7. Εισήγηση του Ειδικού Εισηγητού της Νέας Δημοκρατίας Νικολάου - Γεωργίου Δένδια
ΕΙΣΗΓΗΣΗ
ΤΟΥ ΕΙΔΙΚΟΥ ΕΙΣΗΓΗΤΟΥ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΝΙΚΟΛΑΟΥ - ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΔΕΝΔΙΑ
(Γ΄ ΕΝΟΤΗΤΑ)
Αρθρα 29 παρ. 2, 57, 58 και 62
Αρθρο 29 παρ. 2
Θεωρώ σημαντικό να σημειώσω ότι ο καθένας από εμάς διατηρεί, ακόμα και στην κοινοβουλευτική διαδικασία, την συναίσθηση του επαγγέλματός του. Θα μου επιτρέψετε να πω ότι εγώ όντας Δικηγόρος νιώθω πάρα πολύ άσχημα να ομιλώ επί ζητήματος, για το οποίο κατ΄ ουσία, η ετυμηγορία, ήδη, υφίσταται. Είναι σαν να μιλάς στο δικαστήριο όταν έχει, ήδη, εκδοθεί απόφαση.
Εννοώ με αυτό ότι και το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδος και ο Συνασπισμός έχουν εκφράσει σαφέστατα αρνητική άποψη. Θεωρώ, λοιπόν, ότι το άρθρο 29 είναι ένα άρθρο, στο οποίο ο,τιδήποτε και να πούμε, πλέον, πολύ σχετική σημασία έχει.
Το σκεπτικό, το οποίο ανέπτυξε ο Εισηγητής του Κομμουνιστικού Κόμματος, ο κ. Κανταρτζής είναι ένα σκεπτικό, το οποίο, εκ πρώτης όψεως, είναι εύληπτο και λογικοφανές. Είπε τα εξής: «Έτσι όπως προσπαθείτε να τροποποιήσετε την διάταξη, στην πραγματικότητα εμποδίζετε εμάς, το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδος, ένα Κόμμα, που βασίζεται σε ένα βαθμό για τα οικονομικά του στις εισφορές των οπαδών του, να συνεχίσει να λειτουργεί με αυτό τον τρόπο. Αυτό που κάνετε είναι μία θετική ρύθμιση ή μία αρνητική;»
Φαντάζομαι ότι αν έτσι έθετε το θέμα στους πολίτες, τότε θα έλεγε ότι είναι μία αρνητική ρύθμιση. Γιατί να επιβαρύνεται ο κρατικός προϋπολογισμός, ο Έλλην φορολογούμενος πολίτης, δηλαδή, με το κόστος λειτουργίας μιας ομάδας προσώπων, που συνιστούν ένα Κόμμα και το οποίο λειτουργεί στο πλαίσιο του κοινοβουλευτικού πολιτεύματος; Φοβάμαι ότι αυτό συνιστά υπεραπλούστευση. Συνιστά υπεραπλούστευση και ως προς το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδος και στο πλαίσιο του κοινοβουλευτικού πολιτεύματος.
Το ερώτημα δεν είναι, εάν ένα Κόμμα θα λειτουργήσει, ενισχυόμενο οικονομικά από τις εισφορές των μελών του. Εάν έτσι και μόνο ήταν το πρόβλημα, τότε πραγματικά δεν θα υπήρχε κανένας λόγος τροποποίησης της συγκεκριμένης διάταξης του άρθρου 29.
Το ζήτημα είναι να προασπίσουμε τη λειτουργία του πολιτεύματος από δυνατότητα οικονομικού επηρεασμού, μέσα από συγκεκριμένα εξωθεσμικά κέντρα. Και νομίζω ότι αυτή είναι μείζων πρόκληση, συνολικά, για το πολιτικό σύστημα.
Η προσπάθεια, λοιπόν, που γίνεται εδώ με την προτεινόμενη από την Νέα Δημοκρατία διατύπωση για την αλλαγή του Συντάγματος -η οποία κατ' ουσία λέει ότι ο κύριος υπόλογος για την ενίσχυση των κομμάτων είναι ο Κρατικός Προϋπολογισμός– είναι αναντίρρητα θετική.
Και είναι αναντίρρητα θετική και για ένα βαθύτερο λόγο: Διότι λέει στον Έλληνα Πολίτη, αν θέλετε λέει στον Έλληνα φορολογούμενο πολίτη , ο οποίος καταβάλλει το κόστος λειτουργίας του συστήματος, ότι σε αυτόν και από τον Κρατικό Προϋπολογισμό βασίζονται τα Κόμματα για την λειτουργία τους και όχι σε οποιονδήποτε άλλο. Δεν είναι –λυπούμαι να το πω- οι εισφορές των οπαδών από τις οποίες καλούμαστε να θωρακίσουμε το πολιτικό σύστημα, σήμερα. Από άλλες εισφορές καλούμαστε να θωρακίσουμε το σύστημα, σήμερα.
