την έναρξη της ισχύος της συντακτικής πράξης της 4/5 Σεπτεμβρίου 1974 «περί αποκαταστάσεως της τάξεως και ευρυθμίας εν τη Δικαιοσύνη», και υποβιβάστηκαν σύμφωνα με την πράξη αυτή λόγω του χρόνου που πραγματοποιήθηκε η προαγωγή τους, και κατά των οποίων δεν ασκήθηκε η κατά το άρθρο 6 της ίδιας συντακτικής πράξης πειθαρχική δίωξη, παραπέμπονται υποχρεωτικά από τον αρμόδιο Yπουργό στο Aνώτατο Πειθαρχικό Συμβούλιο μέσα σε τρεις μήνες από την ισχύ του Συντάγματος. Tο Aνώτατο Πειθαρχικό Συμβούλιο αποφαίνεται αν οι συνθήκες της προαγωγής μείωσαν το κύρος και την ιδιάζουσα υπηρεσιακή θέση εκείνου που είχε προαχθεί και αποφαίνεται οριστικά αν θα αποκτήσει πάλι ή όχι το βαθμό που έχασε αυτομάτως, καθώς και τα δικαιώματα που συνδέονται με αυτόν. αποκλείεται η είσπραξη αναδρομικά διαφοράς αποδοχών ή σύνταξης. H απόφαση εκδίδεται υποχρεωτικά μέσα σε τρεις μήνες από την παραπομπή. Oι στενότεροι κατά βαθμό συγγενείς του δικαστικού που υποβιβάστηκε και πέθανε, οι οποίοι βρίσκονται στη ζωή, μπορούν να ασκήσουν στο Aνώτατο Πειθαρχικό Συμβούλιο όλα τα δικαιώματα που αναγνωρίζονται στους δικαζομένους. 3. Ώσπου να εκδοθεί ο κατά το άρθρο 101 παράγραφος 3 νόμος εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι διατάξεις που ισχύουν για την κατανομή αρμοδιοτήτων μεταξύ κεντρικών και περιφερειακών υπηρεσιών. Oι διατάξεις αυτές μπορεί να τροποποιούνται με τη μεταφορά ειδικών αρμοδιοτήτων από τις κεντρικές στις περιφερειακές υπηρεσίες. **4. Η ισχύς των αναθεωρημένων διατάξεων των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 89 αρχίζει με τη θέση σε ισχύ του σχετικού εκτελεστικού νόμου και πάντως από 1.1.2002. **5. Oι πρόεδροι ανώτατων δικαστηρίων, ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, οι γενικοί επίτροποι των διοικητικών δικαστηρίων και του Ελεγκτικού Συνεδρίου, καθώς και ο Πρόεδρος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους που υπηρετούν κατά την έναρξη ισχύος της αναθεωρημένης διάταξης της παραγράφου 5 του άρθρου 90, αποχωρούν από την υπηρεσία, όπως προβλέπει η παράγραφος 5 του άρθρου 88. **6. Προβλεπόμενες ή διατηρούμενες στο νόμο 2190/1994, όπως αυτός ισχύει, εξαιρέσεις από την αρμοδιότητα του Ανώτατου Συμβουλίου Επιλογής Προσωπικού εξακολουθούν να ισχύουν. **7. Νομοθετικές ρυθμίσεις που αφορούν την τακτοποίηση της υπηρεσιακής κατάστασης προσωπικού που υπάγεται στην παράγραφο 8 του άρθρου 103 εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι την ολοκλήρωση των σχετικών διαδικασιών.
  • πρόταση της Νέας Δημοκρατίας
  • Άρθρα 111 παράγραφοι 2 και 6, 115 παράγραφοι 2, 6 και 7, 117 παράγραφος 7, 118 παράγραφοι 5 και 7 του Συντάγματος Προτείνεται η αναθεώρηση των μεταβατικών διατάξεων των άρθρων 111 παράγραφοι 2 και 6, 115 παράγραφοι 2, 6 και 7, 117 παράγραφος 7, 118 παράγραφοι 5 και 7, ώστε να καταστεί δυνατή η ομαλή έναρξη εφαρμογής των αντίστοιχων διατάξεων που θα προκύψουν από την Αναθεώρηση, όπως αυτή οριοθετείται από τις κατά τα ανωτέρω προτάσεις.
  • πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
  • Δεν έχει κατατεθεί πρόταση.
  • * Οι αστερίσκοι σημειώνουν τις παραγράφους των άρθρων που αναθεώρησε και τις ερμηνευτικές δηλώσεις που πρόσθεσε με το Α' Ψήφισμα της 6ης Μαρτίου 1986 η ΣΤ' Αναθεωρητική Βουλή των Ελλήνων. ** Οι δύο αστερίσκοι σημειώνουν τα άρθρα, τις παραγράφους των άρθρων και τις ερμηνευτικές δηλώσεις που αναθεώρησε, καθώς και τα άρθρα και τις ερμηνευτικές δηλώσεις που πρόσθεσε με το από 6 Απριλίου 2001 Ψήφισμα η Ζ' Αναθεωρητική Βουλή των Ελλήνων.
Προηγούμενο άρθρο Αιτιολογική Έκθεση στην πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ. για την αναθεώρηση διατάξεων του Συντάγματος
Print
1953

Ημερολόγιο

«Νοέμβριος 2024»
ΔευΤριΤετΠεμΠαρΣαβΚυρ
28293031123
45678910
11121314151617
18192021222324
2526272829301
2345678
Όροι χρήσηςΠολιτική Απορρήτου© 2024 ΒΟΥΛΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ
Επιστροφή πάνω