Όσον αφορά στο δεύτερο εδάφιο της δεύτερης παραγράφου, την πρόταση για το Ελεγκτικό Συνέδριο, είναι μία πρόταση. Πολλές φορές έχω έντονες επιφυλάξεις για τον τρόπο λειτουργίας και του Ελεγκτικού Συνεδρίου και της Δικαιοσύνης. Και πρέπει να στραφούμε εκεί. Δεν μπορούμε να εκφράζουμε εδώ την αμφισβήτησή μας για την λειτουργία της Δικαιοσύνης. Αν έχουμε αυτήν την αμφισβήτηση , οφείλουμε να κινηθούμε για την θωράκισή της.
Αυτό το οποίο είναι ενδιαφέρον -και αν θέλετε , ίσως ένα σημείο των καιρών είναι ότι και η κοινή γνώμη δεν ασχολήθηκε με αυτό- είναι η πρόταση της προσθήκης παραγράφου 3 , με την οποία το ίδιο το Σύνταγμα , εφ’ όσον η πρόταση αυτή δυνητικά ψηφιστεί, παρεμβαίνει στον τρόπο λειτουργίας των Κομμάτων. Το Σύνταγμα της χώρας, γενικά, ιστορικά είναι πολύ επιφυλακτικό απέναντι στα Κόμματα. Ενώ, δηλαδή, είναι κύριοι μοχλοί λειτουργίας του πολιτεύματος, δεν τα αναγνωρίζει σαφέστατα ως τέτοιους θεσμούς και σιγά- σιγά υφέρπουν, στην πορεία του ιστορικού χρόνου, διατάξεις που αφορούν τα Κόμματα.
Η ρύθμιση , λοιπόν, της παραγράφου 3 , που ρητά αναφέρεται στα ίδια τα Κόμματα και στον τρόπο, πια, της εσωτερικής τους λειτουργίας , νομίζω ότι είναι κάτι το εξαιρετικά σημαντικό.
Το άρθρο 29 , παράγραφος 3 σαν πρόταση, έχει μία έννοια, διότι είναι η πρώτη φορά που υπάρχει η σκέψη να υπάρχει εσωτερική λειτουργία των Κομμάτων, με ένα συγκεκριμένο τρόπο και αυτό να ρυθμίζεται στο Σύνταγμα .
Αρθρο 57
Για εμένα κατ’ αρχήν το επαγγελματικό ασυμβίβαστο -όπως και για τους περισσότερους συναδέλφους- όπως εφαρμόστηκε και όπως συνελήφθη στο Σύνταγμα του 2001, είναι κάτι το τραγικό. Αυτό πρέπει να το αλλάξουμε και μάλιστα γρήγορα. Δεν εξαρτάται, όμως, από την Νέα Δημοκρατία . Εμείς έχουμε σαφή βούληση το άρθρο αυτό να τροποποιηθεί. Είναι πλέον συντριπτική η πλειοψηφία των συναδέλφων της Βουλής, αλλά και συντριπτική η πλειοψηφία της κοινής γνώμης στην Ελλάδα, που αντιλήφθηκε που οδηγεί η διάταξη αυτή, όπως έγινε το 2001. Άρα, έχει έννοια να το συζητάμε.
Η διατύπωση του Γενικού Εισηγητή της Πλειοψηφίας, του κ. Παναγιωτόπουλου, στο άρθρο 57, ήταν πληρέστατη. Ο κ. Παναγιωτόπουλος έκανε μία πολύ ενδιαφέρουσα ανάλυση στο πλαίσιο της Επιτροπής στην προηγούμενη Βουλή, ως προς το τί σημαίνει το επάγγελμα για τον κάθε άνθρωπο. Διότι είναι εκχυδαϊσμός του ίδιου του επιχειρήματος να θεωρείται ότι το επάγγελμα είναι ο τρόπος να βγάλουμε χρήματα, ο τρόπος να αποκτήσουμε χρήματα. Είναι κάτι πολύ συνθετότερο. Είναι υπαρξιακό θέμα για τον κάθε άνθρωπο. Η αποκοπή από το επάγγελμα συνιστά ακρωτηριασμό. Αυτό δεν μπορεί να επιβληθεί με μια τέτοια διάταξη. Ήταν μέγα ατόπημα η διάταξη του 2001. Βεβαίως, αναγνωρίζω ότι ήταν μία άστοχη προσπάθεια απάντησης σε ένα κοινωνικό αίτημα. Ποιο ήταν το κοινωνικό αίτημα; Η διαφάνεια στο δημόσιο βίο. Ήταν, όμως, άστοχη η απάντηση.
Αρθρο 58
Στο άρθρο 58 δεν νομίζω ότι έχει έννοια να επεκταθεί κανείς, διότι έχει να κάνει με την ύπαρξη ή μη του ίδιου του Συνταγματικού Δικαστηρίου. Είναι μεγάλο θέμα το Συνταγματικό Δικαστήριο και ο διάχυτος ή μη έλεγχος της συνταγματικότητας.
Εγώ, στην ζωή μου, ευτύχησα να οδηγήσω σε έμμεση ακύρωση νόμου, τον οποίο είχε περάσει ο μετέπειτα Πρωθυπουργός, ο κ.Σημίτης, για να ξηλώσει τον πατέρα μου από Πρόεδρο Επιμελητηρίου, κατά παράκληση του τότε Υφυπουργού Οικονομικών, του κ. Γεωργίου Δρυ. Εκδόθηκε ειδικός νόμος, φωτογραφικός νόμος. Στράφηκα εναντίον των εκτελεστικών πράξεων του νόμου στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Και στο τέλος κατάφερα τότε ο συγκεκριμένος νόμος να κηρυχθεί αντισυνταγματικός.
Εγώ πιστεύω στον διάχυτο έλεγχο της συνταγματικότητας, ο οποίος παραμένει, ασφαλώς , με την πρόταση της Νέας Δημοκρατίας.
Αρθρο 62
Αναφορικά με το άρθρο 62, θα συμφωνήσω με το σκεπτικό όσων σαφέστατα τοποθετήθηκαν υπέρ της βουλευτικής ασυλίας, ως θεσμού, ο οποίος δεν προστατεύει το Βουλευτή, ως φυσικό πρόσωπο, αλλά την λαϊκή κυριαρχία. Άλλωστε, η ιστορία της βουλευτικής ασυλίας είναι γνωστό, πώς ξεκίνησε, γιατί υπάρχει. Υπάρχει για να προασπίσει τους εκπροσώπους του Λαού από την αυθαιρεσία του Μονάρχη. Αυτή είναι η ιστορία πίσω από αυτό το συγκεκριμένο άρθρο.
Η προσπάθεια, που γίνεται από την Νέα Δημοκρατία, γίνεται για να αντιμετωπιστεί ένα αίτημα της κοινωνίας, να αντιμετωπιστεί η αντίληψη ότι οι Βουλευτές ως φορείς εξουσίας δικαιούνται και να αυθαιρετούν. Βεβαίως, εμείς ξέρουμε εδώ -και όσοι ασχολούνται το ξέρουν- ότι αυτό δεν είναι πραγματικό πρόβλημα.
Ας κοιτάξει κανείς με ψυχραιμία τις τρεις εξουσίες, τη θεωρητικά κορυφαία Νομοθετική, την Εκτελεστική και την Δικαστική. Η ύπαρξη τριών εξουσιών δεν σημαίνει με κανένα τρόπο, ότι αυτές οι τρεις εξουσίες είναι και ισότιμες. Με κανένα τρόπο. Είναι διακεκριμένες, αλλά όχι ισότιμες. Είναι προφανές ότι η Νομοθετική εξουσία είναι στην κορυφή. Αυτό, βεβαίως, ξέρουμε όλοι ότι, στην πραγματικότητα, δεν συμβαίνει. Δεν είναι έτσι τα πράγματα. Έχουμε οδηγηθεί, πέραν από Κυβερνήσεις και Κόμματα, σε μία συνολική αλλαγή του τρόπου λειτουργίας του πολιτεύματος.
Αυτό το οποίο, έχει έννοια και, ίσως, θα μπορούσε να αποβεί χρήσιμο, είναι να δούμε, με καθαρό μάτι, το πώς έχουν αλλάξει οι συνθήκες λειτουργίας του πολιτεύματος, το πώς δεν επιτυγχάνεται, πλέον, η διάκριση των εξουσιών, πώς δεν επιτυγχάνεται, πλέον, ο έλεγχος της Εκτελεστικής εξουσίας από την Νομοθετική.
Η σύμμειξη αυτή, η οποία υπάρχει, αυτήν την στιγμή, λειτουργεί δυστυχώς σαν αστοχία, σαν αδυναμία ελέγχου της Εκτελεστικής εξουσίας από την Νομοθετική. Αυτό είναι κάτι, το οποίο πρέπει να το δούμε ξεκάθαρα και να κρίνουμε αν πρέπει να το αντιμετωπίσουμε, ή όχι.
780